Ρωσικά παιχνίδια κατασκοπίας - Θρίλερ με τις μυστικές υπηρεσίες και το σχέδιο Πούτιν για τα Βαλκάνια
Στις 25 Οκτωβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών της Βουλγαρίας κάλεσε τον Ρώσο πρέσβη στη χώρα για να του μεταφέρει ένα απροσδόκητο όσο και αυστηρό τελεσίγραφο:
Ο πρώτος γραμματέας της πρεσβείας είχε 72 ώρες για να εγκαταλείψει τη Βουλγαρία ή διαφορετικά θα ανακηρυσσόταν persona non grata. Οπως είχε διαπιστώσει η Σόφια, ο Ρώσος διπλωμάτης Βλαντιμίρ Ρουσγιάεφ χρησιμοποιούσε σαν κάλυψη τη διπλωματική του ιδιότητα στην πρεσβεία, για να κρύβει την κατασκοπευτική του δράση.
Είναι ένας μόνο από μια σειρά κατασκόπων της περίφημης ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών GRU που αποκαλύφθηκαν σε χώρες των Βαλκανίων το τελευταίο διάστημα.
Όμως, για κάθε τέτοιου τύπου πλήγμα στην GRU θα πρέπει να υπάρχουν μια σειρά από επιτυχημένες επιχειρήσεις, που παραμένουν κρυφές, εκτιμούν αναλυτές των υπηρεσιών πληροφοριών της Δύσης.
Ταυτόχρονα, περιγράφουν την περίπτωση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου διείσδυσης των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών στη Βαλκανική, προκειμένου να αναστραφεί η πορεία των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων προς την Ευρωπαϊκή Ενωση και, κυρίως, το ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με όσα εντόπισαν οι βουλγαρικές υπηρεσίες αντικατασκοπίας, ο πρώτος γραμματέας της ρωσικής πρεσβείας στη Σόφια ήταν στην πραγματικότητα ένας μυστικός πράκτορας της GRU, που επί έναν χρόνο -από τον Σεπτέμβριο του 2018- συγκέντρωνε ευαίσθητες πληροφορίες και τις μεταβίβαζε στην κεντρική του υπηρεσία στη Μόσχα.
Ο Ρουσγιάεφ προσπαθούσε, μάλιστα, να στρατολογήσει ανώτερους αξιωματούχους της βουλγαρικής κυβέρνησης, μεταξύ των οποίων και τον επικεφαλής μιας ειδικής υπηρεσίας, ο οποίος είχε πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες για την εθνική ασφάλεια της Βουλγαρίας, την Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ.
ΧΡΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Ο Ρώσος κατάσκοπος -σημειώνεται στις πληροφορίες που ήρθαν στο φώς- ζητούσε από τις επαφές του κρατικά μυστικά, πληροφορίες εθνικής ασφαλείας, απόρρητες πληροφορίες για το ΝΑΤΟ, αλλά και πληροφορίες που έχουν να κάνουν με τις ΗΠΑ.
Μάλιστα, προσέφερε στους κυβερνητικούς αξιωματούχους που προσέγγιζε χρήματα, ενώ τους εκπαίδευε στις πρακτικές της συνωμοσίας, προκειμένου να παραμείνει η κατασκοπευτική τους δράση για λογαριασμό της Ρωσίας μυστική.
Προκειμένου, μάλιστα, να μην κινήσει υποψίες, ο Ρουσγιάεφ χρησιμοποιούσε για τις επαφές του με τους Βούλγαρους αξιωματούχους ως τόπο συνάντησης και παράδοσης υλικού τουριστικά θέρετρα και ξενοδοχεία.
Οι υπηρεσίες ασφαλείας της Βουλγαρίας οδηγήθηκαν σε αυτόν μέσω μιας άλλης έρευνάς τους, με επίκεντρο τον Νικολάι Μαλίνοφ, τον επικεφαλής του βουλγαρικού Κινήματος Ρωσόφιλων, ο οποίος είχε συλληφθεί τον Σεπτέμβριο, έναν μήνα πριν δηλαδή, επίσης για κατασκοπεία. Στις δύο αυτές περιπτώσεις θα πρέπει να προστεθεί και μία τρίτη... Εκείνη του πρώην προέδρου του Ρωσικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Σπουδών, Λεονίντ Ρεσέτνικοφ, στον οποίο –επίσης για κατασκοπεία υπέρ των μυστικών υπηρεσιών της Ρωσίας- η Βουλγαρία επέβαλε δεκαετή απαγόρευση εισόδου στη χώρα.
