Βαρθολομαίος: Δικαίως η Ελληνική διεκδικεί τον τίτλο της «μητρικής γλώσσας του πνεύματος»
Στην καταλυτική επίδραση της ελληνικής γλώσσας στον παγκόσμιο πολιτισμό και στην εκφραστική της δύναμη, αναφέρθηκε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, σε μαγνητοσκοπημένο χαιρετισμό του, ο οποίος μεταδόθηκε κατά τη διάρκεια της διαδικτυακής εκδήλωσης «Σεφέρης - Ελύτης: από την Ελλάδα στον Κόσμο», που διοργάνωσε το Γενικό Προξενείο της Ελλάδος στην Πόλη, σήμερα, Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας.
«Δικαίως, η Ελληνική διεκδικεί τον τίτλο της ‘'μητρικής γλώσσας του πνεύματος''. Εάν ‘'κλασικό'' είναι αυτό που απηχεί τις κοινές αναζητήσεις των ανθρώπων και υπερβαίνει τα όρια του πολιτισμού μέσα στον οποίο δημιουργήθηκε, τότε η ελληνική γλώσσα είναι πραγματικά κλασική, ‘'κτήμα ες αεί'' της ανθρωπότητας», επισήμανε, μεταξύ άλλων, ο Παναγιώτατος.
To πλήρες κείμενο του χαιρετισμού του Οικουμενικού Πατριάρχη για την Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας:
«Ευγενεστάτη κυρία Γενική Πρόξενε της Ελλάδος στην Πόλη,
Ελλογιμώτατε κύριε Συντονιστά Εκπαίδευσης,
Αγαπητοί συμμετέχοντες στη διαδικτυακή αυτή εκδήλωση,
Ανάμεσα στις πολλές αλλαγές, τις οποίες έφερε στη ζωή μας η πανδημία, ευρίσκεται και η καθιέρωση της διαδικτυακής επικοινωνίας. Ως εκ τούτου, και σήμερα, στην Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας, αφιερωμένη εφέτος στους δύο νομπελίστες Έλληνες ποιητές, τον Γεώργιο Σεφέρη και τον Οδυσσέα Ελύτη, με αφορμή δύο επετείους, τα πενήντα χρόνια από τον θάνατο του πρώτου και τα 110 χρόνια από τη γέννηση του δευτέρου, απευθυνόμαστε σε εσάς μέσω διαδικτύου. Συγχαίρουμε τους οργανωτές και ευχόμαστε καλήν επιτυχίαν σε αυτή την ωραία εκδήλωση.
Η Ελληνική, η γλώσσα του Ομήρου και της Σαπφούς, των Τραγικών και των φιλοσόφων, του Αριστοφάνους και του Θουκυδίδου, της Καινής Διαθήκης και των Πατέρων της Εκκλησίας, της Θείας λατρείας και της υμνολογίας, είναι μια γλώσσα ξεχωριστή ανάμεσα στις 2700 γλώσσες του κόσμου. Ελληνικές είναι οι κομβικές έννοιες του παγκόσμιου πολιτισμού: λόγος, διάλογος, δημοκρατία, ηθική, πολιτική, μουσική, φυσική, ιστορία, παιδαγωγική, θεωρία, πράξις, ανθρωπολογία και αμέτρητες άλλες.
Η γλώσσα εκφράζει την ταυτότητα και την ποιότητα του πολιτισμού στον οποίον ανήκει. Δεν είναι απλώς μέσον επικοινωνίας, αλλά ‘’φορεύς ηθικών αξιών’’, όπως σημειώνει ο Ελύτης. Όντως, μέσα από την γλώσσα περνά ολόκληρος πολιτισμός. Ως κατεξοχήν ‘’φιλοσοφική γλώσσα’’, η Ελληνική, κατονομάζει πρωτίστως την ουσία, το είναι, τη διάσταση του βάθους των πραγμάτων, και όχι τη χρησιμότητά τους. Στα ελληνικά έχουν γραφή σπουδαιότατα έργα της ανθρωπίνης διανοίας. Έχει λεχθή ότι οι φιλοσοφούντες, όπου γης, ‘’στοχάζονται ελληνικά’’, και ότι όποιος μιλά ελληνικά είναι ‘’σχεδόν αδύνατον να μη φιλοσοφή’’.
