Πώς η Red Bull καταστρέφει την πορεία των οδηγών της στην Formula 1
Η Red Bull βρίσκεται σε ένα ακόμα σταυροδρόμι σχετικά με το ποιοι θα είναι οι οδηγοί της για την επόμενη σεζόν.
Ο Sergio Perez πιθανότατα θα κοστίσει στην ομάδα την δεύτερη – ενδεχομένως και την τρίτη – θέση στο πρωτάθλημα των κατασκευαστών, ενώ στην θυγατρική Racing Bulls, ο Liam Lawson θα αντικαταστήσει τον Daniel Ricciardo για τους τελευταίους έξι αγώνες της σεζόν, με τον Yuki Tsunoda να συνδέεται με την ομάδα λόγω της συμφωνίας της Red Bull με τη Honda ώστε να αγωνίζεται έως το 2025.
Αν αναλογιστούμε πως, κάποτε, η Red Bull, σε συνδυασμό με την τότε Toro Rosso, μπορούσαν διαρκώς να διοχετεύουν τους οδηγούς της ακαδημίας τους στην Formula 1, εύλογα αναρωτιέται κανείς: τι συμβαίνει τον τελευταίο καιρό με τις δύο ομάδες;
Προκειμένου να κατανοήσουμε τον τρόπο λειτουργίας τους, πρέπει να θυμόμαστε πως η νοοτροπία των ομάδων δίνει περισσότερο προτεραιότητα στην ποσότητα των οδηγών που βγάζει, παρά στην ποιότητά τους. Το θετικό σε αυτή την συνθήκη είναι πως στο παρελθόν έχει προσφέρει σε πολλούς οδηγούς την ευκαιρία να δοκιμαστούν στην Formula 1, θέτοντάς τους σε ένα ξεκάθαρο «μονοπάτι»: αν τα πάνε καλά στην μικρότερη ομάδα, τότε ο προορισμός είναι η Red Bull.
Ωστόσο, το τίμημα αυτής της προσέγγισης είναι η υψηλή πίεση που ασκείται στους οδηγούς, καθώς θα πρέπει να αποδώσουν τα μέγιστα άμεσα, γιατί, εάν δεν το κάνουν, κινδυνεύουν να αντικατασταθούν πολύ σύντομα.
Αυτός ο τρόπος λειτουργίας είναι ο λόγος που παραδοσιακά στην Toro Rosso βλέπαμε συχνά πολλούς και διαφορετικούς οδηγούς να περνάνε και να δοκιμάζονται, ενώ δεν παρέμεναν στην ομάδα για παραπάνω από 1-2 χρόνια.
Παρά την όποια κριτική έχει δεχθεί αυτή η μέθοδος λειτουργίας μέσα στις δύο δεκαετίες που υφίσταται σαν οργανισμός η Red Bull, φαίνεται πως λειτούργησε με επιτυχία, ιδιαίτερα την περίοδο που η δεύτερη ομάδα ονομαζόταν Toro Rosso.
Το 2009, όταν ο Sebastian Vettel ανέβηκε στην Red Bull, η Toro Rosso δοκίμασε μια εντελώς νέα ομάδα με τους Jaime Alguersuari και Sebastien Buemi. Το 2012, άλλαξαν πάλι την ομάδα, ενσωματώνοντας πλέον τους Jean-Eric Vergne και Daniel Ricciardo και, όταν ο τελευταίος προχώρησε στην Red Bull, δύο χρόνια αργότερα, την θέση του στην Toro Rosso πήρε ο Daniil Kvyat. To 2015, όταν ο Kvyat ανέβηκε στην Red Bull, η Toro Rosso ανέδειξε τους Carlos Sainz και Max Verstappen, με τον τελευταίο έναν χρόνο μετά να παίρνει την θέση του Kvyat στην Red Bull.
