Μόσιαλος για νέο στέλεχος κορονοϊού: Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για συμπεράσματα σχετικά με τον μηχανισμό της αυξημένης μεταδοτικότητας
Στο νέο στέλεχος του κορονοϊού που εντοπίστηκε στη Βρετανία αναφέρθηκε ο Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητή πολιτικής της υγείας στο London School of Economics, κάνοντας μία νεότερη ανάρτηση για όσα έχουν γίνει γνωστά για την μετάλλαξη που έχει προκαλέσει παγκόσμιο συναγερμό.
Μεταξύ άλλων ο καθηγητής ανέφερε ότι «επί του παρόντος δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με τον μηχανισμό της αυξημένης μεταδοτικότητας, την ηλικιακή κατανομή των περιπτώσεων και την σοβαρότητα των ασθενειών.
Η επιτροπή NERVTAG με τα υπάρχοντα δεδομένα θεωρεί -με επιφύλαξη- πως το στέλεχος VUI-202012/01 προκαλεί αύξηση της μεταδοτικότητας σε σύγκριση με άλλες παραλλαγές. Οι μελέτες συνεχίζονται βέβαια και το στέλεχος είναι υπό παρακολούθηση».
Αναλυτικά η ανάρτησή του:
«Νεότερα για το νέο στέλεχος
Στις 18 Δεκεμβρίου και πριν το διάγγελμα από τον Βρετανό Πρωθυπουργό, έγινε η συνάντηση της βρετανικής συμβουλευτικής ομάδας για τις απειλές από τον ιό, NERVTAG, σχετικά με την παραλλαγή VUI-202012/01 του SARS-CoV-2 που βρίσκεται υπό διερεύνηση.
Σύμφωνα με την συνημμένη ανακοίνωση της, (https://khub.net/.../962e866b-161f-2fd5-1030-32b6ab467896...) η επιτροπή λαμβάνοντας υπόψη αναλυτικές προσεγγίσεις σχετικά με τη δυνατότητα μετάδοσης, τον ρυθμό ανάπτυξης από γονιδιωματικά δεδομένα (που καταγράφηκε ως 71% υψηλότερο από άλλες παραλλαγές), μελέτες συσχέτισης μεταξύ τιμών R λόγω της ανίχνευσης της παραλλαγής, αλλά και τις (μειωμένες μέσες τιμές Ct) PCR και άλλων δεδομένων, σημειώνει πως
• οι διακυμάνσεις στις τιμές Ct στις PCR μπορεί να μην είναι ενδεικτικές, αλλά να επηρεάζονται για παράδειγμα από το στάδιο της ασθένειας στο οποίο ανιχνεύεται η λοίμωξη ή να ποικίλλουν ανάλογα με τη συχνότητα των περιπτώσεων.
• για τεχνικούς λόγους η γενετική ακολουθία του του στελέχους VUI-202012/01 μπορεί να είναι δύσκολο να επιβεβαιωθεί, και άρα η εκτίμηση της συχνότητας της παραλλαγής μπορεί να υποτιμάται.
• ενώ προηγούμενες παραλλαγές εμφανίστηκαν σε περιόδους χαμηλού επιπολασμού, η εμφάνιση και επακόλουθη κυριαρχία του VUI-202012/01 σε μια περίοδο σχετικά υψηλού επιπολασμού υποδηλώνει πως το στέλεχος VUI-202012/01 έχει επιλεκτικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλες παραλλαγές.
Επίσης, επί του παρόντος δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με τον μηχανισμό της αυξημένης μεταδοτικότητας, την ηλικιακή κατανομή των περιπτώσεων και την σοβαρότητα των ασθενειών.
Η επιτροπή NERVTAG με τα υπάρχοντα δεδομένα θεωρεί -με επιφύλαξη- πως το στέλεχος VUI-202012/01 προκαλεί αύξηση της μεταδοτικότητας σε σύγκριση με άλλες παραλλαγές. Οι μελέτες συνεχίζονται βέβαια και το στέλεχος είναι υπό παρακολούθηση.
