Αν και η απάντηση στον ποιον θα προτιμούσε η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία να αναδείξει η κάλπη της Κυριακής δείχνει προφανής με δεδομένη την εκπεφρασμένη πρόθεση της Marine Le Pen να ενδώσει στον προστατευτισμό, γυρίζοντας την πλάτη στην Ε.Ε. και στο παγκοσμιοποιημένο μοντέλο, το πρόσφατο παρελθόν του Emmanuel Macron με τη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία και κυρίως τα στελέχη της δεν προοιωνίζει μια ολοκληρωτικά ακύμαντη σχέση κυβέρνησης-αυτοκινητοβιομηχανιών για τα τουλάχιστον επόμενα πέντε χρόνια της προεδρικής θητείας η οποία σύμφωνα με τις προβλέψεις, ανήκει στον ανεξάρτητο κεντρώο υποψήφιο.

Ξεκινώντας από τις σχέσεις του E. Macron με τη Renault, υπάρχει προϊστορία αψιμαχιών με τον επικεφαλής του ομίλου των Renault-Nissan, Carlos Ghosn καθώς ο 39χρονος υποψήφιος για την προεδρία ήταν εκείνος που από την θέση του ως υπουργού οικονομικών της κυβέρνησης του F.Hollande, οδήγησε το 2015 στην αύξηση του κρατικού μεριδίου στη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία από 15% σε 20%.

Η κίνηση αυτή που μεταφράστηκε από την τότε κυβέρνηση Hollande ως απόδειξη της δέσμευσης της γαλλικής κυβέρνησης στην εγχώρια αυτοκινητοβιομηχανία και στην πρόθεσή της «να χρησιμοποιήσει όλα τα διαθέσιμα εργαλεία προκειμένου να προωθήσει ένα διαφορετικό καπιταλιστικό μοντέλο που συνδράμει ταυτόχρονα τους εργαζόμενους και υπηρετεί ανάπτυξη των εταιρειών».

Η αύξηση του μεριδίου του γαλλικού κράτους στη Renault η οποία είχε ως αποτέλεσμα και το διπλασιασμό των δικαιωμάτων ψήφου του στη λήψη αποφάσεων για την αυτοκινητοβιομηχανία είχε χαρακτηριστεί τότε προσωρινή ωστόσο, δύο χρόνια αργότερα το ποσοστό αυτό δεν έχει μειωθεί ούτε φυσικά και το δικαίωμα του γαλλικού κράτους να έχει λόγο και δικαίωμα βέτο στις αποφάσεις που λαμβάνονται από το διοικητικό συμβούλιο της Renault.

Αυτό είχε εξαρχής δυσαρεστήσει τον Carlos Ghosn ο οποίος προσφάτως δήλωσε ότι δεν μπορεί να υπάρξει περαιτέρω ενσωμάτωση των Renault-Nissan αν το γαλλικό κράτος δεν μειώσει δραστικά την συμμετοχή του στην Renault.

«Όλα τα ενδεχόμενα περαιτέρω συνεργασίας και ενσωμάτωσης θα είναι ανοιχτά από την ημέρα που το γαλλικό κράτος θα αποφασίσει να αποσυρθεί από την Renault. Από τη στιγμή που θα γίνει αυτό, δεν χρειάζεται πολύς χρόνος για τα υπόλοιπα», είχε αναφέρει ο ισχυρός άνδρας των Renault-Nissan.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της συμμαχίας που δημιουργήθηκε το 2002 από τις Renault και Nissan, η Renault κατέχει μερίδιο 43% στη Nissan και τα αντίστοιχα δικαιώματα ψήφου που πηγάζουν από αυτό το ποσοστό ενώ η Nissan κατέχει το 15% της Renault χωρίς όμως αυτό να συνοδεύεται και από δικαιώματα ψήφου.

