Οι μανάδες δεν περιαυτολογούν. Τα παιδιά τους συνήθως δεν βρίσκουν το πρότυπο στις δικές τους επιτυχίες, διότι για τις μανάδες, τα παιδιά, μία συνθήκη που έρχεται με τη θεωρία της εξέλιξης και πάλι, είναι το πιο πολύτιμο πετράδι. Δεν υπονοείται ότι αναγνωρίζεται, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, ότι ο Φίλιππος δεν γνώριζε ή δεν θαύμαζε τη μητέρα του, Ρούξι Ντουμιτρέσκου, η οποία πέθανε στα 46 της.

Ωστόσο, αυτό που δεν θα μπορούσε να ξέρει και θα ήταν δύσκολο να το καταλάβει, ήταν η βαθιά επιρροή της στον Παναθηναϊκό. Ήταν ελάχιστοι οι αθλητές που είχαν επιδράσει σε όλο το σύλλογο με τον τρόπο που το έκανε η Ντουμιτρέσκου. Έμοιαζε, ανά περιπτώσεις, με εκείνο το ρηθέν, ότι “δεν υπάρχει στον κόσμο πιο δυνατό είδος από μια δυνατή γυναίκα”.


Glomex Player(40599x1hkkig7d8l, v-czokhmcrz4x5)

Ακόμα και στην ίδια την Ντουμιτρέσκου, ενδεχομένως, να ήταν δύσκολο να αλιευθεί η επιρροή της. Ακόμα κι αν εκ του μακρόθεν μπορούσες να διαπιστώσεις το σφρίγος και μια ισχύ ζωογόνο, ακόμα κι αν την παρακολουθούσες και αναρωτιόσουν αν κάποιος γεννιέται ή γίνεται ηγέτης, ακόμα κι αν αντιλαμβανόσουν με δέος την αύρα της άτρομης, με την οποία περιφερόταν, ό,τι μπορούσε να πει κάποιος για τη Ρούξι Ντουμιτρέσκου δεν λεγόταν. Το έβλεπες στα μάτια των ανθρώπων που την συναγελάζονταν στον επαγγελματικό χώρο της, ακόμα και των δημοσιογράφων που έκαναν σπορ στον Παναθηναϊκό και έρχονταν σε επαφή μαζί της.

Παναθηναϊκός; Η Ρούξι Ντουμιτρέσκου έδινε την ησυχία της σιγουριάς

Επικρατούσε μια σταθερή ησυχία, όχι υπό την έννοια της παγερής σιωπής, αλλά εκείνου του είδους που συνοδεύει κάτι που έχει ήδη ολοκληρωθεί. Υπήρχε μια γαλήνη την οποία δεν διέκρινε ρευστότητα, αλλά η αίσθηση ότι είχε φτιαχτεί με θεμέλια που άντεχαν σεισμό στην Ινδονησία. Απλωνόταν μια σιγουριά, που νόμιζες ότι ακροβατεί με την έπαρση, αλλά δεν ίσχυε: οι δημοσιογράφοι του Παναθηναϊκού που παρακολουθούσαν τα παιχνίδια και, κατά συνέπεια, τους θριάμβους της ομάδας βόλεϊ Γυναικών, έμοιαζαν δίπλα της καθησυχασμένοι.


Glomex Player(40599x1hkkig7d8l, v-czl5igm5elkh)

Τη σύγχρονη εποχή του Παναθηναϊκού, μια εποχή που η ποδοσφαιρική ομάδα έψαχνε τον εαυτό της και η μπασκετική εγκαθίδρυε μια νέα, ασύγκριτη, αυτοκρατορία, μόνο ο Δημήτρης Διαμαντίδης άφηνε να αιωρείται μια τέτοια αίσθηση ανωτερότητας, ο Καστοριανός περιφερόταν σιωπηλός και αυτοσυγκεντρωμένος, έτοιμος να κάνει τη δουλειά, και αρκούσε ένα μειδίαμα ώστε εκείνοι που τον συναναστρέφονταν σε επαγγελματικό επίπεδο να νιώθουν έκδηλα μέσα τους ότι από ελάχιστα ως τίποτα γινόταν να πάνε λάθος.

Παρόμοια υφή είχε η Ντουμιτρέσκου στο τμήμα βόλεϊ Γυναικών και με αυτόν τον τρόπο ήταν μαγνητιστική και έμοιαζε αναπόδραστη. Η Ρούξι έκανε τα κορίτσια της ομάδας βόλεϊ Γυναικών φίνα και όταν, πια, η σημαία υπεστάλη του ιστού, μια τέτοια αθλήτρια επιζητάτο στα αποδυτήρια και τον αγωνιστικό χώρο. Αυτό που έλειψε περισσότερο από τον Παναθηναϊκό δεν είναι οι τίτλοι που κατέκτησε με τις συμπαίκτριές της, αλλά η δυναμική που έδινε στην ομάδα και σε όσους ήταν γύρω της.

Νίκες θα συνέχιζαν να πανηγυρίζουν, αλλά ο τρόπος θα διαφοροποιούνταν και η αμφιβολία θα ήταν μεγαλύτερη. Με τη Ρούξι Ντουμιτρέσκου στο πλευρό του, ουδείς χρειαζόταν να ανησυχεί για κάτι, ακόμα κι αν ένα παιχνίδι ήταν αμφίβολο, ακόμα κι αν αμφισβητούνταν πρωτεία, ακόμα κι αν τα τρόπαια έγερναν προς την πλευρά του αντιπάλου.

Κι αυτό είχε, σε όσους το αισθάνονταν, επιρροή και εκτός αγωνιστικού χώρου. Το παρελθόν μοιάζει αναγκαστικό να μυθοποιείται, ο φόρος προς τη νεότητα είναι ανεξάντλητο. Όμως, σε αυτήν την περίπτωση δεν υπάρχει υπερβολή. Όσοι πενθούν για τη Ρούξι Ντουμιτρέσκου, πλην της απώλειας μιας γυναίκας και μιας μάνας, θρηνούν και το βουλοκέρι που μπήκε στο φάκελο, ο οποίος περιέχει την επιστολή για τα καλύτερά τους χρόνια.