ΑΣΥΝΗΘΙΣΤΟ
Ασφαλώς, η απέλαση Ρώσων κατασκόπων από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης -ειδικά όταν πρόκειται για συμμάχους του ΝΑΤΟ- δεν είναι κάτι νέο. Είναι, όμως, πιο ασυνήθιστο όταν μιλάμε για τη Βουλγαρία, μια χώρα που παραδοσιακά διατηρεί φιλικές σχέσεις με τη Μόσχα.
Οπως εξηγούν αναλυτές που παρακολουθούν τις εξελίξεις στα θέματα μυστικών υπηρεσιών, οι επικεντρωμένες έρευνες και οι αποκαλύψεις του ρωσικού δικτύου είναι πιθανότατα αποτέλεσμα των μεθοδευμένων πιέσεων και παροτρύνσεων των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, καθώς, ειδικά επί των ημερών της Τζίνα Χάσπελ, η CIA έχει εντείνει τις προτροπές της προς τις συμμαχικές με τις ΗΠΑ ή μέλη του ΝΑΤΟ χώρες να απαντούν με δημόσιες αποκαλύψεις σε αυτήν τη ρωσική παρεμβατικότητα.
Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που αποκαλύφθηκε η δράση Ρώσων κατασκόπων στη Δύση τα τελευταία χρόνια.
Όπως, για παράδειγμα, με τη δηλητηρίαση του Ρώσου πρώην διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ και της κόρης του, Γιούλια, στη Βρετανία ή με την προσπάθεια κυβερνοεπίθεσης σε βάρος του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Οπλων, που εδρεύει στη Χάγη, αλλά και την επίθεση Ρώσων χάκερ σε υπολογιστές που ανήκαν στην προεκλογική καμπάνια της Χίλαρι Κλίντον, μέγα ζήτημα με πολλά επεισόδια για την εσωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
Τους τελευταίους μήνες και χρόνια ,οι χώρες της Βαλτικής, η Πολωνία και η Νορβηγία -χώρες που βρίσκονται σε πολύ ευαίσθητες ζώνες ως προς τη γεωστρατηγική τους σημασία για τη ∆ύση και το ΝΑΤΟ- καταδίκασαν ή απέλασαν πράκτορες της GRU, οι οποίοι επιχείρησαν ή και πετύχαιναν να αποκτήσουν πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες.
Αλλά και μετά την υπόθεση Σκριπάλ, όταν οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες ταυτοποίησαν τους πράκτορες της GRU που δηλητηρίασαν τον Ρώσο και την κόρη του, μια σειρά από κυβερνήσεις της ∆υτικής Ευρώπης ένωσαν τις δυνάμεις τους σε μια κίνηση αντιποίνων, προχωρώντας σε μαζικές απελάσεις Ρώσων διπλωματών, την άνοιξη του 2018.
Τότε, η Σόφια δεν είχε προχωρήσει σε απελάσεις, σε μια προσπάθεια να διατηρήσει ανοικτούς τους παραδοσιακούς διαύλους επικοινωνίας με τη Μόσχα.
Παρότι αργότερα η υπόθεση Σκριπάλ συνδέθηκε με τη μυστηριώδη δηλητηρίαση του Βούλγαρου μεγαλεμπόρου όπλων Εμίλιαν Γκεμπρέφ το 2015, την οποία αναλυτές απέδωσαν σε μια προσπάθεια των Ρώσων να ελέγξουν τα αμυντικά συμβόλαια της Βουλγαρίας, η Σόφια συνέχισε να παραμένει αδρανής, τουλάχιστον στο επίπεδο της δημόσιας διπλωματίας.