Εμείς προσθέτουμε ότι οι ομιλούντες την ελληνική γλώσσα είναι αδύνατον να μη θεολογούμε. Δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός, ότι η Ελληνική κατέστη η αξονική γλώσσα της χριστιανικής θεολογίας. Χάρη σε αυτήν, επετεύχθη ένας φιλοσοφικός και θεολογικός άθλος, το ‘’καινοτομείν τα ονόματα’’, η αυθεντική έκφραση της εμπειρίας της εν Χριστώ σωτηρίας, με την ορολογία της ελληνικής φιλοσοφίας. Αυτή η σύζευξη Ελληνισμού και Χριστιανισμού απετέλεσε καθοριστικό σταθμό, όχι μόνον στην εξέλιξη της φιλοσοφίας και της θεολογίας, αλλά και, γενικώτερα, στην ιστορία του πολιτισμού.
Δικαίως, η Ελληνική διεκδικεί τον τίτλο της ‘’μητρικής γλώσσας του πνεύματος’’. Εάν ‘’κλασικό’’ είναι αυτό που απηχεί τις κοινές αναζητήσεις των ανθρώπων και υπερβαίνει τα όρια του πολιτισμού μέσα στον οποίο δημιουργήθηκε, τότε η ελληνική γλώσσα είναι πραγματικά κλασική, ‘’κτήμα ες αεί’’ της ανθρωπότητας.
Με αυτήν την έννοια, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι την πολιτισμική ταυτότητα και ιδιοπροσωπία του Γένους μας συγκροτούν η ελληνική γλώσσα και η Ορθόδοξη πίστη, στην ουσιαστική αλληλοπεριχώρησή τους. ‘’Μονάχα μέσα από την πίστη και τη γλώσσα μας σωθήκαμε ως σήμερα, και μονάχα μέσα από αυτά τα δύο θα σωθούμε αύριο’’, γράφει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος.
Αγαπητοί φίλοι,
Αποτίουμε σήμερα φόρον τιμής στην ελληνική γλώσσα, στη μεγάλη προσφορά της στον παγκόσμιο πολιτισμό, στα γράμματα και τις επιστήμες, στη δημοκρατία και την επικοινωνία. Και τιμούμε τους δύο μεγάλους ποιητές μας, τον Σεφέρη και τον Ελύτη, για το έργο τους, το ποιητικό, το μεταφραστικό, τα υπέροχα δοκίμιά τους, την ξεχωριστή παρουσία τους στην πνευματική ζωή, το άφθαστο κάλλος του λόγου τους. Συνέβαλαν στην ανάδειξη της εκφραστικής δύναμης της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας, μιας γλώσσας ‘’ζωντανής, εύρωστης, πεισματάρας και χαριτωμένης’’, όπως έγραφε ο Σεφέρης, ‘’κόρης από μεγάλη γενιά’’. Όλα αυτά ισχύουν, πέρα από τις ‘’κατασκευασμένες πολώσεις’’ μεταξύ αρχαΐζουσας και δημοτικής, αφού η γλώσσα πρέπει να τρέφεται από τις ρίζες της, ‘’τις ρίζες των χιλιάδων ετών που προηγούνται’’. ‘’Μετά 3.000 χρόνια’’, σημειώνει ο Ελύτης, ‘’ο ίδιος λαός στην ίδια γη εξακολουθεί να ομιλεί την ίδια γλώσσα, με την έννοια ότι και ο λιγότερο εγγράμματος, κυρίως αυτός, ο οπωροπώλης και ο αρτοποιός, εξακολουθεί να λέει τον ουρανό ουρανό και την θάλασσα θάλασσα’’.
Μέσα στον σύγχρονο κόσμο της τεχνοκρατίας, του οικονομισμού, των αριθμών και των ποσοτικών κριτηρίων, ηχεί ο λόγος των ποιητών μας για τις απαράμιλλες αξίες της παράδοσής μας, για την Ευρώπη, για τον πολιτισμό, για την τέχνη, η οποία μεγαλώνει το μυστήριο του κόσμου, οξύνει το αισθητήριο για την ομορφιά και την αλήθεια των πραγμάτων.
Στην ομιλία του, στη Στοκχόλμη, κατά την τελετή απονομής του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας, στις 10 Δεκεμβρίου 1979, ο Οδυσσέας Ελύτης, αφού υπενθύμισε ότι στην ιστορία της ελληνικής γλώσσας, ‘’στο μάκρος είκοσι πέντε αιώνων, δεν υπήρξε ούτε ένας που να μη γράφτηκε ποίηση’’, πρόσθεσε με νόημα: ‘’Τότε όμως η Ποίηση; Τι αντιπροσωπεύει μέσα σε μια τέτοια κοινωνία; Απαντώ: τον μόνο χώρο, όπου η δύναμη του αριθμού δεν έχει πέραση’’.
