Ενδιάμεσες εκλογές. Ο εφιάλτης κάθε προέδρου των ΗΠΑ, καθώς ιστορικά χάνεται η πλειοψηφία στο Κογκρέσο και η πολιτική που θέλει να εφαρμόσει ο ένοικος του Λευκού Οίκου βαλτώνει. Ρωτήστε τον Μπαράκ Ομπάμα που ίδρωσε να περάσει το νομοσχέδιο για την Υγειονομική Περίθαλψη και τη συμφωνία της διεθνούς κοινότητας για τα πυρηνικά του Ιράν. Ρωτήστε και άλλους πριν τον Ομπάμα, όπως τον Μπιλ Κλίντον.
Υπό αυτή την έννοια, ο Τραμπ κέρδισε στις εκλογές, γιατί τουλάχιστον δεν έχασε και τα δύο Σώματα. Οι Ρεπουμπλικάνοι ενίσχυσαν την δύναμή τους στη Γερουσία, εκεί όπου δίνεται το «πράσινο φως» στα νομοσχέδια. Εκεί που –αυτό και αν είναι σημαντικό- αποφασίζονται τα πρόσωπα που ο πρόεδρος προτείνει για το Ανώτατο Δικαστήριο, και όχι μόνο.

Χάθηκε για τον πρόεδρο η Βουλή των Αντιπροσώπων. Οι Δημοκρατικοί μπορούν να χαμογελούν, αφού η τελευταία φορά που είχαν την πλειοψηφία ήταν πριν από 8 ολόκληρα χρόνια. Η Νάνσι Πελόζι, αγέρωχη, σικάτη και χαμογελαστή, θα επιστρέψει στην προεδρία του Σώματος, μοιράζοντας υποσχέσεις για «bipartisanship», ή αναζήτηση κοινού τόπου σε ένα δικομματικό σύστημα όπως αυτό των ΗΠΑ.

Φυσικά, ο κοινός τόπος προϋποθέτει καλή διάθεση και από τις δύο πλευρές.

Είναι βέβαιο ότι οι Δημοκρατικοί δεν θα αρκεστούν σε αυτό, καθώς πλέον τους δίνεται η ευκαιρία να «ψάξουν» ενοχλητικές και σοβαρές υποθέσεις που τα προηγούμενα χρόνια ο Τραμπ έκλεισε με συνοπτικές διαδικασίες. Τα φορολογικά του, για παράδειγμα, η ανάμειξη των Ρώσων στις εκλογές του 2016, τα ίδια τα στελέχη που μπαίνουν και βγαίνουν στον Λευκό Οίκο, οι υπουργοί και οι σύμβουλοι που φεύγουν κακήν-κακώς.

Οι σύμβουλοι του προέδρου μάλλον θα πρέπει να δουλέψουν σκληρότερα από το 2019 για να απαντούν στο σφυροκόπημα που θα δέχονται από το Κογκρέσο.

Το μεγάλο ερώτημα είναι αν ο Τραμπ και οι Ρεπουμπλικάνοι θα αποκτήσουν κουλτούρα συνεργασίας και λογοδοσίας. Οι Ρεπουμπλικάνοι στη Βουλή ενδεχομένως. Το αμερικανικό σύστημα ψάχνει (με πολύ παρασκήνιο, ενίοτε) τις συναινέσεις, αδιαφορώντας καμιά φορά για τις διαθέσεις του προέδρου. Αυτό δηλαδή που είπε η Νάνσι Πελόζι.

Ο ίδιος ο Τραμπ δεν πρόκειται να αλλάξει. Αποφάνθηκε ότι κέρδισε στις εκλογές, το έγραψε και στο Twitter, συνεχάρη δε και τον εαυτό του. Και όταν ρωτήθηκε αν θα κάνει αλλαγές στην κυβέρνησή του, αφού έδιωξε τον υπουργό Δικαιοσύνης, απάντησε ότι «όλοι θέλουν να δουλέψουν για αυτή την κυβέρνηση σε αυτό τον Λευκό Οίκο». Σαφής.

Η χώρα είναι διχασμένη. Από τη μία, η «λευκή, αγροτική Αμερική» που ο ίδιος ο πρόεδρος αγαπά και τρέφεται από το «δόγμα του MAGA» (Make America Great Again), παρέα ασφαλώς με την κορυφή από αυτό το 1% των προνομιούχων που είδαν «κούρεμα» φόρων. Αυτή η Αμερική δεν είναι η πλειοψηφία, αλλά είναι αρκετή για να δώσει νίκες στη Γερουσία ενίοτε και στις προεδρικές κάλπες με τους εκλέκτορες. Κάπως έτσι δεν έγινε πρόεδρος και ο Τραμπ;

Υπάρχει όμως και η Αμερική των αστικών κέντρων, των υποβαθμισμένων προαστίων, της ανοικτής κοινωνίας, της διαφορετικότητας, της προστασίας των δικαιωμάτων, της ενίσχυσης ζητημάτων που εδώ στην Γηραιά Ήπειρο θεωρούνται δεδομένα, όπως το σύστημα υγείας. Αυτή η Αμερική ήταν παρούσα στις εκλογές, είχε άρωμα γυναίκας, έδωσε μάχες σε μικρές εκλογικές περιφέρειες (districts, όπως αποκαλούνται) και κέρδισε. Για λογαριασμό των Δημοκρατικών.

Μπορεί όμως αυτή η Αμερική να επικρατήσει στις προεδρικές εκλογές; Καταρχήν πρέπει να κερδίσει τους Δημοκρατικούς. Δεν είναι μυστικό ότι πολλοί από τους «συστημικούς» βουλευτές του συγκεκριμένου κόμματος έχασαν τις προκριματικές μάχες από πιο «αριστερούς» και εναλλακτικούς υποψήφιους. «Είμαι από αυτούς που κανονικά δεν πρέπει να κατεβαίνουν στην πολιτική» ήταν το σχόλιο της 29χρονης Αλεξάντρια Κορτές από το Χάρλεμ της Νέας Υόρκης που εξελέγη στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

H δημογραφική αλλαγή στις ΗΠΑ ευνοεί τους Δημοκρατικούς, αλλά μακροπρόθεσμα. Στο μεταξύ, η χώρα θα παλεύει για την ταυτότητά της, δίνοντας μάχες χαρακωμάτων με τον Τραμπ και το «δόγμα MAGA».

«Κλειδί» η κινητοποίηση των ψηφοφόρων, όπως έγινε και την Τρίτη των ενδιάμεσων εκλογών. Θα βοηθούσε ασφαλώς να βρεθούν και νέα πρόσωπα. Αρκετά με τους Κλίντον και τους Ομπάμα. Θα βρουν κάποια δουλειά να κάνουν.