Την πρόταση για μετονομασία της Πρώην Γιουκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας σε «Μακεδονία του Ίλιντεν» πρότεινε ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας, Ζόραν Ζάεφ.

Η πρόταση του κ. Ζάεφ φέρνει ένα νέο όνομα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την ελληνική πλευρά να εξετάζει όλες τις παραμέτρους της νέας πρότασης.

Τι ήταν, όμως, το περίφημο «Ίλιντεν» και γιατί η Σκοπιανή πλευρά επιλέγει αυτό το όνομα για τη μετονομασία της;

Η σημασία του Ίλιντεν για τους Σκοπιανούς

Το Ίλιντεν ήταν στην πραγματικότητα μία εξέγερση που πραγματοποίηθηκε από τους σλαβόφωνους της περιοχής, το 1903. Η Εξέγερση του Ίλιντεν (ή Εξέγερση του Προφήτη Ηλία – Μεταμορφώσεως)  διοργανώθηκε από μία αυτονομιστική οργάνωση, την Εσωτερική Μακεδονο-Αδριανουπολίτικη Επαναστατική Οργάνωση, τον Ιούλιο / Αύγουστο (ανάλογα με το Ιουλιανό ή Γρηγοριανό Ημερολόγιο) ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Για τους σημερινούς κατοίκους της πΓΔΜ, η Εξέγερση του Ίλιντεν γιορτάζεται ως εθνική επέτειος και αντιμετωπίζεται ως το εναρκτήριο λάκτισμα της «Σλαβομακεδονικής εθνογένεσης». Την εξέγερση, ωστόσο, υιοθετεί και η Βουλγαρία, με αποτέλεσμα το όνομα να προκαλεί σύγχυση στα Βαλκάνια.

Σε ό,τι αφορά την ονομασία «Ίλιντεν», αυτή προέκυψε από την ημέρα του Προφήτη Ηλία (Ίλιντεν) στις 20 Ιουλίου / 2 Αυγούστου. Η εξέγερση ξεκίνησε εκείνη την ημέρα στο Βιλαέτι του Μοναστηρίου και πιο συγκεκριμένα στους καζάδες Αχρίδας, Πρέσπας, Κιτσόβου, Μοναστηρίου, Φλώρινας, Καστοριάς και Καϊλαρίων και στα βόρεια του Βιλαετίου της Θεσσαλονίκης και της Αδριανούπολης.

Πώς διαμορφώθηκε το κλίμα της εξέγερσης;

Η Σλαβόφωνη Εσωτερική Μακεδονο-Αδριανουπολίτικη Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΑΕΟ) έκανε την εμφάνισή της για να προκαλέσει εξέγερση, έτσι ώστε να υπάρξει αυτοδιάθεση και αυτονομία για τον τοπικό πληθυσμό, το 1897.

Το πρωταρχικό της μέλημα ήταν, ύστερα από την αυτονόμηση Μακεδονίας και Θράκης, να ολοκληρωθεί η προσάρτηση τους στο Βασίλειο της Βουλγαρίας (όπως συνέβη με την Ανατολική Ρωμυλία – Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου (1878)). Πριν, όμως, από την Εξέγερση, η οργάνωση πραγματοποίησε άνοιγμα προς τον ευρύτερο μακεδονικό πληθυσμό, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί η ιδέα της ένωσης με τους Βούλγαρους.

Το νέο αφήγημα της οργάνωσης υποστήριζε την ιδέα της αυτόνομης Μακεδονίας που θα περιλάμβανε περιοχές της Αδριανούπολης με την Θράκη που ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την ταυτόχρονη προστασία της Βουλγαρικής εθνικής ταυτότητας. «Η Μακεδονία για τους Μακεδόνες», ήταν το σύνθημα της οργάνωσης.

Τα δύο ρεύματα...

Η οργάνωση χωρίστηκε, σχεδόν κατευθείαν, σε δύο ισχυρά ρεύματα με ξεκάθαρα διαφορετική στάση: αυτονομία και προσχώρηση. Οι μεν πρώτοι, πρέσβευαν την αυτονόμηση της Μακεδονίας με αυτοδιάθεση της περιοχής. Οι δε δεύτεροι, που ήταν κυρίως μέλη του Ανώτατου Μακεδονικού

Κομιτάτου (οργάνωση που ιδρύθηκε στη Σόφια, το 1894), υποστήριζε την άμεση προσχώρηση στη Βουλγαρία. Τα μέλη που συνέθεταν την ομάδα ονομάστηκαν Ενωτικοί ή Βερχοβιστές γιατί τάσσονταν απερίφραστα υπέρ της Ένωσης με τη Βουλγαρία.

