Στο GP Μ. Βρετανίας, ο Carlos Sainz δεν ακολούθησε τις εκκλήσεις του pit wall της Ferrari κατά την επανεκκίνηση και επιβραβεύθηκε με τη νίκη, τη στιγμή που ο Charles Leclerc έχει δει δύο νίκες να φεύγουν μέσα από τα χέρια του.

Σαν μια επανάληψη του Μονακό -και ίσως επηρεασμένη από αυτό- η Ferrari έχασε το «1-2» μέσα από τα χέρια της στο GP Μ. Βρετανίας και πάλι με λάθος επιλογή όσον αφορά τη στρατηγική, στην κρίσιμη στιγμή. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις ο Charles Leclerc ακολούθησε τις εντολές της ομάδας, όπως είναι και το πιο φυσιολογικό, καθώς το pit wall έχει πολύ καλύτερη ενημέρωση και εικόνα του αγώνα. Ωστόσο, και τις δύο φορές ο Μονεγάσκος είδε τις νίκες να φεύγουν μέσα από τα χέρια του. Αντιθέτως, ο Carlos Sainz σε αμφότερες τις περιπτώσεις, υπερασπίστηκε πιο σθεναρά το προσωπικό του συμφέρον, υπέδειξε ορισμένες επιλογές και βγήκε κερδισμένος και στις δύο περιπτώσεις.

Αυτό δε σημαίνει ότι ο Leclerc υστερεί σε αυτό τον τομέα, καθώς και ο Μονεγάσκος πίεσε πολύ στις συνομιλίες του στον ασύρματο κατά τη διάρκεια του αγώνα στο Silverstone. Στην ουσία, το pit wall της Ferrari είναι αυτό που υστερεί σε ετοιμότητα και ευστοχία αποφάσεων στις κρίσιμες στιγμές. Τα παραδείγματα του παρελθόντος είναι αναρίθμητα και θα απαιτούσαν ένα κείμενο χιλιάδων λέξεων απλά και μόνο για να τα περιγράψει κάποιος.

Φέτος, στο Μονακό και το Silverstone, η Ferrari κόστισε νίκες στον Leclerc. Αλλά και ο ίδιος ο Μονεγάσκος βρίσκεται στη θέση που είναι και έχει τη δυνατότητα να διεκδικεί νίκες ακριβώς λόγω της Ferrari, η οποία έχει χρηματοδοτήσει την άνοδό του από τις μικρότερες κατηγορίες έως την Scuderia. Στην ουσία, ο Μονεγάσκος δεν έχει βιώσει άλλη κατάσταση πέραν του να βρίσκεται υπό την «ομπρέλα» του Maranello.

Ίσως ο Sainz, έχοντας περάσει από τρία διαφορετικά περιβάλλοντα (Toro Rosso, Renault, McLaren) πριν από την άφιξή του στο Maranello, να έχει περισσότερη εμπειρία στο πως να διαχειρίζεται τις εντολές της ομάδας όταν πηγαίνουν εναντίον του. Ενδεχομένως αυτό το μάθημα να το πήρε στην πρώτη του κιόλας σεζόν στη Formula 1, όταν ήταν team-mate του Max Verstappen στην Toro Rosso. Ίσως η μνήμη από το GP Σιγκαπούρης του 2015, όπου ο Ολλανδός είχε αψηφήσει τις εντολές της ομάδας να παραχωρήσει τη θέση του στον Sainz να έμεινε στη μνήμη του. Ενδεχομένως ο Ισπανός έχει αποφασίσει έκτοτε να είναι πιο μαχητικός στις διεκδικήσεις του στον ασύρματο.

Στο Μονακό, ο Sainz είχε τη διαύγεια να επιλέξει τη στρατηγική του. Ίσως η πρωτοβουλία του να επέφερε επιπλέον μπέρδεμα στις στρατηγικές επιλογές της Ferrari και να συνέβαλε στην απώλεια της νίκης. Αλλά αυτό δε θα έπρεπε να συμβαίνει. Στο πριγκιπάτο, η Ferrari δεν είχε υπολογίσει το έδαφος που θα κέρδιζε ο Leclerc επί του Sainz με διαφορετικά ελαστικά (ενδιάμεσα έναντι βροχής, αντίστοιχα) πριν από το pit stop, με αποτέλεσμα ο Μονεγάσκος να περιμένει πίσω από τον team-mate του στα pits μερικά κρίσιμα δευτερόλεπτα, που του κόστισαν και την 3η θέση από τον Verstappen.

