Τα αυστηρά μέτρα που έχει πάρει η Ελλάδα ενάντια στην πανδημία του κορωνοϊού και το αίσθημα της ασφάλειας που βίωσε στην χώρα μας, περιγράφει δημοσιογράφος της Independent που βρέθηκε για διακοπές στην Κρήτη, που λέει ότι ένιωσε πιο ασφαλής εκεί από ότι στο Μάντσεστερ.

Για χιλιετίες - σημειώνει η δημοσιογράφος Άντζελα Επστάιν - οι Έλληνες υπήρξαν συνώνυμο της φιλοξενίας. Στην πραγματικότητα, οι αρχαίοι είχαν μια λέξη γι’ αυτό – Ξενία – που καθιστούσε ιερή την επιτακτική ανάγκη να δείξουν ένα θερμό καλωσόρισμα σε όσους επισκέπτονταν τον τόπο τους. Πετώντας, όμως στην Κρήτη, πριν από μερικές ημέρες, ήταν σαφές, πως είχαν γίνει κάποιες αλλαγές στο ιστορικό ελληνικό καλωσόρισμα.

Το σύνηθες χαρούμενο «καλημέρα» είχε αντικατασταθεί από μια απαίτηση για την επίδειξη των χαρτιών που θα μας επιτρέψουν την είσοδο στην χώρα. Την ίδια ώρα, σε κάποιους τουρίστες - με τυχαία επιλογή – ζητούνταν να πάνε λίγο πιο δίπλα («εσείς, παρακαλώ, ελάτε λίγο πιο δεξιά») για ένα τεστ για τον κορωνοϊό. Μεταξύ αυτών, ήμουν κι εγώ, καθώς επιλέχθηκα αυθαίρετα να πάω λίγο πιο δίπλα από τον σύζυγο και την κόρη μου προκειμένου να εξεταστώ.

Όχι ότι με πείραξε, συνεχίζει η δημοσιογράφος. Ακόμη κι αν αυτό σήμαινε ότι τις πρώτες 24 ώρες των διακοπών μου θα έπρεπε να τις περάσω μέσα στην αγωνία για τα αποτελέσματα του τεστ. Ποιος μπορεί να διαφωνήσει εξάλλου με ένα νησί – ή καλύτερα μια χώρα – που έχει πάρει τόσο σοβαρά τον κορωνοϊό; Ειδικά από την Αγγλία από την οποία ερχόμασταν εμείς.


Τουρίστες σε αεροδρόμιο της Κρήτης
Επιλέξαμε να κάνουμε διακοπές στην Κρήτη, μετά από το μερικό lockdown της πατρίδας μας, το Μάντσεστερ. Αποθαρρυμένοι από τον αριθμό των ατόμων των οποίων η συμπεριφορά είχε προκαλέσει μια αύξηση των κρουσμάτων, επιλέξαμε την Κρήτη ως την καλύτερη προοπτική.

Ειλικρινά, ένιωθα πιο ασφαλής σε αυτό το απέραντο ελληνικό νησί, 2.5000 μίλια μακριά, από ότι σε μια πόλη που είχα ζήσει όλη μου την ζωή. Είναι ειρωνικό όταν στις συζητήσεις μας με φίλους στο WhatsApp, λίγο πριν την αναχώρησή μας, πολλοί είχαν μείνει έκπληκτοι με την ιδέα πως θα ταξιδεύαμε στο εξωτερικό. Κάποιος, μάλιστα, μου είπε ότι ήμουν απερίσκεπτη.

Ωστόσο, στην απόφασή μας να κάνουμε διακοπές στην Ελλάδα, έπαιξε μεγάλο ρόλο το γεγονός πως η χώρα είχε ξεπεράσει το πρώτο κύμα της πανδημίας του κορωνοϊού, χάρη στα πρώιμα μέτρα που είχε πάρει.


