Ένα ηλεκτροκίνητο όχημα κάθε χρόνο υπόσχεται η DS
Η γαλλική φίρμα ετοιμάζει την ηλεκτρική της αντεπίθεση με αφετηρία το πρώτο του είδους DS7 Crossback, εκμεταλλευομένη την εμπλοκή της στην Formula E.
H DS προαναγγέλλει την εντατικοποίηση του προγράμματος εξέλιξης εκδόσεων και αυτοκινήτων που εφοδιάζονται με κάποιας μορφής ηλεκτρική τεχνολογία με μια τολμηρή δήλωση, σύμφωνα με την οποία, θα λανσάρει ένα νέο ηλεκτροκίνητο μοντέλο ή έκδοση κάθε χρόνο. Εφαλτήριο για την ηλεκτρική αντεπίθεση των Γάλλων, αποτελεί το πρόσφατο DS7 Crossback το οποίο διαθέτει στις τάξεις του μια plug-in υβριδική έκδοση συνδυαστικής ισχύος 330 ίππων η οποία εφοδιάζεται με σύνολο αποτελούμενο από κινητήρα εσωτερικής καύσης, ηλεκτρικό μοτέρ και μπαταρίες ιόντων λιθίου απόδοσης 13 KWh οι οποίες τοποθετούνται κάτω από το πίσω κάθισμα και εξασφαλίζουν ηλεκτρική αυτονομία 60 χλμ.
«Η DS μπαίνει δυναμικά στην σκηνή των ηλεκτροκίνητων. Μέχρι το 2025 περισσότερο από το 1/3 των συνολικών πωλήσεων της DS θα είναι υβριδικές εκδόσεις ή αμιγώς ηλεκτροκίνητα» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Eric Apode, επικεφαλής προϊοντικού σχεδιασμού της γαλλικής φίρμας μην αφήνοντας περιθώρια αμφισβήτησης για τις προθέσεις της DS.
Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της τεχνολογίας που απαιτείται, θα διαδραματίσει η εμπλοκή της DS Automobiles στην ηλεκτρική Formula E η οποία σύμφωνα με τις συστάσεις «προσφέρει στους μηχανικούς ένα αξιόλογο πεδίο δοκιμών για να αποκτήσουν πείρα και να επιταχύνουν την εξέλιξη» με τους ιθύνοντες της φίρμας να βλέπουν πολλές χρήσιμες τεχνολογικές αντιστοιχίσεις μεταξύ του μηχανοκίνητου αθλητισμού και των συμβατικών ηλεκτρικών αυτοκινήτων, ιδίως στον τρόπο τροφοδοσίας της ενέργειας από τις μπαταρίες στον κινητήρα και τον τρόπο διαχείρισης της ενέργειας. Εκτός από τον ηλεκτρικό προγραμματισμό, η DS έχει ήδη δρομολογήσει και την εξέλιξη συστημάτων αυτόνομης οδήγησης τα οποία και πάλι ξεκινούν από το DS7 Crossback το οποίο, σύμφωνα με τις συστάσεις θα αποκτήσει σύντομα τη δυνατότητα να παρκάρει μόνο του καθώς και μια σειρά από άλλες λειτουργικότητες οι οποίες θα του εξασφαλίζουν τη δυνατότητα ημιαυτόνομης οδήγησης υπό ορισμένες συνθήκες με την προοπτική, από το τέλος της δεκαετίας, να αποκτήσει δυνατότητες αυτονομίας επιπέδου 3.