Ίσως η μνήμη του περιστατικού αυτού έκανε τη Ferrari να διστάσει να φέρει αμφότερα τα μονοθέσιά της μαζί στα pits, στο Silverstone, παρότι προλάβαινε να το κάνει, καθώς η διαφορά μεταξύ τους είχε ανέβει από τα 4,7 στα 9 δλ. όταν έκοψαν το ρυθμό τους λόγω του αυτοκινήτου ασφαλείας. Επίσης, η Ferrari φοβήθηκε να παραδώσει την πρωτοπορία στην πίστα. Αν η Mercedes επέλεγε να μην εισέλθει στα pits, o Lewis Hamilton θα βρισκόταν επικεφαλής. Γιατί όμως δεν είχε την αυτοπεποίθηση η Ferrari ότι ο Leclerc, με φρέσκα μαλακά ελαστικά, θα είχε τη δυνατότητα να προσπεράσει τον Hamilton; Διότι ο Βρετανός είχε κάνει μόνο 6 γύρους με το δικό του σετ σκληρής γόμας, συνεπώς, δεν το είχε καταπονήσει πολύ και η Mercedes είχε αποδείξει ήδη ότι είχε ανταγωνιστικό ρυθμό.

Η Ferrari είχε οδηγηθεί σε αυτή την κατάσταση διότι είχε δώσει νωρίτερα την ευκαιρία στον Hamilton να πλησιάσει σε απόσταση βολής. Η Scuderia δεν είχε απελευθερώσει -αρχικά- τον εμφανώς ταχύτερο Leclerc, όταν αυτός ακολουθούσε τον Sainz. Φαίνεται ότι δεν είχε τη διάθεση να «κόψει τα φτερά» του Ισπανού για να ευνοήσει τον Leclerc και πήρε την πιο αναίμακτη απόφαση, να τον απομακρύνει από την εικόνα καλώντας τον στα pits νωρίτερα.

Από την πλευρά του ο Leclerc άσκησε όση πίεση μπορούσε μέσω του ασύρματου. Η συμβιβαστική λύση της Ferrari, το μόνο που κατάφερε ήταν να φέρει τον Hamilton πιο κοντά μετά το pit stop του και με μεγάλο πλεονέκτημα όσον αφορά την ηλικία των ελαστικών του: 13 γύρων επί του Sainz, 8 επί του Leclerc.

Γιατί η Ferrari πίστευε όμως ότι ο Leclerc θα μπορούσε να υπερασπιστεί τη θέση του εναντίον μονοθεσίων με καινούργιο σετ μαλακής γόμας; Διότι προέβλεπε ότι αυτή θα παρουσιάσει υψηλότερη καταπόνηση από αυτήν που όντως επέδειξε. Ο Sainz όμως γνώριζε άμεσα ότι θα έχει τη δυνατότητα να… «καταπιεί» τον Leclerc χωρίς δυσκολία. Δικαίως ο Ισπανός πρόβαλε σθεναρή αντίσταση και στα μηνύματα του ιταλικού pit wall στον ασύρματο, που του έλεγαν να αφήσει απόσταση 10 μονοθεσίων από τον Leclerc πριν την επανεκκίνηση, για να του δώσει την ευκαιρία να θερμάνει τα ελαστικά του.

Ο Sainz -πολύ σωστά- αρνήθηκε να παίξει το παιχνίδι της Scuderia, για να μην διακινδυνεύσει τη θέση του από τον Hamilton, καθώς θεωρούσε το slipstream του Leclerc κρίσιμο για να αμυνθεί. Για μία ακόμη φορά, πήρε την κατάσταση στα χέρια του και αυτή τη φορά, η ανταμοιβή ήταν η πρώτη του νίκη. Αν δεν είχε κάνει αυτή την επιλογή, η Ferrari ενδεχομένως να μην πανηγύριζε ούτε τη δική του νίκη, αν και ο Hamilton δυσκολεύτηκε να φέρει τη μαλακή γόμα στην κατάλληλη θερμοκρασία. Αλλά ο Sergio Perez δεν βρισκόταν πολύ μακριά πίσω του. Αυτή η απεγνωσμένη έκκληση της Ferrari προς τον Sainz πριν την επανεκκίνηση, έδειχνε ότι το pit wall είχε ήδη αντιληφθεί -όπως και όλοι όσοι παρακολουθούσαν- ότι ο Leclerc δεν είχε πιθανότητες να υπερασπιστεί την πρωτοπορία του.

Θα έπρεπε η Ferrari να έχει ήδη δώσει προτεραιότητα στον Leclerc νωρίτερα στον αγώνα; Όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα αυτό λίγη σημασία είχε αυτό εντέλει. Εξαρτάται από την διαχείριση που θέλει να κάνει μια ομάδα στο εσωτερικό της. Η πιο αποτελεσματική τακτική για τη διεκδίκηση του τίτλου είναι -όσο και αν δεν αρέσει- να δίνει σαφή προτεραιότητα στον ένα εκ των δύο οδηγών της, για τον οποίο πιστεύει ότι έχει περισσότερες πιθανότητες να διεκδικήσει τον τίτλο. Η Ferrari ήταν η πρώτη που το δίδαξε αυτό επί εποχής Michael Schumacher. Η Red Bull δεν έχει… ντραπεί να το κάνει φέτος -ούτε η Mercedes στο παρελθόν- και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα το ξανακάνει, αν χρειαστεί.

