Αυστρία: Φαρμακευτική εταιρεία ζητούσε να χρεώσει 120 ευρώ τη δόση εμβολίου κατά του κοροναϊού
"Με την κοινή διαπραγματευτική θέση, έχουν καταστεί δυνατοί καλύτεροι συμβατικοί όροι, στην αρχή, οι εταιρείες ήθελαν μια απείρως υψηλή τιμή, μάλιστα μία φαρμακευτική εταιρεία ζητούσε να χρεώσει 120 ευρώ ανά δόση εμβολίου Covid-19", είχε αποκαλύψει πρόσφατα ο Κλέμενς 'Αουερ, ο ειδικός εντεταλμένος του αυστριακού υπουργείου Υγείας σε θέματα εμβολίου, σχολιάζοντας τις καθυστερήσεις στην παράδοση εμβολίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
"Οι εταιρείες ήθελαν ρήτρες στις συμβάσεις, όπου όλες οι ρήτρες ευθύνης θα είχαν ακυρωθεί, και εδώ, η δύναμη της αγοράς των 450 εκατομμυρίων κατοίκων παρείχε σημαντικά καλύτερους όρους", πρόσθετε ο ίδιος το περασμένο Σάββατο, όταν η Ευρώπη άρχιζε να συνειδητοποιεί ότι θα βρεθεί αντιμέτωπη με μειώσεις στις ποσότητες και με καθυστερήσεις στην παράδοση εμβολίων, αυτή τη φορά συγκεκριμένα από την εταιρεία AstraZeneca.
Ήδη την Παρασκευή, το ΑΠΕ-ΜΠΕ μετέδιδε από τη Βιέννη ότι πληροφορίες ΜΜΕ στην αυστριακή πρωτεύουσα, που επικαλούνταν πηγές του αυστριακού υπουργείου Υγείας, ανέφεραν πως "η AstraZeneca θα μπορούσε να παραδώσει λιγότερα εμβόλια στην Ευρωπαϊκή Ένωση από ό, τι είχε αρχικά προβλεφθεί, και η αιτία είναι ότι η απόφαση της ΕΕ για την έγκριση του εμβολίου της εταιρείας αναμένεται για τις 29 Ιανουαρίου".
"Σύμφωνα με τις πληροφορίες, οι αυστριακές αρχές είχαν ενημερωθεί σχετικά, μετά από συνομιλία που είχαν νωρίτερα σε τηλεδιάσκεψη με εκπροσώπους της AstraZeneca, η οποία προφανώς προτίθεται να παραδώσει πρώτα σε άλλες χώρες εκτός της ΕΕ".
Την επόμενη ημέρα, Σάββατο 23 Ιανουαρίου, ο Κλέμενς 'Αουερ κατονόμαζε τις ποσότητες παραγγελιών για την ΕΕ: 400 εκατομμύρια δόσεις από την AstraZeneca, 300 εκατομμύρια δόσεις από τη Sanofi, το μέγιστο 600 εκατομμύρια δόσεις από τη BioNTech, 160 εκατομμύρια δόσεις από τη Moderna και τέλος 225 εκατομμύρια δόσεις από την Curevac.
Επιπλέον, πιθανότατα θα υπήρχαν πολλά Novavax και Valneva, ενώ, με την Pfizer λόγω της προσωρινής απόσυρσης των ποσοτήτων παράδοσης "δεν είμαστε ιδιαίτερα ευτυχείς", είχε αναφέρει ο ειδικός εντεταλμένος του αυστριακού υπουργείου Υγείας, σημειώνοντας ότι αυτό θα αντισταθμιστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά "η AstraZeneca έχει σοβαρά προβλήματα με την παραγωγή σε εργοστάσιο στο Βέλγιο".
Ο ίδιος είχε εξηγήσει ότι η "υπερκράτηση" δόσεων εμβολίου από πλευράς της ΕΕ θα αντισταθμίσει τις απώλειες σε ποσότητες παράδοσης τους επόμενους μήνες, αλλά προς το παρόν τα προβλήματα θα παραμείνουν.
"Δεν έχουμε πρόβλημα παραγγελίας, έχουμε πρόβλημα παράδοσης", ανέφερε και, υπεραμυνόμενος της στάσης της ΕΕ και της Αυστρίας επισήμανε ότι γύρω στον Μάρτιο του περασμένου έτους υπήρχε ακόμη η εικόνα ενός αγώνα δρόμου μεταξύ των επιμέρους χωρών για τα εμβόλια Covid, ωστόσο, η ΕΕ μπόρεσε να το αποτρέψει με μια γρήγορη απόφαση, και "λάβαμε μία απόφαση σε σύντομο χρονικό διάστημα να προμηθευτούμε από κοινού".
Ο Κλέμενς 'Αουερ επισήμανε ότι τα κράτη-μέλη της ΕΕ είχαν διαπραγματευτεί από κοινού το χαρτοφυλάκιο των εμβολίων και συμφώνησαν για ταυτόχρονη παράδοση ανάλογα με τον πληθυσμό, "ο κίνδυνος ήταν τεράστιος", αλλά καταμερίστηκε.