Αλλά και η Αθήνα είχε αποφύγει, την περίοδο που εξελίσσονταν οι αποκαλύψεις για την υπόθεση Σκριπάλ, να ακολουθήσει το παράδειγμα των άλλων δυτικοευρωπαϊκών χωρών, με εξάρθρωση δικτύων ρωσικής κατασκοπείας, σε μια προσπάθεια να διαφυλάξει αρχικά τις σχέσεις της με τη Μόσχα.
Ομως, σε αντίθεση με τη Σόφια, το καλοκαίρι του 2018, με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Εξωτερικών, κ. Κοτζιά, και σε πολύ αυστηρούς τόνους, με δημόσιες δηλώσεις και όχι στη βάση διακριτικών διακανονισμών στην «γκρίζα περιοχή» των μυστικών υπηρεσιών, προχώρησε στην απέλαση δύο Ρώσων διπλωματών και την απαγόρευση εισόδου στη χώρα άλλων δύο, διόλου
ευκαταφρόνητων, με κατηγορίες που περιελάμβαναν παράνομες ενέργειες κατά της εθνικής ασφάλειας και απόπειρες αλίευσης και διακίνησης πληροφοριών καθώς και χρηματισμού
κρατικών λειτουργών.
ΔΕΝ ΑΠΟΘΑΡΡΥΝΕΤΑΙ
Παρά τις αποκαλύψεις και την «απενεργοποίηση» δικτύων της, ειδικά στην κρίσιμη περιοχή της Βαλκανικής, η Μόσχα δεν φαίνεται να αποθαρρύνεται. Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση της Αλβανίας είχε προχωρήσει το 2018 στην απέλαση του Ρώσου αξιωματικού της GRU Βλαντισλάβ Βιτάλιεβιτς Φιλίποφ, εξαιτίας του ρόλου που φέρεται ότι είχε στην επίθεση κατά του Σκριπάλ. Όμως, τώρα η ρωσική κυβέρνηση επιχειρεί να στείλει τον «καταγεγραμμένο» Φιλίποφ στο Σαράγεβο, όπου εκτιμάται με ασφάλεια ότι θα έχει ως αποστολή να συνεχίσει την κατασκοπευτική του δράση και τις παρεμβάσεις στην εθνική διαδικασία λήψης αποφάσεων στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη.
Ταυτόχρονα, στη γειτονική Σερβία μόλις τον περασμένο μήνα βγήκε στο φως βίντεο στο οποίο ο Ρώσος διπλωμάτης Γκεόργκι Κλέμπαν εμφανίζεται να δωροδοκεί έναν Σέρβο «φίλο» του, ο οποίος τυγχάνει να είναι και απόστρατος αντισυνταγματάρχης.
Στο βίντεο που έχει πλέον κυκλοφορήσει στο YouTube, ο Κλέμπαν φαίνεται να συναντά τον Σέρβο αξιωματούχο Ζ.Κ. σε κάποια γειτονιά του Βελιγραδίου, με τους δύο άνδρες να ανταλλάσσουν τσάντες. Μετά τη συνάντησή τους, ο Ζ.Κ. καταγράφεται από κάμερα που είχε τοποθετηθεί μέσα στο αυτοκίνητό του να βγάζει έναν λευκό φάκελο μέσα από την τσάντα και να μετρά τα χρήματα που βρίσκονταν μέσα σε αυτόν.
Σύμφωνα με όσα κατάφεραν να ανακαλύψουν οι σερβικές υπηρεσίες αντικατασκοπίας, ο Ρώσος διπλωμάτης Κλέμπαν είχε επαφές με τρεις αξιωματούχους στο Βελιγράδι, με τους οποίους είχε συναντηθεί τουλάχιστον δέκα φορές.
Σε τουλάχιστον τρεις περιπτώσεις εμφανίζεται να παραδίδει χρήματα σε αξιωματικούς του σερβικού στρατού. Στη ρωσική επιχείρηση διείσδυσης και παρουσίας με δίκτυα κατασκοπείας της GRU, που συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς στη Βαλκανική, σύμφωνα με διεθνείς αναλυτές, συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα, που έχει ειδικό ενδιαφέρον για τη Μόσχα, όχι μόνο για λόγους που σχετίζονται με την εκκλησιαστική διπλωματία και το Αγιον Ορος.