Ο τελικός στόχος της ΕΜΑΕΟ ήταν, μέσω της εξέγερσης του Ίλιντεν, να απελευθερώσει τον υπόδουλο Χριστιανισμό από τον Σουλτάνο και στη συνέχεια, κατά πάσα πιθανότητα, να δημιουργήσει μία αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία σε μία ομόσπονδη ένωση κρατών της Βαλκανικής.

... και η «θολή» η ελληνική αντιμετώπιση

Ξεκάθαρη στάση του Ελληνικού Κράτους απέναντι στην εξέγερση του Ίλιντεν δεν υπήρχε αλλά, με βάση τα δεδομένα της εποχής, αυτή δεν θα μπορούσε να είναι θετική. Η ανεξαρτησία –ή έστω αυτονομία- της Μακεδονίας θα σήμαινε προσάρτηση εδαφών που ενδιέφεραν την Ελλάδα. Ο Πεζάς, τ. πρόξενος της Ελλάδας στο Μοναστήρι, σημείωνε σε έκθεσή του προς τον πρόεδρο της Ελληνικής Κυβέρνησης (1902), πως η επερχόμενη εξέγερση είχε ως στόχο την αυτονομία – ανεξαρτητοποίηση της Μακεδονίας ενώ την ακολουθούσαν πατριαρχικοί και εξαρχικοί πληθυσμοί και στο επίκεντρό της βρίσκονταν οι άθλιες συνθήκες των Μακεδόνων, και ιδιαίτερα των αγροτικών πληθυσμών.

Μάλιστα, ο Πέτζας επισημαίνει πως, τόσο ο ίδιος όσο και το Ελληνικό Κράτος, επεδίωξαν συνεργασία με τους Οθωμανούς στην ευρύτερη περιοχή. Μάζευε δε, πληροφορίες για τις κινήσεις των αυτονομιστών ενώ, όπως φαίνεται, πρωταρχικό του μέλημα υπήρξε η συντριβή του κινήματος. Τονίζει ακόμη πως ενδεχόμενη επέκταση της εξέγερσης θα μπορούσε να επεκταθεί ακόμη και μέσα στην Ελλάδα ενώ ζητά την ηρεμία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Ο διάδοχός του, Κ. Κυπράιος αναφέρεται σε συνεργασία του με την οθωμανική αυτοκρατορία μέσα από την ανταλλαγή πληροφοριών για την επερχόμενη εξέγερση ενώ μνημονεύει ανταλλαγή ποσών με στόχο την άσκηση προπαγάνδας για την μη ένταξη του πατριαρχικού πληθυσμού.

Σημειώνεται πως, ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης μιλά με ύβρεις για τους εξεγερμένους ενώ ο συνεργάτης του ίδιου (αλλά και των Οθωμανών), Βαγγέλης Στρεμπενιώτης, και οι άντρες του εκστράτευσαν (4 Αυγούστου) εναντίον τους.

Το άδοξο τέλος

Η εξάπλωση της εξέγερσης οδήγησε πολλά από τα ηγετικά στελέχη της στη μάχη και τελικά στον θάνατο από τα όπλα των Οθωμανών. Η δράση τους περιορίστηκε και τελικά εξαλείφθηκε μέσα σε ελάχιστους μήνες. Οι εξεγερμένοι οδηγήθηκαν στα βουνά, στη φυλακή ή ακόμη και στον θάνατο. Οι Οθωμανοί, αντί να εφαρμόσουν τις μεταρρυθμίσεις για τα δικαιώματα των Χριστιανών, έβλεπαν με μεγάλη καχυποψία τις δράσεις τους.

Η εξέγερση, αναφέρουν ορισμένες πηγές, στόχευε στην εμπλοκή των Μεγάλων Δυνάμεων και, υπό αυτή την έννοια, κατάφερε να πετύχει τον στόχο της και να υπάρξει παρέμβασή τους προς τον Σουλτάνο με σκοπό μία πιο διαλλακτική στάση απέναντι στον χριστιανικό πληθυσμό. Η πίεση, όμως, έφερε σε αδιέξοδο τους Χριστιανούς και οδήγησε στην Επανάσταση των Νεότουρκών και προοδευτικά στην κήρυξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου.

Το Ίλιντεν ήταν μία πρώτης μορφής οργανωμένη προσπάθεια των Βουλγάρων της Μακεδονίας και της Θράκης, ύστερα και από τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας τους.