Με αυτές τις σκέψεις, επαινούμε ακόμη μία φορά όλους εκείνους που είχαν την πρωτοβουλία της σημερινής διαδικτυακής εκδήλωσης και την ευθύνη για την πραγματοποίησή της και ευχόμαστε σε όλους εσάς τους συμμετέχοντες όλα τα καλά του Θεού».
«Δικαίως, η Ελληνική διεκδικεί τον τίτλο της ‘'μητρικής γλώσσας του πνεύματος''. Εάν ‘'κλασικό'' είναι αυτό που απηχεί τις κοινές αναζητήσεις των ανθρώπων και υπερβαίνει τα όρια του πολιτισμού μέσα στον οποίο δημιουργήθηκε, τότε η ελληνική γλώσσα είναι πραγματικά κλασική, ‘'κτήμα ες αεί'' της ανθρωπότητας», επισήμανε, μεταξύ άλλων, ο Παναγιώτατος.
To πλήρες κείμενο του χαιρετισμού του Οικουμενικού Πατριάρχη για την Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας:
«Ευγενεστάτη κυρία Γενική Πρόξενε της Ελλάδος στην Πόλη,
Ελλογιμώτατε κύριε Συντονιστά Εκπαίδευσης,
Αγαπητοί συμμετέχοντες στη διαδικτυακή αυτή εκδήλωση,
Ανάμεσα στις πολλές αλλαγές, τις οποίες έφερε στη ζωή μας η πανδημία, ευρίσκεται και η καθιέρωση της διαδικτυακής επικοινωνίας. Ως εκ τούτου, και σήμερα, στην Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας, αφιερωμένη εφέτος στους δύο νομπελίστες Έλληνες ποιητές, τον Γεώργιο Σεφέρη και τον Οδυσσέα Ελύτη, με αφορμή δύο επετείους, τα πενήντα χρόνια από τον θάνατο του πρώτου και τα 110 χρόνια από τη γέννηση του δευτέρου, απευθυνόμαστε σε εσάς μέσω διαδικτύου. Συγχαίρουμε τους οργανωτές και ευχόμαστε καλήν επιτυχίαν σε αυτή την ωραία εκδήλωση.
Η Ελληνική, η γλώσσα του Ομήρου και της Σαπφούς, των Τραγικών και των φιλοσόφων, του Αριστοφάνους και του Θουκυδίδου, της Καινής Διαθήκης και των Πατέρων της Εκκλησίας, της Θείας λατρείας και της υμνολογίας, είναι μια γλώσσα ξεχωριστή ανάμεσα στις 2700 γλώσσες του κόσμου. Ελληνικές είναι οι κομβικές έννοιες του παγκόσμιου πολιτισμού: λόγος, διάλογος, δημοκρατία, ηθική, πολιτική, μουσική, φυσική, ιστορία, παιδαγωγική, θεωρία, πράξις, ανθρωπολογία και αμέτρητες άλλες.
Η γλώσσα εκφράζει την ταυτότητα και την ποιότητα του πολιτισμού στον οποίον ανήκει. Δεν είναι απλώς μέσον επικοινωνίας, αλλά ‘’φορεύς ηθικών αξιών’’, όπως σημειώνει ο Ελύτης. Όντως, μέσα από την γλώσσα περνά ολόκληρος πολιτισμός. Ως κατεξοχήν ‘’φιλοσοφική γλώσσα’’, η Ελληνική, κατονομάζει πρωτίστως την ουσία, το είναι, τη διάσταση του βάθους των πραγμάτων, και όχι τη χρησιμότητά τους. Στα ελληνικά έχουν γραφή σπουδαιότατα έργα της ανθρωπίνης διανοίας. Έχει λεχθή ότι οι φιλοσοφούντες, όπου γης, ‘’στοχάζονται ελληνικά’’, και ότι όποιος μιλά ελληνικά είναι ‘’σχεδόν αδύνατον να μη φιλοσοφή’’.
Εμείς προσθέτουμε ότι οι ομιλούντες την ελληνική γλώσσα είναι αδύνατον να μη θεολογούμε. Δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός, ότι η Ελληνική κατέστη η αξονική γλώσσα της χριστιανικής θεολογίας. Χάρη σε αυτήν, επετεύχθη ένας φιλοσοφικός και θεολογικός άθλος, το ‘’καινοτομείν τα ονόματα’’, η αυθεντική έκφραση της εμπειρίας της εν Χριστώ σωτηρίας, με την ορολογία της ελληνικής φιλοσοφίας. Αυτή η σύζευξη Ελληνισμού και Χριστιανισμού απετέλεσε καθοριστικό σταθμό, όχι μόνον στην εξέλιξη της φιλοσοφίας και της θεολογίας, αλλά και, γενικώτερα, στην ιστορία του πολιτισμού.