Ο πρώτος γραμματέας της πρεσβείας είχε 72 ώρες για να εγκαταλείψει τη Βουλγαρία ή διαφορετικά θα ανακηρυσσόταν persona non grata. Οπως είχε διαπιστώσει η Σόφια, ο Ρώσος διπλωμάτης Βλαντιμίρ Ρουσγιάεφ χρησιμοποιούσε σαν κάλυψη τη διπλωματική του ιδιότητα στην πρεσβεία, για να κρύβει την κατασκοπευτική του δράση.
Είναι ένας μόνο από μια σειρά κατασκόπων της περίφημης ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών GRU που αποκαλύφθηκαν σε χώρες των Βαλκανίων το τελευταίο διάστημα.
Όμως, για κάθε τέτοιου τύπου πλήγμα στην GRU θα πρέπει να υπάρχουν μια σειρά από επιτυχημένες επιχειρήσεις, που παραμένουν κρυφές, εκτιμούν αναλυτές των υπηρεσιών πληροφοριών της Δύσης.
Ταυτόχρονα, περιγράφουν την περίπτωση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου διείσδυσης των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών στη Βαλκανική, προκειμένου να αναστραφεί η πορεία των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων προς την Ευρωπαϊκή Ενωση και, κυρίως, το ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με όσα εντόπισαν οι βουλγαρικές υπηρεσίες αντικατασκοπίας, ο πρώτος γραμματέας της ρωσικής πρεσβείας στη Σόφια ήταν στην πραγματικότητα ένας μυστικός πράκτορας της GRU, που επί έναν χρόνο -από τον Σεπτέμβριο του 2018- συγκέντρωνε ευαίσθητες πληροφορίες και τις μεταβίβαζε στην κεντρική του υπηρεσία στη Μόσχα.
Ο Ρουσγιάεφ προσπαθούσε, μάλιστα, να στρατολογήσει ανώτερους αξιωματούχους της βουλγαρικής κυβέρνησης, μεταξύ των οποίων και τον επικεφαλής μιας ειδικής υπηρεσίας, ο οποίος είχε πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες για την εθνική ασφάλεια της Βουλγαρίας, την Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ.
ΧΡΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Ο Ρώσος κατάσκοπος -σημειώνεται στις πληροφορίες που ήρθαν στο φώς- ζητούσε από τις επαφές του κρατικά μυστικά, πληροφορίες εθνικής ασφαλείας, απόρρητες πληροφορίες για το ΝΑΤΟ, αλλά και πληροφορίες που έχουν να κάνουν με τις ΗΠΑ.
Μάλιστα, προσέφερε στους κυβερνητικούς αξιωματούχους που προσέγγιζε χρήματα, ενώ τους εκπαίδευε στις πρακτικές της συνωμοσίας, προκειμένου να παραμείνει η κατασκοπευτική τους δράση για λογαριασμό της Ρωσίας μυστική.
Προκειμένου, μάλιστα, να μην κινήσει υποψίες, ο Ρουσγιάεφ χρησιμοποιούσε για τις επαφές του με τους Βούλγαρους αξιωματούχους ως τόπο συνάντησης και παράδοσης υλικού τουριστικά θέρετρα και ξενοδοχεία.
Οι υπηρεσίες ασφαλείας της Βουλγαρίας οδηγήθηκαν σε αυτόν μέσω μιας άλλης έρευνάς τους, με επίκεντρο τον Νικολάι Μαλίνοφ, τον επικεφαλής του βουλγαρικού Κινήματος Ρωσόφιλων, ο οποίος είχε συλληφθεί τον Σεπτέμβριο, έναν μήνα πριν δηλαδή, επίσης για κατασκοπεία. Στις δύο αυτές περιπτώσεις θα πρέπει να προστεθεί και μία τρίτη... Εκείνη του πρώην προέδρου του Ρωσικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Σπουδών, Λεονίντ Ρεσέτνικοφ, στον οποίο –επίσης για κατασκοπεία υπέρ των μυστικών υπηρεσιών της Ρωσίας- η Βουλγαρία επέβαλε δεκαετή απαγόρευση εισόδου στη χώρα.