Η χρήση μάσκας είναι υποχρεωτική σχεδόν παντού - Τόσο από εργαζόμενους όσο και από πελάτες
Οι πτήσεις προς την ηπειρωτική χώρα και τα νησιά, ξεκίνησαν πάλι στα μέσα Ιουλίου. Και παρόλο που, αναπόφευκτα, τα κρούσματα έχουν αρχίσει να αυξάνονται από την αρχή της τουριστικής περιόδου, ο συνολικός αριθμός των κρουσμάτων από την έναρξη της πανδημίας του κορωνοϊού, είναι 5.623. Αντιθέτως, 310.825 έχουν βρεθεί θετικοί στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί η Ελλάδα τα πήγε καλά. Προτού ταξιδέψει κάποιος, σύμφωνα με τον νόμο, οι επισκέπτες πρέπει να συμπληρώσουν μια φόρμα επισκέπτη – τα έγγραφα αυτά έπρεπε να τα δείξουμε στο αεροδρόμιο. Σε αντίθετη περίπτωση, μπορεί να μας επιβαλλόταν πρόστιμο 500 ευρώ κατά την άφιξη.

Υπάρχουν κι άλλα μέτρα που σε κάνουν να νιώσεις ασφαλής: ο οδηγός ταξί μας είπε ότι η αστυνομία θα του επιβάλει πρόστιμο εάν δεν φορέσουμε μάσκες ενώ μας θερμομέτρησαν και προτού μπούμε στο ξενοδοχείο – όχι μόνο εμάς αλλά και τον οδηγό ταξί. Και φυσικά, η χρήση μάσκας είναι σχεδόν υποχρεωτική παντού.

Πράγματι, στην βόλτα μου στα καταστήματα με τα σουβενίρ, ένας ιδιοκτήτης καταστήματος μου υπενθύμισε ευγενικά πως εάν δεν φορέσω μάσκα, οι αξιωματούχοι που περιφέρονταν στους δρόμους θα με έγραφαν και θα μου έδιναν πρόστιμο.

Φυσικά, υπάρχουν πρακτικοί λόγοι για τους οποίους η Ελλάδα φυλάει τα νώτα της – ο τουρισμός αντιπροσωπεύει πάνω από το 20% του ΑΕΠ. Αλλά για τον επισκέπτη – στην προκειμένη περίπτωση εμένα – αυτό που βίωσα είναι το πόσο λιγότερο ασφαλής νιώθω την πατρίδα μου από τότε που επισκέφθηκα την Ελλάδα.

Για παράδειγμα, κατά την επιστροφή μου στο αεροδρόμιο του Μάντσεστερ – το οποίο βρισκόταν σε μερικό lockdown, οι επιβάτες που κατέφθαναν απλά θερμομετρούνταν – μια διαδικασία 30 δευτερολέπτων.

Αργότερα, σε ένα τοπικό κατάστημα, ρώτησα τον ταμία γιατί δεν ζητούσε από τον κόσμο να φοράει την μάσκα του. Με κοίταξε αδιάφορα. Προφανώς δεν είναι δική του δουλειά να ενημερώνει τον κόσμο για την ασφάλεια και την υγεία.

Κατά την διάρκεια του ταξιδιού μου με τρένο από τον Μάντσεστερ στο Λονδίνο αυτή την εβδομάδα, μια τετραμελής οικογένεια που δεν φορούσε μάσκα, με έκανε να αλλάξω θέση αναζητώντας μια «ασφαλέστερη».

«Κι όμως, ένιωσα πιο ασφαλής στην Ελλάδα»
Και μπορεί να αναρωτιέστε. Τόσο πολύ επηρεάστηκα από το ταξίδι μου στην Ελλάδα; Σίγουρα, κάποια από τα μέτρα που λαμβάνουν στην Ελλάδα μου φάνηκαν περίεργα. Για παράδειγμα, το πρωινό στο ξενοδοχείο σερβίρεται σε μπουφέ, από μασκοφόρους υπαλλήλους που στέκονται προσοχή, για να εξυπηρετήσουν τους επισκέπτες. Εσείς, απλώς πρέπει να τους πείτε τι θέλετε.

Όλα αυτά με κάνουν να σκεφτώ, γιατί και στην πατρίδα μας οι καταστηματάρχες δεν ενδιαφέρονται τόσο και γιατί το κοινό δεν συνειδητοποιεί την συλλογική ευθύνη της καταπολέμησης μιας πανδημίας; Κλείνοντας, σημειώνει η δημοσιογράφος: «Μακάρι να ήμουν ακόμη στην Ελλάδα. Γιατί επέστρεψα τόσο σύντομα;».