Bloomberg: Ο Ερντογάν στη «δίνη» του πληθωρισμού
Ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται πλέον αντιμέτωπος με σοβαρότατη οικονομική κρίση στα εσωτερικά της χώρας, καθώς έχει να αντιμετωπίσει τόσο τον πληθωρισμό που βρίσκεται στα ύψη, όσο και την άνοδο της ανεργίας.
Άνοδο σημείωσε ο πληθωρισμός στην Τουρκία σε ετήσια βάση τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με την στατιστική υπηρεσία της χώρας. Ήδη η τουρκική Κεντρική Τράπεζα είχε υπερδιπλασιάσει τα βασικά επιτόκια από τον Μάιο σε μια προσπάθεια να τον θέσει υπό έλεγχο.
Ο δείκτης τιμών καταναλωτή σημείωσε άνοδο στο 14,60% σε σχέση με το 14,03% τον Νοέμβριο, ανέφερε η TurkStat. Η μεγαλύτερη άνοδος σε ετήσια βάση των τιμών, αφορά σε διάφορα αγαθά και υπηρεσίες στο 28,12%, και ακολουθούν οι τιμές μεταφορών κατά 21,2% και οι τιμές τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών, στο 20,61%. Οι τιμές για είδη ένδυσης και υπόδησης μειώθηκαν 0,32%, και ήταν ο μόνος κλάδος που εμφάνισε πτώση. Σε μηνιαία βάση ο δείκτης τιμών καταναλωτή σημείωσε άνοδο 1,25% τον Δεκέμβριο σε σχέση με το 2,30% τον Νοέμβριο.
Η μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση των τιμών αφορούσε σε οικιακό εξοπλισμό, όπου παρατηρήθηκε άνοδος 3,46%, και οι μεταφορές, με άνοδο 2,64%.
Η αδύναμη λίρα και η ταχεία πιστωτική ανάπτυξη, που οφείλονται στα αρνητικά πραγματικά επιτόκια, διατήρησαν το ρυθμό αύξησης των τιμών σε διψήφια διάρκεια ολόκληρου του έτους. Ο Ν. Αγκμπντάλ, διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας, ανέλαβε μόνο λίγες μέρες μετά την αναθεώρηση του Οκτωβρίου, υποσχόμενος μια απλή νομισματική πολιτική και το κόστος δανεισμού αρκετά υψηλό για να εξουδετερώσει τον πληθωρισμό. Από τότε αύξησε το επιτόκιο αναφοράς κατά 675 μονάδες βάσης στο 17%, , καθώς ο προκάτοχός του προκάλεσε μια περίοδο ταχείας πιστωτικής αύξησης, διατηρώντας τα επιτόκια χαμηλά, υπό την προτροπή του προέδρου Ερντογάν.
Handelsblatt: Στη δίνη του πληθωρισμού η Τουρκία
Στη δίνη του πληθωρισμού, στην οποία βρίσκεται εδώ και καιρό η Τουρκία και στη σοβαρή αποδυνάμωση του τουρκικού νομίσματος αναφέρεται σε σχόλιό της η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt σημειώνοντας: «Πρόκειται για αριθμούς που φαίνονται εν πρώτοις παράλογοι. Η τουρκική Κεντρική Τράπεζα είχε υπερδιπλασιάσει τα βασικά επιτόκια από τον Μάιο σε μια προσπάθεια να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό. Από τον Μάιο έχουν αυξηθεί από 8% σε 17%.
Ωστόσο οι τιμές στην Τουρκία συνεχίζουν να αυξάνονται. Σύμφωνα με την εθνική στατιστική υπηρεσία Tüik, ο πληθωρισμός αυξήθηκε στο 14,6% το 2020, από 11,84% πέρυσι. Κι αυτό παρά το ότι ο Ερντογάν επιχείρησε οικονομική στροφή το φθινόπωρο, με υψηλότερα επιτοκίων και ένα νέο υπ. Οικονομικών. Αυτό δείχνει ότι το πρόβλημα με τη λίρα δεν είναι το βασικό επιτόκιο όσο το γεγονός ότι κανείς δεν εμπιστεύεται πλέον το τουρκικό νόμισμα. Μόνο αν η κυβέρνηση της Άγκυρας πάρει στα σοβαρά αυτό το δίλημμα, θα έχει μια ευκαιρία να σταθεροποιήσει τις τιμές».
Το σχόλιο παρατηρεί σχετικά με το ευμετάβλητο της τουρκικής λίρας και την έλλειψη εμπιστοσύνης: «Ο λόγος δεν είναι μόνο η οικονομική πολιτική της Άγκυρας. Τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική πολιτική της Άγκυρας βλάπτουν τη λίρα. Η εριστική και αυταρχική στάση του Ερντογάν και τον υπουργών του δρα αποτρεπτικά για όσους ενδιαφέρονται πραγματικά για μια σταθερή λίρα: για παράδειγμα τους τουρίστες, τους επιχειρηματίες, τους επενδυτές».