O Βλαντιμίρ Ρουσγιάεφ προσέφερε στους κυβερνητικούς αξιωματούχους που προσέγγιζε χρήματα, ενώ τους εκπαίδευε στις πρακτικές της συνωμοσίας
ΑΣΥΝΗΘΙΣΤΟ
Ασφαλώς, η απέλαση Ρώσων κατασκόπων από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης -ειδικά όταν πρόκειται για συμμάχους του ΝΑΤΟ- δεν είναι κάτι νέο. Είναι, όμως, πιο ασυνήθιστο όταν μιλάμε για τη Βουλγαρία, μια χώρα που παραδοσιακά διατηρεί φιλικές σχέσεις με τη Μόσχα.
Οπως εξηγούν αναλυτές που παρακολουθούν τις εξελίξεις στα θέματα μυστικών υπηρεσιών, οι επικεντρωμένες έρευνες και οι αποκαλύψεις του ρωσικού δικτύου είναι πιθανότατα αποτέλεσμα των μεθοδευμένων πιέσεων και παροτρύνσεων των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, καθώς, ειδικά επί των ημερών της Τζίνα Χάσπελ, η CIA έχει εντείνει τις προτροπές της προς τις συμμαχικές με τις ΗΠΑ ή μέλη του ΝΑΤΟ χώρες να απαντούν με δημόσιες αποκαλύψεις σε αυτήν τη ρωσική παρεμβατικότητα.
Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που αποκαλύφθηκε η δράση Ρώσων κατασκόπων στη Δύση τα τελευταία χρόνια.
Όπως, για παράδειγμα, με τη δηλητηρίαση του Ρώσου πρώην διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ και της κόρης του, Γιούλια, στη Βρετανία ή με την προσπάθεια κυβερνοεπίθεσης σε βάρος του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Οπλων, που εδρεύει στη Χάγη, αλλά και την επίθεση Ρώσων χάκερ σε υπολογιστές που ανήκαν στην προεκλογική καμπάνια της Χίλαρι Κλίντον, μέγα ζήτημα με πολλά επεισόδια για την εσωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
Τους τελευταίους μήνες και χρόνια ,οι χώρες της Βαλτικής, η Πολωνία και η Νορβηγία -χώρες που βρίσκονται σε πολύ ευαίσθητες ζώνες ως προς τη γεωστρατηγική τους σημασία για τη ∆ύση και το ΝΑΤΟ- καταδίκασαν ή απέλασαν πράκτορες της GRU, οι οποίοι επιχείρησαν ή και πετύχαιναν να αποκτήσουν πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες.
Αλλά και μετά την υπόθεση Σκριπάλ, όταν οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες ταυτοποίησαν τους πράκτορες της GRU που δηλητηρίασαν τον Ρώσο και την κόρη του, μια σειρά από κυβερνήσεις της ∆υτικής Ευρώπης ένωσαν τις δυνάμεις τους σε μια κίνηση αντιποίνων, προχωρώντας σε μαζικές απελάσεις Ρώσων διπλωματών, την άνοιξη του 2018.
Τότε, η Σόφια δεν είχε προχωρήσει σε απελάσεις, σε μια προσπάθεια να διατηρήσει ανοικτούς τους παραδοσιακούς διαύλους επικοινωνίας με τη Μόσχα.
Παρότι αργότερα η υπόθεση Σκριπάλ συνδέθηκε με τη μυστηριώδη δηλητηρίαση του Βούλγαρου μεγαλεμπόρου όπλων Εμίλιαν Γκεμπρέφ το 2015, την οποία αναλυτές απέδωσαν σε μια προσπάθεια των Ρώσων να ελέγξουν τα αμυντικά συμβόλαια της Βουλγαρίας, η Σόφια συνέχισε να παραμένει αδρανής, τουλάχιστον στο επίπεδο της δημόσιας διπλωματίας.
Αλλά και η Αθήνα είχε αποφύγει, την περίοδο που εξελίσσονταν οι αποκαλύψεις για την υπόθεση Σκριπάλ, να ακολουθήσει το παράδειγμα των άλλων δυτικοευρωπαϊκών χωρών, με εξάρθρωση δικτύων ρωσικής κατασκοπείας, σε μια προσπάθεια να διαφυλάξει αρχικά τις σχέσεις της με τη Μόσχα.
