Σε βασικούς πυλώνες επιχειρηματικής στρατηγικής εξελίσσονται η βιώσιμη ανάπτυξη και τα κριτήρια ESG (Περιβάλλον, Κοινωνία, Διακυβέρνηση), στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται από τις απαιτήσεις της κλιματικής κρίσης, της εταιρικής διαφάνειας και της κοινωνικής υπευθυνότητας. Αυτό επιβεβαιώνει η νέα πρωτογενής έρευνα της Διεύθυνσης Οικονομικών και Κλαδικών Μελετών της ICAP CRIF για το 2025, η οποία χαρτογραφεί σε βάθος τον τρόπο με τον οποίο οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις της χώρας αντιλαμβάνονται και υλοποιούν δράσεις βιωσιμότητας.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από τις 22 Ιανουαρίου έως τις 17 Φεβρουαρίου 2025 σε δείγμα 345 επιχειρήσεων – ένα 11,5% των 3.000 μεγαλύτερων ελληνικών εταιρειών βάσει απασχόλησης. Οι συμμετέχουσες καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα κλάδων, προσφέροντας μια ολοκληρωμένη εικόνα για την κατάσταση και τον βαθμό υιοθέτησης των ESG πρακτικών στην ελληνική επιχειρηματική πραγματικότητα.
Η αντίληψη της σημαντικότητας της βιώσιμης ανάπτυξης αποτυπώνεται και αριθμητικά: οι εταιρείες της έρευνας την αξιολογούν με 8,4/10, όμως ο βαθμός υιοθέτησης ESG πρακτικών μέσα στις ίδιες τις επιχειρήσεις πέφτει στο 5,7/10, ενώ η εκτίμησή τους για το σύνολο της αγοράς είναι ακόμη χαμηλότερη (4,4/10). Η απόκλιση αυτή αποκαλύπτει ότι, παρότι η θεωρητική αναγνώριση είναι ισχυρή, η πρακτική εφαρμογή έχει ακόμη δρόμο.
Οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να διαθέτουν το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού ESG σε δράσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον. Συγκεκριμένα, το 40% των σχετικών κονδυλίων επενδύεται σε περιβαλλοντικές πρακτικές, ποσοστό σταθερά υψηλό τα τελευταία χρόνια, εν μέσω του αυξανόμενου δημόσιου διαλόγου για την κλιματική αλλαγή. Ακολουθούν οι κοινωνικές δράσεις (34%) και οι ενέργειες εταιρικής διακυβέρνησης (26%), οι οποίες μάλιστα κερδίζουν έδαφος συγκριτικά με το προηγούμενο έτος.
Ιδιαίτερα σημαντικό εύρημα είναι ότι το 56% των εταιρειών αύξησε τις δαπάνες ESG το 2024, με τη μεγάλη πλειονότητα να διαθέτει έως 200.000 ευρώ ετησίως. Παράλληλα, το κόστος παραμένει ο Νο1 ανασταλτικός παράγοντας για την περαιτέρω υλοποίηση δράσεων.
Σχεδόν μία στις δύο επιχειρήσεις (49%) αναθέτει την ευθύνη ESG στην Ανώτατη Διοίκηση, επιβεβαιώνοντας ότι η βιωσιμότητα αντιμετωπίζεται πλέον ως κεντρική στρατηγική επιλογή και όχι ως δευτερεύουσα λειτουργία. Ένα 11% διαθέτει εξειδικευμένη Διεύθυνση Βιώσιμης Ανάπτυξης, ενώ οι υπόλοιπες αρμοδιότητες μοιράζονται μεταξύ Οικονομικής Διεύθυνσης, Εταιρικής Επικοινωνίας και Ανθρώπινου Δυναμικού. 
Ωστόσο, το 45% των εταιρειών δεν δημοσιεύει καμία πληροφορία για τις πρακτικές ESG που εφαρμόζει — ένα στοιχείο που δείχνει πως η διαφάνεια και η επικοινωνία προς τους stakeholders παραμένουν περιορισμένες. 
Παρά την αυξανόμενη πολυπλοκότητα του ευρωπαϊκού ρυθμιστικού πλαισίου (όπως το CSRD), μόλις το 12% των εταιρειών χρησιμοποιεί εξειδικευμένο λογισμικό ESG, ενώ το 55% δεν χρησιμοποιεί καθόλου. Ενθαρρυντικό είναι ότι μία στις τρεις εταιρείες εξετάζει σοβαρά τη δυνατότητα απόκτησης τέτοιων εργαλείων το προσεχές διάστημα. 