Άνοδο σημείωσε ο πληθωρισμός στην Τουρκία σε ετήσια βάση τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με την στατιστική υπηρεσία της χώρας. Ήδη η τουρκική Κεντρική Τράπεζα είχε υπερδιπλασιάσει τα βασικά επιτόκια από τον Μάιο σε μια προσπάθεια να τον θέσει υπό έλεγχο.
Ο δείκτης τιμών καταναλωτή σημείωσε άνοδο στο 14,60% σε σχέση με το 14,03% τον Νοέμβριο, ανέφερε η TurkStat. Η μεγαλύτερη άνοδος σε ετήσια βάση των τιμών, αφορά σε διάφορα αγαθά και υπηρεσίες στο 28,12%, και ακολουθούν οι τιμές μεταφορών κατά 21,2% και οι τιμές τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών, στο 20,61%. Οι τιμές για είδη ένδυσης και υπόδησης μειώθηκαν 0,32%, και ήταν ο μόνος κλάδος που εμφάνισε πτώση. Σε μηνιαία βάση ο δείκτης τιμών καταναλωτή σημείωσε άνοδο 1,25% τον Δεκέμβριο σε σχέση με το 2,30% τον Νοέμβριο.
Η μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση των τιμών αφορούσε σε οικιακό εξοπλισμό, όπου παρατηρήθηκε άνοδος 3,46%, και οι μεταφορές, με άνοδο 2,64%.
Η αδύναμη λίρα και η ταχεία πιστωτική ανάπτυξη, που οφείλονται στα αρνητικά πραγματικά επιτόκια, διατήρησαν το ρυθμό αύξησης των τιμών σε διψήφια διάρκεια ολόκληρου του έτους. Ο Ν. Αγκμπντάλ, διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας, ανέλαβε μόνο λίγες μέρες μετά την αναθεώρηση του Οκτωβρίου, υποσχόμενος μια απλή νομισματική πολιτική και το κόστος δανεισμού αρκετά υψηλό για να εξουδετερώσει τον πληθωρισμό. Από τότε αύξησε το επιτόκιο αναφοράς κατά 675 μονάδες βάσης στο 17%, , καθώς ο προκάτοχός του προκάλεσε μια περίοδο ταχείας πιστωτικής αύξησης, διατηρώντας τα επιτόκια χαμηλά, υπό την προτροπή του προέδρου Ερντογάν.
Handelsblatt: Στη δίνη του πληθωρισμού η Τουρκία
Στη δίνη του πληθωρισμού, στην οποία βρίσκεται εδώ και καιρό η Τουρκία και στη σοβαρή αποδυνάμωση του τουρκικού νομίσματος αναφέρεται σε σχόλιό της η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt σημειώνοντας: «Πρόκειται για αριθμούς που φαίνονται εν πρώτοις παράλογοι. Η τουρκική Κεντρική Τράπεζα είχε υπερδιπλασιάσει τα βασικά επιτόκια από τον Μάιο σε μια προσπάθεια να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό. Από τον Μάιο έχουν αυξηθεί από 8% σε 17%.
Ωστόσο οι τιμές στην Τουρκία συνεχίζουν να αυξάνονται. Σύμφωνα με την εθνική στατιστική υπηρεσία Tüik, ο πληθωρισμός αυξήθηκε στο 14,6% το 2020, από 11,84% πέρυσι. Κι αυτό παρά το ότι ο Ερντογάν επιχείρησε οικονομική στροφή το φθινόπωρο, με υψηλότερα επιτοκίων και ένα νέο υπ. Οικονομικών. Αυτό δείχνει ότι το πρόβλημα με τη λίρα δεν είναι το βασικό επιτόκιο όσο το γεγονός ότι κανείς δεν εμπιστεύεται πλέον το τουρκικό νόμισμα. Μόνο αν η κυβέρνηση της Άγκυρας πάρει στα σοβαρά αυτό το δίλημμα, θα έχει μια ευκαιρία να σταθεροποιήσει τις τιμές».
Το σχόλιο παρατηρεί σχετικά με το ευμετάβλητο της τουρκικής λίρας και την έλλειψη εμπιστοσύνης: «Ο λόγος δεν είναι μόνο η οικονομική πολιτική της Άγκυρας. Τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική πολιτική της Άγκυρας βλάπτουν τη λίρα. Η εριστική και αυταρχική στάση του Ερντογάν και τον υπουργών του δρα αποτρεπτικά για όσους ενδιαφέρονται πραγματικά για μια σταθερή λίρα: για παράδειγμα τους τουρίστες, τους επιχειρηματίες, τους επενδυτές».