"Έχουμε συμφωνίες με επτά κατασκευαστές για περισσότερες από δύο δισεκατομμύρια δόσεις εμβολίων", και με περίπου 450 εκατομμύρια κατοίκους, καταβλήθηκαν προσπάθειες για να διασφαλιστεί η μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια, ανέφερε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, στο πλαίσιο των προπαραγγελιών, η φαρμακευτική βιομηχανία έλαβε από την ΕΕ κυρίως χρήματα για την παραγωγή μελλοντικών εμβολίων SARS-CoV-2: "Πληρώσαμε ως προκαταβολές συνολικά 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ και το κύριο κίνητρο ήταν οι εταιρείες να έχουν αρκετά κεφάλαια για να επενδύσουν στην παραγωγή".
"Οι εταιρείες ήθελαν ρήτρες στις συμβάσεις, όπου όλες οι ρήτρες ευθύνης θα είχαν ακυρωθεί, και εδώ, η δύναμη της αγοράς των 450 εκατομμυρίων κατοίκων παρείχε σημαντικά καλύτερους όρους", πρόσθετε ο ίδιος το περασμένο Σάββατο, όταν η Ευρώπη άρχιζε να συνειδητοποιεί ότι θα βρεθεί αντιμέτωπη με μειώσεις στις ποσότητες και με καθυστερήσεις στην παράδοση εμβολίων, αυτή τη φορά συγκεκριμένα από την εταιρεία AstraZeneca.
Ήδη την Παρασκευή, το ΑΠΕ-ΜΠΕ μετέδιδε από τη Βιέννη ότι πληροφορίες ΜΜΕ στην αυστριακή πρωτεύουσα, που επικαλούνταν πηγές του αυστριακού υπουργείου Υγείας, ανέφεραν πως "η AstraZeneca θα μπορούσε να παραδώσει λιγότερα εμβόλια στην Ευρωπαϊκή Ένωση από ό, τι είχε αρχικά προβλεφθεί, και η αιτία είναι ότι η απόφαση της ΕΕ για την έγκριση του εμβολίου της εταιρείας αναμένεται για τις 29 Ιανουαρίου".
"Σύμφωνα με τις πληροφορίες, οι αυστριακές αρχές είχαν ενημερωθεί σχετικά, μετά από συνομιλία που είχαν νωρίτερα σε τηλεδιάσκεψη με εκπροσώπους της AstraZeneca, η οποία προφανώς προτίθεται να παραδώσει πρώτα σε άλλες χώρες εκτός της ΕΕ".
Την επόμενη ημέρα, Σάββατο 23 Ιανουαρίου, ο Κλέμενς 'Αουερ κατονόμαζε τις ποσότητες παραγγελιών για την ΕΕ: 400 εκατομμύρια δόσεις από την AstraZeneca, 300 εκατομμύρια δόσεις από τη Sanofi, το μέγιστο 600 εκατομμύρια δόσεις από τη BioNTech, 160 εκατομμύρια δόσεις από τη Moderna και τέλος 225 εκατομμύρια δόσεις από την Curevac.
Επιπλέον, πιθανότατα θα υπήρχαν πολλά Novavax και Valneva, ενώ, με την Pfizer λόγω της προσωρινής απόσυρσης των ποσοτήτων παράδοσης "δεν είμαστε ιδιαίτερα ευτυχείς", είχε αναφέρει ο ειδικός εντεταλμένος του αυστριακού υπουργείου Υγείας, σημειώνοντας ότι αυτό θα αντισταθμιστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά "η AstraZeneca έχει σοβαρά προβλήματα με την παραγωγή σε εργοστάσιο στο Βέλγιο".
Ο ίδιος είχε εξηγήσει ότι η "υπερκράτηση" δόσεων εμβολίου από πλευράς της ΕΕ θα αντισταθμίσει τις απώλειες σε ποσότητες παράδοσης τους επόμενους μήνες, αλλά προς το παρόν τα προβλήματα θα παραμείνουν.
"Δεν έχουμε πρόβλημα παραγγελίας, έχουμε πρόβλημα παράδοσης", ανέφερε και, υπεραμυνόμενος της στάσης της ΕΕ και της Αυστρίας επισήμανε ότι γύρω στον Μάρτιο του περασμένου έτους υπήρχε ακόμη η εικόνα ενός αγώνα δρόμου μεταξύ των επιμέρους χωρών για τα εμβόλια Covid, ωστόσο, η ΕΕ μπόρεσε να το αποτρέψει με μια γρήγορη απόφαση, και "λάβαμε μία απόφαση σε σύντομο χρονικό διάστημα να προμηθευτούμε από κοινού".
Ο Κλέμενς 'Αουερ επισήμανε ότι τα κράτη-μέλη της ΕΕ είχαν διαπραγματευτεί από κοινού το χαρτοφυλάκιο των εμβολίων και συμφώνησαν για ταυτόχρονη παράδοση ανάλογα με τον πληθυσμό, "ο κίνδυνος ήταν τεράστιος", αλλά καταμερίστηκε.
"Έχουμε συμφωνίες με επτά κατασκευαστές για περισσότερες από δύο δισεκατομμύρια δόσεις εμβολίων", και με περίπου 450 εκατομμύρια κατοίκους, καταβλήθηκαν προσπάθειες για να διασφαλιστεί η μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια, ανέφερε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, στο πλαίσιο των προπαραγγελιών, η φαρμακευτική βιομηχανία έλαβε από την ΕΕ κυρίως χρήματα για την παραγωγή μελλοντικών εμβολίων SARS-CoV-2: "Πληρώσαμε ως προκαταβολές συνολικά 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ και το κύριο κίνητρο ήταν οι εταιρείες να έχουν αρκετά κεφάλαια για να επενδύσουν στην παραγωγή".