Επομένως, η Red Bull είχε πάντα μια σταθερή ροή οδηγών προς τη μεγάλη ομάδα της, ενώ, περιστασιακά, υπήρχαν και οδηγοί σούπερσταρ οι οποίοι θα μπορούσαν να προσφέρουν το ταλέντο τους στις υπηρεσίες της ομάδας.
Το πρόβλημα όμως αρχίζει στα τελειώματα της Toro Rosso ως ομάδας και με αφορμή την αποχώρηση του Ricciardo από την Red Bull. Το κενό του στην ομάδα δεν καλύφθηκε ποτέ, καθώς, παρά τις – φιλότιμες – προσπάθειες των Gasly και Albon που βρέθηκαν πίσω από το τιμόνι το 2019 και το 2020, δεν κατάφεραν να βρουν έναν ικανό δεύτερο οδηγό να υποστηρίξει τον Verstappen, έναν οδηγό που, παρότι εκείνη την περίοδο δεν είχε ακόμα κάποιον τίτλο στο όνομά του, κανείς δεν αμφέβαλλε ότι, με το κατάλληλο μονοθέσιο, θα μπορούσε να τον διεκδικήσει.
Την συνθήκη αυτή δε βοήθησε και το γεγονός ότι ο Gasly είχε την ευκαιρία στην Red Bull, αλλά δεν έγινε ποτέ ευπρόσδεκτος στην ομάδα, σε αντίθεση με τον Albon. Ο Ταϊλανδός όμως δεν ήταν ακόμα έτοιμος για την Red Bull, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει αγωνιστικά το 2020.
Έτσι, το 2021 η Red Bull, έχοντας καταρρακώσει ψυχολογικά τόσο τον Gasly όσο και τον Albon, προχώρησε σε μια εντελώς διαφορετική κίνηση, τοποθετώντας έναν ήδη αρκετά έμπειρο οδηγό στο δεύτερό της μονοθέσιο. Μετά τον Μark Webber, ο Sergio Perez είναι μόλις ο δεύτερος οδηγός ο οποίος, χωρίς να σχετίζεται με την μικρότερη ομάδα, βρέθηκε να οδηγεί για την Red Bull.
Η κίνηση αυτή έγινε με σκοπό να προσφέρει μια σταθερότητα στην Red Bull, μετά από τέσσερις διαφορετικές αλλαγές οδηγών σε διάστημα τεσσάρων ετών και, κατά τη γνώμη μας, αυτός είναι και ο λόγος που ο Μεξικανός παραμένει στην ομάδα, ακόμα και μετά από αρκετές απογοητευτικές προσπάθειες.
Tα τελευταία χρόνια, η δεύτερη ομάδα της Red Bull στην Formula 1 διανύει μια κρίση ταυτότητας. Αυτό φαίνεται αφενός από την συχνότατη αλλαγή ονομάτων – από Toro Rosso σε Alpha Tauri σε RB – κυρίως γιατί προσπαθούν να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο κεφάλαιο από τις χορηγίες.
Φαίνεται όμως και από το γεγονός ότι είναι αρκετά αναποφάσιστη ως προς την κατεύθυνση που θέλει να ακολουθήσει. Θα είναι μια δεύτερη, ανεξάρτητη ομάδα; Θα προσφέρει ευκαιρίες σε νεότερους οδηγούς της ακαδημίας της Red Bull; Θα λειτουργεί παράλληλα με την Red Bull, υποστηρίζοντάς την στρατηγικά;
Παρότι φέτος, μετά την μετονομασία σε Racing Bulls, υπήρξε η θέληση η ομάδα να λειτουργεί πιο ανεξάρτητα, σε δύσκολες στιγμές, η επιρροή της μητρικής εταιρείας είναι ξεκάθαρη. Στην Σιγκαπούρη ο Ricciardo κλήθηκε να πραγματοποιήσει αναγκαστικό pit stop, προκειμένου να κλέψει τον ταχύτερο γύρο από τον Norris, βοηθώντας έτσι τον Verstappen. Και αυτό γιατί η Red Bull ελέγχει τη διοίκηση της Racing Bulls, ασκώντας έτσι επιρροή και στους οδηγούς της.