Ομως, σε αντίθεση με τη Σόφια, το καλοκαίρι του 2018, με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Εξωτερικών, κ. Κοτζιά, και σε πολύ αυστηρούς τόνους, με δημόσιες δηλώσεις και όχι στη βάση διακριτικών διακανονισμών στην «γκρίζα περιοχή» των μυστικών υπηρεσιών, προχώρησε στην απέλαση δύο Ρώσων διπλωματών και την απαγόρευση εισόδου στη χώρα άλλων δύο, διόλου
ευκαταφρόνητων, με κατηγορίες που περιελάμβαναν παράνομες ενέργειες κατά της εθνικής ασφάλειας και απόπειρες αλίευσης και διακίνησης πληροφοριών καθώς και χρηματισμού
κρατικών λειτουργών.
ΔΕΝ ΑΠΟΘΑΡΡΥΝΕΤΑΙ
Παρά τις αποκαλύψεις και την «απενεργοποίηση» δικτύων της, ειδικά στην κρίσιμη περιοχή της Βαλκανικής, η Μόσχα δεν φαίνεται να αποθαρρύνεται. Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση της Αλβανίας είχε προχωρήσει το 2018 στην απέλαση του Ρώσου αξιωματικού της GRU Βλαντισλάβ Βιτάλιεβιτς Φιλίποφ, εξαιτίας του ρόλου που φέρεται ότι είχε στην επίθεση κατά του Σκριπάλ. Όμως, τώρα η ρωσική κυβέρνηση επιχειρεί να στείλει τον «καταγεγραμμένο» Φιλίποφ στο Σαράγεβο, όπου εκτιμάται με ασφάλεια ότι θα έχει ως αποστολή να συνεχίσει την κατασκοπευτική του δράση και τις παρεμβάσεις στην εθνική διαδικασία λήψης αποφάσεων στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη.
Η κυβέρνηση της Αλβανίας το 2018 απέλασε τον Ρώσο αξιωματικό της GRU Βλ. Β. Φιλίποφ, τον οποίο τώρα η Μόσχα τοποθετεί στη Βοσνία
Ταυτόχρονα, στη γειτονική Σερβία μόλις τον περασμένο μήνα βγήκε στο φως βίντεο στο οποίο ο Ρώσος διπλωμάτης Γκεόργκι Κλέμπαν εμφανίζεται να δωροδοκεί έναν Σέρβο «φίλο» του, ο οποίος τυγχάνει να είναι και απόστρατος αντισυνταγματάρχης.
Στο βίντεο που έχει πλέον κυκλοφορήσει στο YouTube, ο Κλέμπαν φαίνεται να συναντά τον Σέρβο αξιωματούχο Ζ.Κ. σε κάποια γειτονιά του Βελιγραδίου, με τους δύο άνδρες να ανταλλάσσουν τσάντες. Μετά τη συνάντησή τους, ο Ζ.Κ. καταγράφεται από κάμερα που είχε τοποθετηθεί μέσα στο αυτοκίνητό του να βγάζει έναν λευκό φάκελο μέσα από την τσάντα και να μετρά τα χρήματα που βρίσκονταν μέσα σε αυτόν.
Σύμφωνα με όσα κατάφεραν να ανακαλύψουν οι σερβικές υπηρεσίες αντικατασκοπίας, ο Ρώσος διπλωμάτης Κλέμπαν είχε επαφές με τρεις αξιωματούχους στο Βελιγράδι, με τους οποίους είχε συναντηθεί τουλάχιστον δέκα φορές.
Σε τουλάχιστον τρεις περιπτώσεις εμφανίζεται να παραδίδει χρήματα σε αξιωματικούς του σερβικού στρατού. Στη ρωσική επιχείρηση διείσδυσης και παρουσίας με δίκτυα κατασκοπείας της GRU, που συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς στη Βαλκανική, σύμφωνα με διεθνείς αναλυτές, συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα, που έχει ειδικό ενδιαφέρον για τη Μόσχα, όχι μόνο για λόγους που σχετίζονται με την εκκλησιαστική διπλωματία και το Αγιον Ορος.