Έξι επιπλέον έτη θα έχουν στη διάθεσή τους οι αυτοκινητοβιομηχανίες αλλά και οι μικροί κατασκευαστές που δραστηριοποιούνται στην κατηγορία των niche αυτοκινήτων προκειμένου να συμμορφωθούν με το ευρωπαϊκό σχέδιο του 2035 το οποίο προβλέπει την απαγόρευση διάθεσης αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης μετά από τη συγκεκριμένη ημερομηνία.

Με δεδομένη την ιδιαιτερότητα κατασκευαστών όπως οι Ferrari, McLaren και Aston Martin, Pagani κ.α., ο παραπάνω σχεδιασμός θα σήμαινε ότι θα έπρεπε να συμμορφωθούν με εξαιρετικά αυστηρές προδιαγραφές εκπομπών ρύπων ήδη από το 2029 κάτι που πρακτικά θα σήμαινε ότι θα έπρεπε ήδη να ξεκινήσουν να εξελίσσουν μια νέα σειρά μοντέλων, ξεχνώντας “ό,τι ήξεραν μέχρι σήμερα”.

Σύμφωνα με την νέα εξέλιξη, πλέον οι κατασκευαστές και οι μάρκες που πωλούν κάτω από 10.000 αυτοκίνητα ετησίως ή 22.000 vans ετησίως θα έχουν στη διάθεσή τους έξι επιπλέον χρόνια κατά τα οποία θα υπόκεινται σε διαφορετικές προδιαγραφές εκπομπών ρύπων σε σχέση με τους mainstream κατασκευαστές και οι οποίες θα προκύπτουν κατόπιν διαπραγμάτευσης.

Η παραχώρηση που είναι γνωστή ως «τροπολογία Ferrari», έγινε κατόπιν ιδιαίτερων πιέσεων της ιταλικής πλευράς και με φόντο την επικύρωση από τους υπουργούς περιβάλλοντος των κρατών-μελών, της απόφασης που είχε παρθεί στις 29 Ιουνίου από το Ευρωκοινοβούλιο για την απαγόρευση διάθεσης αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης έως το 2035 με στόχο την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Να σημειωθεί ότι η Ιταλία η οποία αποτελεί την φυσική έδρα κατασκευαστών όπως η Ferrari, η Lamborghini και η Pagani είχε πιέσει για την συνολική αναβολή του παραπάνω σχεδιασμού.

Ωστόσο πλέον η εξαίρεση θα αφορά μόνο τους niche κατασκευαστές και όπως σημείωσε η Agnes Pannier-Runacher, υπουργός περιβάλλοντος της Γαλλίας «θα ισχύσει έως το τέλος του 2035».

Το διαφορετικό καθεστώς δεν υποστηρίχθηκε αποκλειστικά από την Ιταλία αλλά και την συμμαχία ευρωπαίων κατασκευαστών αυτοκινήτων περιορισμένης παραγωγής (ESCA) μέλη της οποίας αποτελούν οι McLaren, Bugatti, Pagani, Koenigsegg, Ineos Automotive και Rimac. H συμμαχία υπεραμύνθηκε των συμφερόντων των niche κατασκευαστών υποστηρίζοντας ότι το ειδικό καθεστώς είναι απαραίτητο με δεδομένο αφενός ότι ο κύκλος ζωής των supercars είναι μεγαλύτερος, ότι οι μικροί αριθμοί παραγωγής τους σημαίνουν αυτομάτως και μικρότερο αντίκτυπο στο περιβάλλον αλλά και ότι οι κατασκευαστές με μικρή παραγωγή έχουν περιορισμένες δυνατότητες σε σχέση με όσα απαιτούνται για την πλήρη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση.

Την ίδια άποψη πάντως συμμερίζονται και οι αναλυτές, καθώς κατά κοινή ομολογία η “βίαιη” απόπειρα εξηλεκτρισμού ενός supercar σημαίνει αυτομάτως και την απότομη άνοδο των ρύπων που σχετίζονται με την παραγωγή τους. Αναλυτικότερα όπως σημειώνει ο Philippe Houchois, αναλυτής στον κλάδο του αυτοκινήτου για τον επενδυτικό όμιλο Jefferies : «η τοποθέτηση μιας μεγάλης μπαταρίας σε ένα supercar θα έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στο περιβάλλον λόγω της διαδικασίας κατασκευής. Επίσης με δεδομένο και ότι το συγκεκριμένο είδος αυτοκινήτων δεν διανύει πολλά χιλιόμετρα θα ήταν δύσκολο να αντισταθμιστεί αυτός ο αντίκτυπος».

Σε κάθε περίπτωση, τόσο η Lamborghini όσο και η Ferrari έχουν ήδη κάνει τα πρώτα βήματα προς τον εξηλεκτρισμό έχοντας στην γκάμα τους ή έχοντας ανακοινώσει υβριδικές όσο και ηλεκτροκίνητες εκδόσεις. Με την υβριδική τεχνολογία έχουν πειραματιστεί επίσης και η McLaren όσο και η Aston Martin.

Επίσης μένει να αποδειχθεί κατά πόσο αυτή η ενδιάμεση παράταση που δόθηκε θα σημάνει στο όχι και τόσο κοντινό μέλλον του 2035 μια ειδική μεταχείριση και μια ελαστικότητα για τους κατασκευαστές που αποτελούν την κορωνίδα της ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας αυτοκίνησης και πέρα από την ημερομηνία ορόσημο που έχει τεθεί από την Ε.Ε.

Aυτο που επίσης θα άξιζε να σημειωθεί είναι ότι οι πωλήσεις της Ferrari το “προβληματικό” έτος του 2021 (βλ, κορωνοϊός και έλλειψη σε ημιαγωγούς) κατέγραψαν νέο ρεκόρ αθροίζοντας στις 11.155 μονάδες.

Aυτές της Lamborghini, πάλι, ανήλθαν σε 8.405 μονάδες και παρόλο που δεν υπάρχουν πολλοί niche κατασκευαστές που να παράγουν αντίστοιχο αριθμό αυτοκινήτων, επί της ουσίας μάλλον θα είναι ακατόρθωτο οι δύο παραπάνω αυτοκινητοβιομηχανίες και από τα βαριά χαρτιά της supercar αυτοκίνησης, να διατηρήσουν το συγκεκριμένο αριθμό πωλήσεων για πολύ χρόνο με δεδομένο ότι, κατά δήλωσή τους αλλά και κατά την κοινή λογική, προσβλέπουν στην ανάπτυξη και στην αύξηση των πωλήσεων τους χωρίς βεβαίως να απωλέσουν το exclusivity που εκπέμπουν. Μένει λοιπόν να αποδειχθεί αν το πλαφόν των 10.000 αυτοκινήτων θα καταστήσει μοιραία τις Ferrari και τις Lamborghini ακόμα σπανιότερες και φυσικά κατά πολύ ακριβότερες με φόντο και την εξέλιξη νέων τεχνολογιών αλλά και την προσπάθεια των στελεχών τους να λύσουν τη συγκεκριμένη εξίσωση.