Μακρόν: Εάν αφήσουμε τον Λίβανο, θα γίνει εμφύλιος πόλεμος
«Εάν αφήσουμε τον Λίβανο, θα γίνει εμφύλιος πόλεμος», προειδοποίησε σήμερα ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος θα μεταβεί στη Βηρυτό την επόμενη εβδομάδα σε μια προσπάθεια άρσης του πολιτικού αδιεξόδου που εμποδίζει τον σχηματισμό κυβέρνησης ικανής να ανορθώσει τη χώρα.
«Εάν αφήσουμε τον Λίβανο στην περιοχή, αν με κάποιο τρόπο τον αφήσουμε στην αχρειότητα των περιφερειακών δυνάμεων, θα γίνει εμφύλιος πόλεμος» και «η ήττα της ίδιας της ταυτότητας του Λιβάνου», σε κρίση και θύμα μιας καταστροφικής έκρηξης στις αρχές Αυγούστου στο λιμάνι της Βηρυτού, δήλωσε σε δημοσιογράφους στο Παρίσι.
Ο πρόεδρος Μακρόν μίλησε για τους «περιορισμούς ενός δογματικού συστήματος» που, «προστίθενται -μιλώντας συγκρατημένα- σε συμφέροντα που σχετίζονται με αυτό», και οδήγησαν «σε μια κατάσταση όπου δεν υπάρχει σχεδόν καμία (πολιτική) ανανέωση και όπου υπάρχει σχεδόν αδυναμία διεξαγωγής μεταρρυθμίσεων».
Ακολουθώντας μια γραμμή «απαίτησης χωρίς παρέμβαση», ο Μακρόν ανέφερε τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να πραγματοποιηθούν: «ψήφιση του νόμου κατά της διαφθοράς, μεταρρύθμιση των δημοσίων συμβάσεων, μεταρρύθμιση του ενεργειακού τομέα» και του τραπεζικού συστήματος.
«Αν δεν γίνουν αυτά, η λιβανική οικονομία θα καταρρεύσει» και «το μόνο θύμα θα είναι ο λαός του Λιβάνου (...) που δεν μπορεί να εξοριστεί», προειδοποίησε.
Αλλά ο Λίβανος «είναι ίσως ένα από τα τελευταία πρότυπα σε αυτό που πιστεύουμε σε αυτήν την περιοχή: δηλαδή την όσο το δυνατόν πιο ειρηνική συνύπαρξη θρησκειών (...), ενός πλουραλιστικού μοντέλου που βασίζεται στην εκπαίδευση, στον πολιτισμό, στη δυνατότητα να διαπραγματεύεται ειρηνικά», δήλωσε ο Μακρόν.
Ο Μακρόν πραγματοποίησε επίσκεψη αστραπή δύο ημέρες μετά την έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού μιας τεράστιας ποσότητας νιτρικού αμμωνίου, που σκόρπισε τον θάνατο σχεδόν 180 ανθρώπων στις αρχές Αυγούστου.
Ο Γάλλος πρόεδρος θα επιστρέψει το πρωί της Τρίτης σε κατεστραμμένες γειτονιές, όπου θα αποτιμήσει τις επιχειρήσεις εκκαθάρισης και τη διανομή βοήθειας.
Όμως ο Μακρόν αναμένεται στον Λίβανο κυρίως για την ικανότητά του απεμπλοκής της πολιτικής κρίσης, σχεδόν τρεις εβδομάδες μετά την παραίτηση της κυβέρνησης του Χασάν Ντιάμπ, γράφει το Γαλλικό Πρακτορείο.
«Εάν αφήσουμε τον Λίβανο στην περιοχή, αν με κάποιο τρόπο τον αφήσουμε στην αχρειότητα των περιφερειακών δυνάμεων, θα γίνει εμφύλιος πόλεμος» και «η ήττα της ίδιας της ταυτότητας του Λιβάνου», σε κρίση και θύμα μιας καταστροφικής έκρηξης στις αρχές Αυγούστου στο λιμάνι της Βηρυτού, δήλωσε σε δημοσιογράφους στο Παρίσι.
Ο πρόεδρος Μακρόν μίλησε για τους «περιορισμούς ενός δογματικού συστήματος» που, «προστίθενται -μιλώντας συγκρατημένα- σε συμφέροντα που σχετίζονται με αυτό», και οδήγησαν «σε μια κατάσταση όπου δεν υπάρχει σχεδόν καμία (πολιτική) ανανέωση και όπου υπάρχει σχεδόν αδυναμία διεξαγωγής μεταρρυθμίσεων».
Ακολουθώντας μια γραμμή «απαίτησης χωρίς παρέμβαση», ο Μακρόν ανέφερε τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να πραγματοποιηθούν: «ψήφιση του νόμου κατά της διαφθοράς, μεταρρύθμιση των δημοσίων συμβάσεων, μεταρρύθμιση του ενεργειακού τομέα» και του τραπεζικού συστήματος.
«Αν δεν γίνουν αυτά, η λιβανική οικονομία θα καταρρεύσει» και «το μόνο θύμα θα είναι ο λαός του Λιβάνου (...) που δεν μπορεί να εξοριστεί», προειδοποίησε.
Αλλά ο Λίβανος «είναι ίσως ένα από τα τελευταία πρότυπα σε αυτό που πιστεύουμε σε αυτήν την περιοχή: δηλαδή την όσο το δυνατόν πιο ειρηνική συνύπαρξη θρησκειών (...), ενός πλουραλιστικού μοντέλου που βασίζεται στην εκπαίδευση, στον πολιτισμό, στη δυνατότητα να διαπραγματεύεται ειρηνικά», δήλωσε ο Μακρόν.
Ο Μακρόν πραγματοποίησε επίσκεψη αστραπή δύο ημέρες μετά την έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού μιας τεράστιας ποσότητας νιτρικού αμμωνίου, που σκόρπισε τον θάνατο σχεδόν 180 ανθρώπων στις αρχές Αυγούστου.
Ο Γάλλος πρόεδρος θα επιστρέψει το πρωί της Τρίτης σε κατεστραμμένες γειτονιές, όπου θα αποτιμήσει τις επιχειρήσεις εκκαθάρισης και τη διανομή βοήθειας.
Όμως ο Μακρόν αναμένεται στον Λίβανο κυρίως για την ικανότητά του απεμπλοκής της πολιτικής κρίσης, σχεδόν τρεις εβδομάδες μετά την παραίτηση της κυβέρνησης του Χασάν Ντιάμπ, γράφει το Γαλλικό Πρακτορείο.