Χαρακτηριστικό στοιχείο αυτού του εξωτερικού ελέγχου είναι το γεγονός ότι ο Gasly πέρασε 4 χρόνια στην ομάδα, ενώ ο Tsunoda θα κλείσει φέτος 4 συνολικά σεζόν.
Και όλα αυτά, όταν μόλις 5 χρόνια πριν, ελάχιστοι οδηγοί έμεναν για πάνω από μόλις 2 σεζόν.
Το μεγάλο πρόβλημα όμως είναι ότι, παρά τη μακροχρόνια διαμονή τους στην ομάδα, ούτε ο Gasly ούτε και ο Tsunoda ήταν ποτέ στο σκεπτικό της Red Bull για την δεύτερη θέση στο μονοθέσιό της. Ο Gasly έκανε την τότε Alpha Tauri ανταγωνιστική, ενώ ο Tsunoda εξελίχθηκε σε έναν ικανοποιητικό οδηγό που μπορεί να παλέψει για πόντους σε μια καλή ημέρα.
Ο Ricciardo επέστρεψε σε μια δύσκολη στιγμή για την ομάδα, μετά την αποτυχημένη δοκιμή του Nyck De Vries. Ωστόσο, όταν ο Lawson αναγκάστηκε να βρεθεί αυτός πίσω από το τιμόνι του μονοθεσίου, στο δεύτερο σκέλος της περσινής σεζόν, απέδειξε ότι η ομάδα θα έπρεπε να παραμέινει σε αυτό που έκανε τόσο καιρό καλά: στο να προωθεί τα νέα ταλέντα.
Το ρίσκο του Perez απέδωσε το 2021, το 2022 και – μετά βίας – το 2023, όταν η Red Bull είχε σταθερά ένα από τα καλύτερα μονοθέσια, αν όχι το καλύτερο. Όμως φέτος οι ισορροπίες έχουν αλλάξει και τα λάθη του Μεξικανού μπορούν να κοστίσουν σημαντικά στο πρωτάθλημα των κατασκευαστών.
Η Red Bull πρέπει να ξεκαθαρίσει ποιος θα είναι ο ρόλος της δεύτερης ομάδας της. Αν πρόκειται να γίνει πιο ανεξάρτητη και πιο ανταγωνιστική, θα πρέπει να έχει και την ελευθερία να διαλέξει τους οδηγούς της.
Aν όμως πρόκειται να χρησιμοποιεί οδηγούς αποκλειστικά από τις ακαδημίες της Red Bull, θα πρέπει να δώσουν ευκαιρίες σε περισσότερους νέους οδηγούς, όπως ακριβώς έκανε κάποτε η Toro Rosso. Σίγουρα θα υπάρχει το ρίσκο, οι νέοι οδηγοί να μην αποδώσουν όπως πρέπει. Όμως ο Liam Lawson, παρότι είχε να κερδίσει πρωτάθλημα σε μονοθέσιο από το 2017, όταν του δόθηκε η ευκαιρία, κατάφερε να μπει στην Formula 1 και να εκπλήξει θετικά με τις επιδόσεις του.
Καθώς η Red Bull γίνεται όλο και πιο επιτυχημένη και καθώς προσπαθεί να εμπορευματοποιήσει την δεύτερή της ομάδα, μετατρέπεται σε μια πιο συντηρητική ομάδα, εγκαταλείποντας τις αξίες που διατηρούσε επί δύο δεκαετίες. Σίγουρα τα παιχνίδια εξουσίας εντός της ομάδας και η μετακίνηση μεγάλων ονομάτων όπως του Adrian Newey σε άλλες ομάδες εμποδίζουν την ομάδα να λάβει λογικές και ξεκάθαρες αποφάσεις.
