Η Ευρωπαϊκή Κομισιόν απειλεί πως θα θεσπίσει επιπρόσθετους δασμούς σε όλες τις εισαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων από την Κίνα στην Ευρώπη, οι οποίοι θα φτάνουν έως και το 48% της αξίας του οχήματος μετά τις υπάρχουσες επιβαρύνσεις.

Οι απειλές αυτές βασίζονται πάνω σε έρευνες οι οποίες κάνουν λόγο για «άδικες επιδοτήσεις» από πλευράς της Κίνας.

Οι έρευνες ξεκίνησαν από τον Οκτώβριο του 2023 και, εννιά μήνες αργότερα, κατέληξαν πως αυτές οι επιδοτήσεις είναι «απειλή για την οικονομική βιωσιμότητα των παραγωγών ηλεκτρικών οχημάτων της ΕΕ». Μάλιστα, η Ευρώπη δήλωσε πως εάν οι διαπραγματεύσεις με την Κίνα δεν προσφέρουν λύσεις, από 4 Ιουλίου θα ισχύει επιπρόσθετος δασμός σε όλα τα ηλεκτρικά οχήματα που κατασκευάζονται εκεί, πάνω στην ήδη υπάρχουσα επιβάρυνση του 10%.

Ο δασμός αυτός θα υπολογίζεται με βάση την επιδότηση που λαμβάνει κάθε επιχείρηση από την Κινεζική κυβέρνηση. Η Geely για παράδειγμα, η ιδιοκτήτρια εταιρεία της smart, της Lotus και της Volvo θα έχει επιπρόσθετο κόστος εισαγωγής 20% (συνολικά 30% με την υπάρχουσα επιβάρυνση), ενώ η BYD θα έχει δασμό 17,1% (συνολικά 27,1%).

Αυτή που θα πληγεί περισσότερο όμως είναι η SAIC, η εταιρεία που εξάγει την Inmotors, την Maxus και, κυρίως, την MG. Το ποσοστό σε αυτή την περίπτωση υπολογίζεται στο 38,1% και εάν υπολογίσουμε μάλιστα και την προϋπάρχουσα επιβάρυνση, ο συνολικός δασμός σκαρφαλώνει στο 48,1%.

Βέβαια, επιπτώσεις από την επιβολή δασμών σε εισαγωγές κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων από την Ευρώπη μπορεί να υπάρξουν και εις βάρος των γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών που παράγουν εκεί, παρατηρεί το Ινστιτούτο του Κιέλου. Συν τοις άλλοις, η φορολόγηση των κινεζικών EV θα λειτουργήσει εις βάρος των καταναλωτών, διότι θα αυξηθούν οι τιμές των EV στην Ευρώπη, καθώς η παραγωγή είναι πιο ακριβή, στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς λόγω του υψηλότερου κόστους των πρώτων υλών και του εργασιακού κόστους.