Δικαίως, η Ελληνική διεκδικεί τον τίτλο της ‘’μητρικής γλώσσας του πνεύματος’’. Εάν ‘’κλασικό’’ είναι αυτό που απηχεί τις κοινές αναζητήσεις των ανθρώπων και υπερβαίνει τα όρια του πολιτισμού μέσα στον οποίο δημιουργήθηκε, τότε η ελληνική γλώσσα είναι πραγματικά κλασική, ‘’κτήμα ες αεί’’ της ανθρωπότητας.
Με αυτήν την έννοια, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι την πολιτισμική ταυτότητα και ιδιοπροσωπία του Γένους μας συγκροτούν η ελληνική γλώσσα και η Ορθόδοξη πίστη, στην ουσιαστική αλληλοπεριχώρησή τους. ‘’Μονάχα μέσα από την πίστη και τη γλώσσα μας σωθήκαμε ως σήμερα, και μονάχα μέσα από αυτά τα δύο θα σωθούμε αύριο’’, γράφει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος.
Αγαπητοί φίλοι,
Αποτίουμε σήμερα φόρον τιμής στην ελληνική γλώσσα, στη μεγάλη προσφορά της στον παγκόσμιο πολιτισμό, στα γράμματα και τις επιστήμες, στη δημοκρατία και την επικοινωνία. Και τιμούμε τους δύο μεγάλους ποιητές μας, τον Σεφέρη και τον Ελύτη, για το έργο τους, το ποιητικό, το μεταφραστικό, τα υπέροχα δοκίμιά τους, την ξεχωριστή παρουσία τους στην πνευματική ζωή, το άφθαστο κάλλος του λόγου τους. Συνέβαλαν στην ανάδειξη της εκφραστικής δύναμης της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας, μιας γλώσσας ‘’ζωντανής, εύρωστης, πεισματάρας και χαριτωμένης’’, όπως έγραφε ο Σεφέρης, ‘’κόρης από μεγάλη γενιά’’. Όλα αυτά ισχύουν, πέρα από τις ‘’κατασκευασμένες πολώσεις’’ μεταξύ αρχαΐζουσας και δημοτικής, αφού η γλώσσα πρέπει να τρέφεται από τις ρίζες της, ‘’τις ρίζες των χιλιάδων ετών που προηγούνται’’. ‘’Μετά 3.000 χρόνια’’, σημειώνει ο Ελύτης, ‘’ο ίδιος λαός στην ίδια γη εξακολουθεί να ομιλεί την ίδια γλώσσα, με την έννοια ότι και ο λιγότερο εγγράμματος, κυρίως αυτός, ο οπωροπώλης και ο αρτοποιός, εξακολουθεί να λέει τον ουρανό ουρανό και την θάλασσα θάλασσα’’.
Μέσα στον σύγχρονο κόσμο της τεχνοκρατίας, του οικονομισμού, των αριθμών και των ποσοτικών κριτηρίων, ηχεί ο λόγος των ποιητών μας για τις απαράμιλλες αξίες της παράδοσής μας, για την Ευρώπη, για τον πολιτισμό, για την τέχνη, η οποία μεγαλώνει το μυστήριο του κόσμου, οξύνει το αισθητήριο για την ομορφιά και την αλήθεια των πραγμάτων.
Στην ομιλία του, στη Στοκχόλμη, κατά την τελετή απονομής του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας, στις 10 Δεκεμβρίου 1979, ο Οδυσσέας Ελύτης, αφού υπενθύμισε ότι στην ιστορία της ελληνικής γλώσσας, ‘’στο μάκρος είκοσι πέντε αιώνων, δεν υπήρξε ούτε ένας που να μη γράφτηκε ποίηση’’, πρόσθεσε με νόημα: ‘’Τότε όμως η Ποίηση; Τι αντιπροσωπεύει μέσα σε μια τέτοια κοινωνία; Απαντώ: τον μόνο χώρο, όπου η δύναμη του αριθμού δεν έχει πέραση’’.
Με αυτές τις σκέψεις, επαινούμε ακόμη μία φορά όλους εκείνους που είχαν την πρωτοβουλία της σημερινής διαδικτυακής εκδήλωσης και την ευθύνη για την πραγματοποίησή της και ευχόμαστε σε όλους εσάς τους συμμετέχοντες όλα τα καλά του Θεού».