Μέχρι να αλλάξει επομένως αυτή η νοοτροπία, η Red Bull θα συνεχίσει να καταστρέφει τους οδηγούς της, βάζοντας παράλληλα τρικλοποδιές στην πορεία τους στην Formula
Ο Sergio Perez πιθανότατα θα κοστίσει στην ομάδα την δεύτερη – ενδεχομένως και την τρίτη – θέση στο πρωτάθλημα των κατασκευαστών, ενώ στην θυγατρική Racing Bulls, ο Liam Lawson θα αντικαταστήσει τον Daniel Ricciardo για τους τελευταίους έξι αγώνες της σεζόν, με τον Yuki Tsunoda να συνδέεται με την ομάδα λόγω της συμφωνίας της Red Bull με τη Honda ώστε να αγωνίζεται έως το 2025.
Αν αναλογιστούμε πως, κάποτε, η Red Bull, σε συνδυασμό με την τότε Toro Rosso, μπορούσαν διαρκώς να διοχετεύουν τους οδηγούς της ακαδημίας τους στην Formula 1, εύλογα αναρωτιέται κανείς: τι συμβαίνει τον τελευταίο καιρό με τις δύο ομάδες;
Προκειμένου να κατανοήσουμε τον τρόπο λειτουργίας τους, πρέπει να θυμόμαστε πως η νοοτροπία των ομάδων δίνει περισσότερο προτεραιότητα στην ποσότητα των οδηγών που βγάζει, παρά στην ποιότητά τους. Το θετικό σε αυτή την συνθήκη είναι πως στο παρελθόν έχει προσφέρει σε πολλούς οδηγούς την ευκαιρία να δοκιμαστούν στην Formula 1, θέτοντάς τους σε ένα ξεκάθαρο «μονοπάτι»: αν τα πάνε καλά στην μικρότερη ομάδα, τότε ο προορισμός είναι η Red Bull.
Ωστόσο, το τίμημα αυτής της προσέγγισης είναι η υψηλή πίεση που ασκείται στους οδηγούς, καθώς θα πρέπει να αποδώσουν τα μέγιστα άμεσα, γιατί, εάν δεν το κάνουν, κινδυνεύουν να αντικατασταθούν πολύ σύντομα.
Αυτός ο τρόπος λειτουργίας είναι ο λόγος που παραδοσιακά στην Toro Rosso βλέπαμε συχνά πολλούς και διαφορετικούς οδηγούς να περνάνε και να δοκιμάζονται, ενώ δεν παρέμεναν στην ομάδα για παραπάνω από 1-2 χρόνια.
Παρά την όποια κριτική έχει δεχθεί αυτή η μέθοδος λειτουργίας μέσα στις δύο δεκαετίες που υφίσταται σαν οργανισμός η Red Bull, φαίνεται πως λειτούργησε με επιτυχία, ιδιαίτερα την περίοδο που η δεύτερη ομάδα ονομαζόταν Toro Rosso.
Το 2009, όταν ο Sebastian Vettel ανέβηκε στην Red Bull, η Toro Rosso δοκίμασε μια εντελώς νέα ομάδα με τους Jaime Alguersuari και Sebastien Buemi. Το 2012, άλλαξαν πάλι την ομάδα, ενσωματώνοντας πλέον τους Jean-Eric Vergne και Daniel Ricciardo και, όταν ο τελευταίος προχώρησε στην Red Bull, δύο χρόνια αργότερα, την θέση του στην Toro Rosso πήρε ο Daniil Kvyat. To 2015, όταν ο Kvyat ανέβηκε στην Red Bull, η Toro Rosso ανέδειξε τους Carlos Sainz και Max Verstappen, με τον τελευταίο έναν χρόνο μετά να παίρνει την θέση του Kvyat στην Red Bull.
Επομένως, η Red Bull είχε πάντα μια σταθερή ροή οδηγών προς τη μεγάλη ομάδα της, ενώ, περιστασιακά, υπήρχαν και οδηγοί σούπερσταρ οι οποίοι θα μπορούσαν να προσφέρουν το ταλέντο τους στις υπηρεσίες της ομάδας.