To δεύτερο επεισόδιο στις ψυχρές σχέσεις Macron-Ghosn γράφτηκε επίσης το 2015, όταν ο πρώτος ως υπουργός οικονομικών εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για τις υψηλές αποδοχές του C. Ghosn οι οποίες έφταναν τα 8,3 εκατομμύρια ευρώ.

Η θέση του E. Macron υποστηρίχθηκε και από τη γενική συνέλευση μετόχων της Renault η οποία υπερψήφισε την μείωσή των αποδοχών του επικεφαλής του ομίλου, μια απόφαση που όμως τελικά δεν υλοποιήθηκε καθώς ανατράπηκε από το Δ.Σ. της Renault, οδηγώντας τον Macron να χαρακτηρίσει την ηγεσία του C. Ghosn «δυσλειτουργική» και απειλώντας με νομοσχέδιο που θα θέτει πλαφόν στις αμοιβές στελεχών.

Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις του υποψήφιου προέδρου με τον άλλο γαλλικό όμιλο, των PSA/Peugeot-Citroen, αν και καλύτερες, ο E. Macron δεν είχε παραλείψει να χαρακτηρίσει «υπερβολικά υψηλή» την αμοιβή του, επικεφαλής του ομίλου, Carlos Tavares για το 2015 η οποία είχε διπλασιαστεί σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά φτάνοντας τα 5,2 εκ. ευρώ. Παρά την κριτική, ο E. Macron είχε δηλώσει για τον C. Tavares ο οποίος είχε αναλάβει την ανάκαμψη και την επιστροφή του γαλλικού ομίλου στα κέρδη, ότι «πρόκειται για ένα καλό διευθύνοντα».

Υπενθυμίζεται ότι το γαλλικό κράτος κατέχει μερίδιο 14% στον όμιλο PSA Peugeot-Citroen και το οποίο αποκτήθηκε το 2014 προκειμένου να συνδράμει την αυτοκινητοβιομηχανία στη διαδρομή της προς την ανάκαμψη.

Με δεδομένη επίσης την επιτυχημένη πλέον πορεία του γαλλικού ομίλου και την άνοδο των μετοχών της PSA/Peugeot-Citroen, ο E. Macron θα μπορούσε να διαθέσει το μερίδιο του γαλλικού κράτους, χρηματοδοτώντας τα σχέδια του για το ταμείο καινοτομίας που έχει προαναγγείλει και άλλα αντίστοιχα σχέδια για τα οποία, όπως έχει πει, θα αναζητήσει πόρους μειώνοντας τις δαπάνες του γαλλικού κράτους.

Όπως και να έχει με τις ιδιαίτερες σχέσεις που έχει αναπτύξει ο E.Macron με τις γαλλικές αυτοκινητοβιομηχανίες και τα στελέχη της, η στήριξη της βιομηχανίας στο 39χρονο υποψήφιο είναι δεδομένη καθώς το φιλοευρωπαϊκό και φιλελεύθερο προφίλ του, αποτελεί «μονόδρομο» στο εκλογικό δίλημμα.

Ενδεικτική είναι η σχετική ανακοίνωση του γαλλικού συνδέσμου κατασκευαστών αυτοκινήτου όπου αναφέρεται ότι: «Τασσόμαστε υπέρ του ελεύθερου εμπορίου, της φιλοευρωπαϊκής πολιτικής και των λιγότερων φόρων σε μισθούς και παραγωγή».

Εξάλλου, είναι γεγονός ότι η Renault διαθέτει το 45% της παραγωγής της εκτός ευρωπαϊκών συνόρων ενώ η PSA/Peugeot-Citroen μόλις πριν λίγο καιρό, ξεκίνησε τη διαδικασία εξαγοράς της Opel και μαζί με αυτήν εργοστασίων σε Γερμανία και Βρετανία, διαμορφώνοντας ένα τοπίο διαμετρικά αντίθετο από τις απόψεις και τα σχέδια προστατευτισμού και ενίσχυσης της γαλλικής κυριαρχίας της Marine Le Pen.