Πριν από είκοσι πέντε χρόνια, η πρώτη φάση της προϊοντικής εκστρατείας της Mercedes-Benz βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Μετά το roadster SLK που παρουσιάστηκε τον Απρίλιο του 1996, η Mercedes-Benz CLK έκανε το ντεμπούτο της τον Ιανουάριο του 1997. Αυτό το δεύτερο νέο μοντέλο της δυναμικής τότε επέκτασης του χαρτοφυλακίου, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο κοινό στη Διεθνή Έκθεση Αυτοκινήτου Βόρειας Αμερικής (NAIAS) στο Ντιτρόιτ. Και η παγκόσμια πρεμιέρα του μοντέλου κατέστησε σαφές ότι άνεμοι της αλλαγής έπνεαν στη γερμανική μάρκα.

Στο Ντιτρόιτ, η CLK έδειξε την πρόθεση της Mercedes-Benz να εισβάλλει σε νέες κατηγορίες. Στόχος της μάρκας ήταν να απευθυνθεί σε καινούριους και νεότερης ηλικίας πελάτες. Τα επόμενα προϊόντα αυτής της στρατηγικής είχαν ήδη δρομολογηθεί: η A-Class και η M-Class έκαναν επίσης το ντεμπούτο τους το 1997, ακολουθούμενες από την CLK Cabriolet το 1998. Επιπλέον, όλες οι υπάρχουσες σειρές διατηρήθηκαν ανανεωμένες.

Και αυτή ήταν μόνο η αρχή, αφού ακολούθησε άλλη μια μεγάλη σειρά παρουσιάσεων στις αρχές της δεκαετίας του 2000, με έμφαση στη «γοητεία» και το «συναίσθημα». Δύο αυτοκίνητα αυτής της δεύτερης φάσης είναι η SLR McLaren (2003) και η CLS (2004).

Η ιστορία της CLK επίσημα άρχισε τον Μάρτιο του 1993, με ένα concept car που τράβηξε την προσοχή στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης. Ήταν ένα κομψό τετραθέσιο coupe και μια νέα εικόνα για τη μάρκα, που χαρακτηριζόταν από τέσσερα «μάτια»: μια λεπτή μάσκα και τέσσερις μεμονωμένους ελλειπτικούς προβολείς, δύο μεγάλους εξωτερικά και δύο μικρότερους εσωτερικά. Στόχος του concept car ήταν η εξοικείωση του κοινού με το νέο σχεδιασμό , σύμφωνα με τον Peter Pfeiffer, ο οποίος εκείνη την εποχή έπαιξε βασικό ρόλο στο σχεδιασμό του πρωτότυπου αυτοκινήτου μαζί με τον επικεφαλής σχεδιαστή Bruno Sacco. «Ήταν το πρώτο εκθεσιακό αυτοκίνητο της εταιρείας», λέει ο Pfeiffer, εξηγώντας τη σημασία του μοντέλου. Έκτοτε, η εταιρία χρησιμοποιεί συστηματικά τα concept cars για να εισάγει νέα σχέδια.



Σχεδόν τέσσερα χρόνια αργότερα στο Ντιτρόιτ παρουσιάστηκε η CLK, η οποία έμοιαζε εκπληκτικά στο concept car με τα τέσσερα μάτια που είχαμε δει στη Γενεύη. «Δεν προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ένα τρελό εκθεσιακό αυτοκίνητο που θα προκαλέσει βραχυπρόθεσμη έκπληξη και μετά από μερικές εκθέσεις θα εξαφανιστεί», είπε ο Bruno Sacco.

Τεχνικά, η CLK βασίστηκε στην C-Class, με την οποία μοιράζεται το πάτωμα, αλλά η τελείως διαφορετική σιλουέτα του αμαξώματος υπογραμμίζει την ανεξαρτησία των δύο σειρών. Υπήρχε επιλογή διαφορετικών γραμμών σχεδιασμού και εξοπλισμού, αρχίζοντας από τα «Sport» και «Elegance». Ο κοινός παρονομαστής ήταν ένας πλούσιος στάνταρ εξοπλισμός, με traction control (TCS), ένδειξη εξωτερικής θερμοκρασίας, δερμάτινο τιμόνι, θερμομονωτικά τζάμια και την ασύμμετρα αναδιπλούμενη πλάτη του πίσω καθίσματος. Η γκάμα των κινητήρων ήταν μεγάλη, αρχίζοντας από τη CLK 200 με τετρακύλινδρο κινητήρα 136 ίππων και ανεβαίνοντας σε εξακύλινδρα μοντέλα μέχρι τη CLK 430 με 279 ίππους, ενώ στην κορυφή δέσποζε η CLK 55 AMG με οκτακύλινδρο κινητήρα 347 ίππων.



Η σειρά πούλησε συνολικά 233.367 μονάδες μέσα σε πέντε χρόνια, έως τον Μάιο του 2002. Ο αριθμός αυτός ήταν κατά 65% μεγαλύτερος από τις πωλήσεις της δημοφιλούς σειράς 124 σε διάστημα εννέα ετών. Πρωταθλητής μεταξύ των CLK ήταν η 320, από την οποία κατασκευάστηκαν συνολικά 68.778 μονάδες.

Η πρώτη CLK συνέβαλε σημαντικά στην επιτυχία της προϊοντικής καμπάνιας της Mercedes-Benz. Η διοίκηση είχε ήδη αρχίσει να σκέφτεται την ενδυνάμωση της μάρκας από τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Ένας εντυπωσιακός προάγγελος της καμπάνιας ήταν η Mercedes-Benz 500 E (W 124), η οποία ήρθε το 1990 και έβαλε τα θεμέλια για την αλλαγή της εικόνας της μάρκας.

Όμως και το αγωνιστικό κομμάτι συμμετείχε σε αυτή τη διαδρομή: «Η επιθυμία της μάρκας να δυναμώσει και δημιουργήσει την AMG ως ξεχωριστή μάρκα στέφθηκε με επιτυχία, όπως μπορείτε να δείτε σήμερα», είπε ο Norbert Haug, επικεφαλής του αγωνιστικού τμήματος από το 1990 έως το 2013. «Μια από τις αρχές μας ήταν να μην αγωνιζόμαστε σε θεσμούς που μπορεί να περνούσε απαρατήρητη μια ήττα μας, γιατί το ίδιο απαρατήρητη θα περνούσε και μια νίκη μας. Σύντομα έγινε σαφές ότι η Mercedes-Benz τολμούσε να δοκιμάσει τις δυνατότητές της». Για την εταιρεία, αυτό μετατράπηκε σε μια επιτυχημένη ιστορία. «Η εικόνα μας σε σχέση με την αξιοπιστία, την ποιότητα και την ασφάλεια ήταν πολύ καλή. Προστέθηκε όμως ο σπορ χαρακτήρας, που οδήγησε σε εξαιρετικά θετικές αντιδράσεις και αύξηση των πωλήσεων». Το υπολογισμένο ρίσκο ολόκληρης της καμπάνιας, τελικά απέδωσε για την εταιρεία.