Αισίως θα υπάρξουν νεότερα την επόμενη εβδομάδα αναφορικά με νέα συγκριτικά δεδομένα για τη σχετική θνησιμότητα, την ηλικιακή κατανομή των λοιμώξεων, όπως και εργαστηριακά δεδομένα αναφορικά με την ικανότητα εξουδετέρωσης του στελέχους με αναρρωτικό πλάσμα».
Μεταξύ άλλων ο καθηγητής ανέφερε ότι «επί του παρόντος δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με τον μηχανισμό της αυξημένης μεταδοτικότητας, την ηλικιακή κατανομή των περιπτώσεων και την σοβαρότητα των ασθενειών.
Η επιτροπή NERVTAG με τα υπάρχοντα δεδομένα θεωρεί -με επιφύλαξη- πως το στέλεχος VUI-202012/01 προκαλεί αύξηση της μεταδοτικότητας σε σύγκριση με άλλες παραλλαγές. Οι μελέτες συνεχίζονται βέβαια και το στέλεχος είναι υπό παρακολούθηση».
Αναλυτικά η ανάρτησή του:
«Νεότερα για το νέο στέλεχος
Στις 18 Δεκεμβρίου και πριν το διάγγελμα από τον Βρετανό Πρωθυπουργό, έγινε η συνάντηση της βρετανικής συμβουλευτικής ομάδας για τις απειλές από τον ιό, NERVTAG, σχετικά με την παραλλαγή VUI-202012/01 του SARS-CoV-2 που βρίσκεται υπό διερεύνηση.
Σύμφωνα με την συνημμένη ανακοίνωση της, (https://khub.net/.../962e866b-161f-2fd5-1030-32b6ab467896...) η επιτροπή λαμβάνοντας υπόψη αναλυτικές προσεγγίσεις σχετικά με τη δυνατότητα μετάδοσης, τον ρυθμό ανάπτυξης από γονιδιωματικά δεδομένα (που καταγράφηκε ως 71% υψηλότερο από άλλες παραλλαγές), μελέτες συσχέτισης μεταξύ τιμών R λόγω της ανίχνευσης της παραλλαγής, αλλά και τις (μειωμένες μέσες τιμές Ct) PCR και άλλων δεδομένων, σημειώνει πως
• οι διακυμάνσεις στις τιμές Ct στις PCR μπορεί να μην είναι ενδεικτικές, αλλά να επηρεάζονται για παράδειγμα από το στάδιο της ασθένειας στο οποίο ανιχνεύεται η λοίμωξη ή να ποικίλλουν ανάλογα με τη συχνότητα των περιπτώσεων.
• για τεχνικούς λόγους η γενετική ακολουθία του του στελέχους VUI-202012/01 μπορεί να είναι δύσκολο να επιβεβαιωθεί, και άρα η εκτίμηση της συχνότητας της παραλλαγής μπορεί να υποτιμάται.
• ενώ προηγούμενες παραλλαγές εμφανίστηκαν σε περιόδους χαμηλού επιπολασμού, η εμφάνιση και επακόλουθη κυριαρχία του VUI-202012/01 σε μια περίοδο σχετικά υψηλού επιπολασμού υποδηλώνει πως το στέλεχος VUI-202012/01 έχει επιλεκτικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλες παραλλαγές.
Επίσης, επί του παρόντος δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με τον μηχανισμό της αυξημένης μεταδοτικότητας, την ηλικιακή κατανομή των περιπτώσεων και την σοβαρότητα των ασθενειών.
Η επιτροπή NERVTAG με τα υπάρχοντα δεδομένα θεωρεί -με επιφύλαξη- πως το στέλεχος VUI-202012/01 προκαλεί αύξηση της μεταδοτικότητας σε σύγκριση με άλλες παραλλαγές. Οι μελέτες συνεχίζονται βέβαια και το στέλεχος είναι υπό παρακολούθηση.
Αισίως θα υπάρξουν νεότερα την επόμενη εβδομάδα αναφορικά με νέα συγκριτικά δεδομένα για τη σχετική θνησιμότητα, την ηλικιακή κατανομή των λοιμώξεων, όπως και εργαστηριακά δεδομένα αναφορικά με την ικανότητα εξουδετέρωσης του στελέχους με αναρρωτικό πλάσμα».