Για αυτές τις ομάδες, ο στόχος είναι σαφής, όπως και η προσέγγιση. Στη φετινή περίπτωση της Ferrari, όπως έχει αναφέρει ο Mattia Binotto, δεν είναι ο τίτλος ο στόχος της. Αλλά από τη Scuderia, οι προσδοκίες πάντα αυτές θα είναι. Ο Ιταλός έκανε αυτή τη δήλωση για να αφαιρέσει πίεση από τις πλάτες των ανθρώπων της ιταλικής ομάδας. Αλλά επιπλέον, γίνεται προφανές ότι η Ferrari δεν είναι έτοιμη ακόμα να διεκδικήσει τίτλο. Ακόμα και αν έχει ένα ανταγωνιστικό μονοθέσιο, δεν είναι σε θέση να το διαχειριστεί σωστά στην πίστα.

Πρόκειται για ένα πρόβλημα το οποίο υφίσταται τουλάχιστον από το 2015. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ισπανός επικεφαλής στρατηγικής της Ferrari, Inaki Rueda, προσχώρησε στην ιταλική ομάδα το 2014. Όχι ότι τα πράγματα ήταν καλύτερα πριν, δεδομένου του τρόπου με τον οποίο η Ferrari διαχειρίστηκε λάθος τη στρατηγική στο GP Άμπου Ντάμπι του 2010, στερώντας τη δυνατότητα στον Fernando Alonso να παλέψει για τον τίτλο. Στην παρούσα φάση όμως, πέραν της αξιοπιστίας, η αδυναμία στις στρατηγικές επιλογές θα πρέπει να επιλυθεί αν η Ferrari έχει σοβαρές βλέψεις για μελλοντικούς τίτλους.

 

Mattia BinottoInaki Rueda

Διότι αν δεν μπορείς να εξασφαλίσεις το «1-2» σε έναν αγώνα που οι βασικοί σου αντίπαλοι έχουν ουσιαστικά τεθεί εκτός μάχης, δεν μπορείς να τους ανταγωνιστείς στα ίσα. Ιδίως μία ομάδα σαν τη Red Bull, που έχει επιδείξει πόσο ικανή είναι σε αυτό τον τομέα. Δεν είναι -μόνο- τυχαίο ότι ο οδηγός της Red Bull που είχε πέσει τελευταίος στον 5ο γύρο, ανέβηκε στο δεύτερο σκαλί του βάθρου.

Εχθές, ο Leclerc δήλωσε στον ιταλικό Τύπο: «ποιος είμαι εγώ για να ζητώ διευκρινήσεις από τη Ferrari». Στον αγγλικό Τύπο ανέφερε: «Δεν θέλω να το σχολιάσω τώρα, θέλω να το συζητήσω και να έχω πλήρη εικόνα με την ομάδα για το ποιος ήταν ο λόγος» που δεν εισήλθε στα pits. «Προφανώς, προσωπικά αισθάνθηκα ότι ήμουν πολύ δυνατός στο πρώτο μέρος του αγώνα και ότι έχασα λίγο χρόνο, αν αυτό θα άλλαζε το τελικό αποτέλεσμα, δεν νομίζω ότι θα άλλαζε, απλά για το μέλλον πρέπει να ελέγξουμε τα πάντα» κατέληξε ο Μονεγάσκος.

Από την πλευρά του ο Leclerc, με τον τρόπο που υπερασπίστηκε τη θέση του στους τελευταίους γύρους απέδειξε για μία ακόμη φορά ότι έχει τα φόντα να γίνει Πρωταθλητής, παρότι δεν είναι ακόμα τέλειος. Αν δεν είχε κάνει το τετ-α-κέ στις κατατακτήριες δοκιμές του Σαββάτου και είχε εκκινήσει εμπρός από τον Sainz, ίσως ολόκληρη η εικόνα του αγώνα του να ήταν εντελώς διαφορετική. Aν και αμφότερες οι εκκινήσεις του δεν ήταν καλές. Κατάφερε να αναπληρώσει την απώλεια με την επιθετικότητά του στο απαιτητικό προσπέρασμα επί του Perez στον 1ο γύρο, αλλά κατέληξε παράλληλα να τραυματίζει το μονοθέσιό του στην κίνηση αυτή.