Στο θέμα της δικτύωσης, οι αριθμοί είναι ακόμη χαμηλότεροι: το 82% δεν συμμετέχει σε εθνικά ή διεθνή δίκτυα βιώσιμης ανάπτυξης.
Τι κάνουν οι εταιρείες στην πράξη – Οι δράσεις με τη μεγαλύτερη διάδοση 
Η έρευνα εξετάζει σε βάθος τις δράσεις που εφαρμόζουν οι επιχειρήσεις σε κάθε πυλώνα ESG. Για το περιβάλλον οι δράσεις με τη μεγαλύτερη υιοθέτηση είναι:
-η διαχείριση χαρτιού και στερεών αποβλήτων (69%),
-η περιβαλλοντική εκπαίδευση του προσωπικού (63%),
-η χρήση πιστοποιημένων συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης (62%),
-προγράμματα ανακύκλωσης (62%),
-δράσεις ενεργειακής αποδοτικότητας κτιρίων (57%),
-χρήση φιλικών προς το περιβάλλον οχημάτων (48%).
Η πιο «ισχυρή» δράση σε πολύ υψηλό βαθμό εφαρμογής είναι η χρήση συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης, με 45% των επιχειρήσεων να την υλοποιεί σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό.
Όσον αφορά στο  κοινωνικό αποτύπωμα των επιχειρήσεων αυτό αναδεικνύεται έντονα καθώς :
-86% παρέχει ίσες ευκαιρίες σε όλους τους εργαζόμενους, ποσοστό εξαιρετικά υψηλό.
-68% πραγματοποιεί ετήσια αξιολόγηση προσωπικού.
-65% προσφέρει πρόσθετες παροχές και ιατροφαρμακευτική κάλυψη.
-55% στηρίζει δράσεις σε έκτακτες καταστάσεις.
-52% συμμετέχει ή στηρίζει πολιτιστικές/αθλητικές εκδηλώσεις.
Ωστόσο, δράσεις εθελοντισμού ή στήριξης ΜΚΟ υπολείπονται σημαντικά, με υιοθέτηση 37% και 28% αντίστοιχα.
Τέλος στην Εταιρική Διακυβέρνηση η κουλτούρα διαφάνειας και δεοντολογίας φαίνεται να ανεβαίνει δυναμικά:
-83% θεωρεί ιδιαίτερα σημαντική τη μισθολογική ισότητα ανδρών και γυναικών.
-77% εφαρμόζει πολιτικές προστασίας προσωπικών δεδομένων.
-76% συμμορφώνεται με τις αρχές Επιχειρηματικής Ηθικής.
-71% επενδύει σε τεχνολογίες cloud.
-59% ενισχύει την επικοινωνία με τα ενδιαφερόμενα μέρη.
-57% εφαρμόζει πολιτικές για την εκπροσώπηση γυναικών στα Διοικητικά Συμβούλια.
Στον αντίποδα, η ενσωμάτωση κριτηρίων βιωσιμότητας στην επιλογή συνεργατών παραμένει περιορισμένη (43%).
Η εικόνα που προκύπτει από την έρευνα είναι καθαρή: οι ελληνικές επιχειρήσεις αναγνωρίζουν τη σημασία της βιωσιμότητας, προχωρούν σε συγκεκριμένες δράσεις, αλλά ακόμη δεν έχουν φτάσει στο επίπεδο ωριμότητας που απαιτούν τόσο οι διεθνείς τάσεις όσο και το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο.
Το μεγάλο ζητούμενο για τα επόμενα χρόνια είναι η ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων – της «ραχοκοκαλιάς» της ελληνικής οικονομίας. Η έρευνα καταδεικνύει ότι η επιτυχής μετάβαση σε ένα βιώσιμο μοντέλο απαιτεί:
-ισχυρή ενημέρωση και κατάρτιση στελεχών,
-επενδύσεις σε τεχνολογίες παρακολούθησης ESG,
-προσαρμογή στο νέο ρυθμιστικό πλαίσιο,
-υποστήριξη από την πολιτεία μέσω κινήτρων.