Το πρόβλημα όμως αρχίζει στα τελειώματα της Toro Rosso ως ομάδας και με αφορμή την αποχώρηση του Ricciardo από την Red Bull. Το κενό του στην ομάδα δεν καλύφθηκε ποτέ, καθώς, παρά τις – φιλότιμες – προσπάθειες των Gasly και Albon που βρέθηκαν πίσω από το τιμόνι το 2019 και το 2020, δεν κατάφεραν να βρουν έναν ικανό δεύτερο οδηγό να υποστηρίξει τον Verstappen, έναν οδηγό που, παρότι εκείνη την περίοδο δεν είχε ακόμα κάποιον τίτλο στο όνομά του, κανείς δεν αμφέβαλλε ότι, με το κατάλληλο μονοθέσιο, θα μπορούσε να τον διεκδικήσει.
Την συνθήκη αυτή δε βοήθησε και το γεγονός ότι ο Gasly είχε την ευκαιρία στην Red Bull, αλλά δεν έγινε ποτέ ευπρόσδεκτος στην ομάδα, σε αντίθεση με τον Albon. Ο Ταϊλανδός όμως δεν ήταν ακόμα έτοιμος για την Red Bull, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει αγωνιστικά το 2020.
Έτσι, το 2021 η Red Bull, έχοντας καταρρακώσει ψυχολογικά τόσο τον Gasly όσο και τον Albon, προχώρησε σε μια εντελώς διαφορετική κίνηση, τοποθετώντας έναν ήδη αρκετά έμπειρο οδηγό στο δεύτερό της μονοθέσιο. Μετά τον Μark Webber, ο Sergio Perez είναι μόλις ο δεύτερος οδηγός ο οποίος, χωρίς να σχετίζεται με την μικρότερη ομάδα, βρέθηκε να οδηγεί για την Red Bull.
Η κίνηση αυτή έγινε με σκοπό να προσφέρει μια σταθερότητα στην Red Bull, μετά από τέσσερις διαφορετικές αλλαγές οδηγών σε διάστημα τεσσάρων ετών και, κατά τη γνώμη μας, αυτός είναι και ο λόγος που ο Μεξικανός παραμένει στην ομάδα, ακόμα και μετά από αρκετές απογοητευτικές προσπάθειες.
Tα τελευταία χρόνια, η δεύτερη ομάδα της Red Bull στην Formula 1 διανύει μια κρίση ταυτότητας. Αυτό φαίνεται αφενός από την συχνότατη αλλαγή ονομάτων – από Toro Rosso σε Alpha Tauri σε RB – κυρίως γιατί προσπαθούν να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο κεφάλαιο από τις χορηγίες.
Φαίνεται όμως και από το γεγονός ότι είναι αρκετά αναποφάσιστη ως προς την κατεύθυνση που θέλει να ακολουθήσει. Θα είναι μια δεύτερη, ανεξάρτητη ομάδα; Θα προσφέρει ευκαιρίες σε νεότερους οδηγούς της ακαδημίας της Red Bull; Θα λειτουργεί παράλληλα με την Red Bull, υποστηρίζοντάς την στρατηγικά;
Παρότι φέτος, μετά την μετονομασία σε Racing Bulls, υπήρξε η θέληση η ομάδα να λειτουργεί πιο ανεξάρτητα, σε δύσκολες στιγμές, η επιρροή της μητρικής εταιρείας είναι ξεκάθαρη. Στην Σιγκαπούρη ο Ricciardo κλήθηκε να πραγματοποιήσει αναγκαστικό pit stop, προκειμένου να κλέψει τον ταχύτερο γύρο από τον Norris, βοηθώντας έτσι τον Verstappen. Και αυτό γιατί η Red Bull ελέγχει τη διοίκηση της Racing Bulls, ασκώντας έτσι επιρροή και στους οδηγούς της.
