Η εσωκομματική διαδικασία στον ΣΥΡΙΖΑ τελικά θα αποτελέσει μια ουσιαστική παράμετρο για τη διαμόρφωση του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα.

Η εκρηκτική είσοδος Κασσελάκη στο πολιτικό προσκήνιο και στη συνέχεια η υποψηφιότητά του για την προεδρία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν αλλάζει τους όρους της διακυβέρνησης. Έχουμε νέα κυβέρνηση απόλυτης πλειοψηφίας και πρωθυπουργό με απολύτως πρόσφατη ανανεωμένη ψήφο εμπιστοσύνης από τους πολίτες. Αυτό που η εξέλιξη των εσωκομματικών στην αξιωματική αντιπολίτευση επηρεάζει είναι η «μεταπολιτική» πραγματικότητα της Αριστεράς στην Ελλάδα. Όπου η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και στις χειρότερες στιγμές της, όπως η επίδοσή της στις τελευταίες εκλογές, δείχνει ότι κρατάει το προβάδισμα έναντι του ΠΑΣΟΚ στον ευρύτερο χώρο. Πολύ περισσότερο γιατί μετά και την υποψηφιότητα του εξ Αμερικής ορμώμενου εφοπλιστή, πρώην εργαζόμενου στην Goldmαn Sachs, δομημένου από πλευράς πολιτικών εμπειριών μέσα από τα επιτελεία του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ και του προέδρου Μπάιντεν, 35χρονου Στέφανου Κασσελάκη η πολιτική κουβέντα περνά από τη γενιά των 50άρηδων στο «γήπεδο» αντίληψης των 30άρηδων.

Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι ο Κασσελάκης, με την εντυπωσιακή επικοινωνιακά είσοδό του στην κούρσα ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, θα επικρατήσει. Όμως το «όλον» του ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο σε επίπεδο κομματικών στελεχών αλλά και βάσης ή φίλων ψηφοφόρων, είναι αναγκασμένο να «μπει» στο παιχνίδι του Κασσελάκη. Που δεν σχετίζεται με το τι θα πετύχει το κόμμα στις περιφερειακές ή τις ευρωπαϊκές εκλογές, αλλά το κατά πόσο θα εξελιχθεί σε ένα μοντέλο που προσομοιάζει με τους Δημοκρατικούς των ΗΠΑ. Είναι μια πολύ διαφορετική θεώρηση πραγμάτων σε σχέση με τις παραδοχές και τα κομματικά δόγματα της παραδοσιακής Αριστεράς, που προήλθε στη διασπορά της από τις διασπάσεις του ΚΚΕ ή σχετίστηκε προπαγανδιστικά και δομικά με τον μηχανισμό του ΠΑΣΟΚ.

Σε σχέση με αυτό που χαρακτηρίζεται ως «μεταπολιτική» και δεν γίνεται κατανοητό όχι μόνον από τον μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι οι νεότερες γενιές δεν επιθυμούν ούτε ενδιαφέρονται για όσα οι παραδοσιακοί κομματικοί μηχανισμοί στην Ελλάδα λογίζουν ως πολιτική. Θα πρέπει μάλιστα να ληφθεί υπόψη ότι όταν μιλάμε για ένα νέο κράτος, για μια νέα οικονομία και ευημερία, για μια διαφορετική διοίκηση, αλλά και για μια συνολική αναθεώρηση της ηθικής και των κανόνων στην κοινωνική συγκρότηση, δεν μπορούμε να παραμένουμε προσκολλημένοι στη δομική αντιπαράθεση, στις φαντασιώσεις των μπολσεβίκων για κατάληψη των «χειμερινών ανακτόρων», στις εμμονές που σχετίζονται με το βάθος του προηγούμενου αιώνα ή με τα κομματικά βιλαέτια των πελατειακών σχέσεων. Η φλυαρία περί μεταρρυθμίσεων και εκσυγχρονισμού των τελευταίων δεκαετιών από την Κεντροαριστερά μετά την είσοδο του ευρώ στην καθημερινότητά μας θα πρέπει να ξεπερασθεί. Η πολιτική μπορεί να γίνει και πάλι ουσιώδης, όχι σε ένα επίπεδο «ξύλινων» ιδεολογιών, αλλά σε ένα πλαίσιο συμμετοχής των πολλών και διάρθρωσης της πραγματικότητας.

Επίσης, πώς είναι δυνατό να μιλάμε για πολιτικούς του Instagram, όταν τέτοιοι αφορισμοί βολεύουν τα ειωθότα και για «αμερικανιές» στην επικοινωνία, όταν η καθημερινότητα πλέον υπάρχει, κατά γενική ομολογία, μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα ή όταν οι εντυπώσεις και τα «τρικ» έχουν υποκαταστήσει την πολιτική; Η περίπτωση Κασσελάκη κινητοποιεί την πραγματικότητα όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ αλλά ολόκληρου του πολιτικού συστήματος. Άρα η παρουσία και η υποψηφιότητά του για την ηγεσία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης βοηθά την εξέλιξη και την εγρήγορση των «λιμναζόντων» κομματικών μηχανισμών. Υπό την έννοια αυτή, αν δεν υπήρχε Κασσελάκης, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε…

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 31/8