Η Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς, υιοθέτησε ψήφισμα το οποίο καταδικάζει τα «ρατσιστικά σχόλια» του Ντόναλντ Τραμπ εναντίον τεσσάρων βουλευτών των Δημοκρατικών, κατηγορία την οποία ο Ντόναλντ Τραμπ απέρριψε νωρίτερα.

Η Βουλή «καταδικάζει σθεναρά τα ρατσιστικά σχόλια του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ που νομιμοποιούν και επιτείνουν τον φόβο και το μίσος έναντι των νέων Αμερικανών και έναντι των μελών εθνικών μειονοτήτων» τονίζει το κείμενο, το οποίο ψήφισαν και τέσσερις Ρεπουμπλικάνοι.

Σε σειρά αναρτήσεών του στο Twitter, ο Τραμπ είχε προτρέψει τις τέσσερις βουλευτές (χωρίς να τις κατονομάζει) να «επιστρέψουν» στις χώρες καταγωγής τους, «αποτυχημένα» Κράτη όπου κυριαρχεί «η εγκληματικότητα», ενώ στη συνέχεια ανέβασε ακόμη περισσότερο τους τόνους, κατηγορώντας τις πως «μισούν» την Αμερική.

Ο Τραμπ προέτρεψε τους κοινοβουλευτικούς του κόμματός του να μην πέσουν στην «παγίδα» που τους έστησαν, κατά τον ίδιο, οι αντίπαλοί του.

Τα σχόλιά του «δεν ήταν ρατσιστικά», επέμεινε, αναφερόμενος στα πυρά του εναντίον των τεσσάρων νέων μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων. Πρόκειται για τις Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτές (Νέα Υόρκη), Ιλάν Όμαρ (Μινεσότα), Αϊάνα Πρέσλι (Μασαχουσέτη) και Ρασίντα Τλάιμπ (Μίσιγκαν).

Πιστός στην πάγια πρακτική του να ρίχνει λάδι στις φωτιές που ανάβει ο ίδιος, ο πρόεδρος επανέλαβε κατόπιν το πιο επίμαχο σχόλιο του: «η χώρα μας είναι ελεύθερη, μεγαλειώδης και ευημερούσα. Αν απεχθάνεστε τη χώρα μας, ή αν δεν είστε ευτυχείς εδώ, μπορείτε να φύγετε!»

Εν όψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου του 2020, ο Τραμπ μοιάζει πιο αποφασισμένος παρά ποτέ να κινητοποιήσει την εκλογική του βάση -λευκή στη συντριπτική της πλειοψηφία- και να κάνει τα πάντα για να τροφοδοτήσει τις διαιρέσεις στις τάξεις των πολιτικών του αντιπάλων.

Ο Μιτς Μακόνελ, επικεφαλής της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Γερουσία, προτίμησε να εκφράσει μια πολύ γενική θέση: «Έχουμε όλοι μια ευθύνη (...), τα λόγια μας έχουν σημασία» είπε απλά, πριν προσθέσει, ερωτηθείς σχετικά, πως όχι, ο πρόεδρος δεν είναι, στα δικά του μάτια, «ρατσιστής».

Οι τέσσερις βουλευτές που έγιναν στόχος του Τραμπ αντέδρασαν, δηλώνοντας αποφασισμένες να μην κάνουν πίσω παρά τις επιθέσεις του ενοίκου του Λευκού Οίκου.

Ο Τραμπ «δεν ξέρει πλέον πώς να υπερασπιστεί την πολιτική του» κι έτσι αποφάσισε «να μας επιτεθεί επί προσωπικού», έκρινε η Ρασίντα Τλάιμπ, που είδε στα φραστικά πυρά του Ρεπουμπλικάνου τη «συνέχεια» των «ρατσιστικών και ξενοφοβικών» τοποθετήσεών του.

Ο Τσακ Σούμερ, ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Δημοκρατικών στη Γερουσία, στάθηκε επίσης επιτιμητικά στη σιωπή στις τάξεις του κόμματος του προέδρου.

«Είναι τρομακτικό να διαπιστώνεται σε ποιο βαθμό, επανειλημμένα, πολλοί από τους Ρεπουμπλικάνους συναδέλφους μου απλά αφήνουν να περάσει η καταιγίδα χωρίς να πουν κουβέντα», είπε ο Σούμερ και διερωτήθηκε ποιος να είναι ο λόγος, κάποια «συμφωνία» με τον ένοικο του Λευκού Οίκου ή μήπως η «αμηχανία» τους μπροστά στις δηλώσεις του.

Για τον Τζο Μπάιντεν, αντιπρόεδρο του Μπαράκ Ομπάμα που συμμετέχει στη διαδικασία για την ανάδειξη του υποψήφιου των Δημοκρατικών που θα αντιμετωπίσει τον Τραμπ το 2020, κανένας πρόεδρος στην αμερικανική ιστορία «δεν ήταν τόσο ανοιχτά ρατσιστής όσο αυτός ο άνθρωπος».

Αλλά και ο Μπέρνι Σάντερς, επίσης διεκδικητής του χρίσματος των Δημοκρατικών για να αντιμετωπίσει τον Τραμπ το 2020, διερωτήθηκε «μπορείτε να φανταστείτε έναν συντηρητικό πρόεδρο όπως ο Τζορτζ Ου. Μπους να κάνει τέτοιες ρατσιστικές δηλώσεις;».

Το -συμβολικό- ψήφισμα καταδίκης των δηλώσεων του Τραμπ υπερασπίστηκε σθεναρά επίσης η πρόεδρος της Βουλής, Νάνσι Πελόσι, παρότι και η ίδια έχει φανεί να δυσκολεύεται να συμβιβαστεί με πολλές από τις θέσεις των τεσσάρων νέων προοδευτικών βουλευτριών του κόμματός της.

Τα σχόλια του προέδρου είναι «ντροπιαστικά», «αηδιαστικά», «ρατσιστικά» είπε η Πελόσι, προκαλώντας την έντονη αντίδραση των μελών του GOP για λόγους τάξεως, αφού θεώρησαν ότι το παράκανε και παραβίασε τους κανόνες της διαδικασίας του διαλόγου, που καθυστέρησε για δύο ώρες.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