Με προσφυγή στη Δικαιοσύνη εναντίον οποιουδήποτε επιδιώξει τη συκοφαντική δυσφήμισή του προειδοποιεί ο καθηγητής Σπύρος Σημίτης, με αφορμή δημοσιεύματα για διακίνησα χρημάτων «παράνομης προέλευσης» τα οποία διαψεύδει κατηγορηματικά.
Αφορμή ήταν δημοσίευμα της Real News σύμφωνα με το οποίο με εισαγγελική εντολή ξεκινάει έρευνα για να διαπιστωθεί γιατί δεν αξιοποιήθηκε νωρίτερα η κατάθεση που έδωσε το 2005 στις γαλλικές αρχές ο Μισέλ Ζοσεράν, πρώην πρόεδρος της Thales Engineering & Consulting, που σύμφωνα με το ρεπορτάζ είχε κάνει λόγο για χρηματισμό μελών της κυβέρνησης Σημίτη, αλλά και του ίδιου του πρώην πρωθυπουργού για την αγορά του C4I.


Η δήλωση του Σπύρου Σημίτη

Εργάστηκα ως καθηγητής του Πανεπιστημίου της Φραγκφούρτης επί πενήντα περίπου χρόνια. Δίδαξα επίσης κι εργάστηκα στις ΗΠΑ, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία. Συνεργάστηκα επανειλημμένα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η σύζυγός μου εργάστηκε ως ψυχαναλύτρια επί σαράντα περίπου χρόνια, με σημαντική επιπλέον εκδοτική δραστηριότητα.

Κατά την περίοδο 2001 μέχρι και το 2011 είχα στη Γερμανία καθαρά εισοδήματα ύψους 1.448.000 ευρω – σύμφωνα με τα στοιχεία της Εφορίας - μετά δηλαδή από τις φορολογικές και άλλες κρατήσεις. Τις δύο προηγούμενες δεκαετίες τα εισοδήματά μου ήταν πιο υψηλά, ή τουλάχιστον αντίστοιχα. Από την πώληση ακινήτων μου στην Ελλάδα επίσης, έχω εισπράξει περίπου 500.000 ευρω. Οι αποταμιεύσεις μας αυτές προέρχονται από την εργασία μιας ζωής. Είναι σημαντικές. Τις επενδύσαμε σε διεθνείς τράπεζες κρίνοντας τις αποδόσεις.

Στην Ελλάδα έκανα ένα έμβασμα στις 21/5/2010 με το ποσό των 845.000 ευρω για την αγορά ακινήτου. Τις μέρες εκείνες υπήρξε στην Ελλάδα έκρηξη ανησυχίας, με συνέπεια μεγάλη φυγή κεφαλαίων. Αγορά ακινήτου υπό τις συνθήκες αυτές δεν ήταν πια νοητή. Επανέφερα το ποσό των 800.000 ευρω στην Τράπεζα του τόπου κατοικίας μου, στη Γερμανία.

Η φήμη που κυκλοφόρησε – ότι τα χρήματά μου έχουν “παράνομη προέλευση” - είναι ως εκ τούτου αναληθής και άκρως συκοφαντική. Όλα τα χρήματά μας είναι προϊόν της δουλειάς μας.

Θα προσφύγω στη δικαιοσύνη, εναντίον οιουδήποτε επιδιώξει τη συκοφαντική δυσφήμισή μου».