Χαρακτηριστικό στοιχείο αυτού του εξωτερικού ελέγχου είναι το γεγονός ότι ο Gasly πέρασε 4 χρόνια στην ομάδα, ενώ ο Tsunoda θα κλείσει φέτος 4 συνολικά σεζόν.
Και όλα αυτά, όταν μόλις 5 χρόνια πριν, ελάχιστοι οδηγοί έμεναν για πάνω από μόλις 2 σεζόν.
Το μεγάλο πρόβλημα όμως είναι ότι, παρά τη μακροχρόνια διαμονή τους στην ομάδα, ούτε ο Gasly ούτε και ο Tsunoda ήταν ποτέ στο σκεπτικό της Red Bull για την δεύτερη θέση στο μονοθέσιό της. Ο Gasly έκανε την τότε Alpha Tauri ανταγωνιστική, ενώ ο Tsunoda εξελίχθηκε σε έναν ικανοποιητικό οδηγό που μπορεί να παλέψει για πόντους σε μια καλή ημέρα.
Ο Ricciardo επέστρεψε σε μια δύσκολη στιγμή για την ομάδα, μετά την αποτυχημένη δοκιμή του Nyck De Vries. Ωστόσο, όταν ο Lawson αναγκάστηκε να βρεθεί αυτός πίσω από το τιμόνι του μονοθεσίου, στο δεύτερο σκέλος της περσινής σεζόν, απέδειξε ότι η ομάδα θα έπρεπε να παραμέινει σε αυτό που έκανε τόσο καιρό καλά: στο να προωθεί τα νέα ταλέντα.
Το ρίσκο του Perez απέδωσε το 2021, το 2022 και – μετά βίας – το 2023, όταν η Red Bull είχε σταθερά ένα από τα καλύτερα μονοθέσια, αν όχι το καλύτερο. Όμως φέτος οι ισορροπίες έχουν αλλάξει και τα λάθη του Μεξικανού μπορούν να κοστίσουν σημαντικά στο πρωτάθλημα των κατασκευαστών.
Η Red Bull πρέπει να ξεκαθαρίσει ποιος θα είναι ο ρόλος της δεύτερης ομάδας της. Αν πρόκειται να γίνει πιο ανεξάρτητη και πιο ανταγωνιστική, θα πρέπει να έχει και την ελευθερία να διαλέξει τους οδηγούς της.
Aν όμως πρόκειται να χρησιμοποιεί οδηγούς αποκλειστικά από τις ακαδημίες της Red Bull, θα πρέπει να δώσουν ευκαιρίες σε περισσότερους νέους οδηγούς, όπως ακριβώς έκανε κάποτε η Toro Rosso. Σίγουρα θα υπάρχει το ρίσκο, οι νέοι οδηγοί να μην αποδώσουν όπως πρέπει. Όμως ο Liam Lawson, παρότι είχε να κερδίσει πρωτάθλημα σε μονοθέσιο από το 2017, όταν του δόθηκε η ευκαιρία, κατάφερε να μπει στην Formula 1 και να εκπλήξει θετικά με τις επιδόσεις του.
Καθώς η Red Bull γίνεται όλο και πιο επιτυχημένη και καθώς προσπαθεί να εμπορευματοποιήσει την δεύτερή της ομάδα, μετατρέπεται σε μια πιο συντηρητική ομάδα, εγκαταλείποντας τις αξίες που διατηρούσε επί δύο δεκαετίες. Σίγουρα τα παιχνίδια εξουσίας εντός της ομάδας και η μετακίνηση μεγάλων ονομάτων όπως του Adrian Newey σε άλλες ομάδες εμποδίζουν την ομάδα να λάβει λογικές και ξεκάθαρες αποφάσεις.
Μέχρι να αλλάξει επομένως αυτή η νοοτροπία, η Red Bull θα συνεχίσει να καταστρέφει τους οδηγούς της, βάζοντας παράλληλα τρικλοποδιές στην πορεία τους στην Formula