Ειδικές εισηγήτριες του ΟΗΕ ζητούν διεθνή έρευνα για τη δηλητηρίαση του Ναβάλνι
Δύο ανεξάρτητες εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ ζήτησαν τη Δευτέρα τη διενέργεια διεθνούς έρευνας για τη δηλητηρίαση τον Αύγουστο του κύριου αντιπάλου του Κρεμλίνου Αλεξέι Ναβάλνι, του οποίου ζητούν την «άμεση απελευθέρωση».
Να διαλευκανθεί η υπόθεση Ναβάλνι
«Δεδομένης της ανεπαρκούς απάντησης των εθνικών αρχών, της χρήσης απαγορευμένων χημικών όπλων, πιστεύουμε ότι μια διεθνής έρευνα θα πρέπει να διεξαχθεί κατεπειγόντως προκειμένου να διαπιστωθούν τα πραγματικά περιστατικά και να διαλευκανθούν όλες οι συνθήκες που αφορούν τη δηλητηρίαση του Ναβάλνι», δηλώνουν σε ανακοίνωση η Ανιές Καλαμάρ, Ειδική Εισηγήτρια για τις εξωδικαστικές, αυθαίρετες και με συνοπτικές διαδικασίες εκτελέσεις, και η Ιρέν Χαν, Ειδική Εισηγήτρια για την προώθηση και την προστασία της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης. «Θεωρούμε ότι η δηλητηρίαση του Ναβάλνι με (τον νευροτοξικό παράγοντα) Νόβιτσοκ διαπράχθηκε σκόπιμα για να σταλεί σαφής και απειλητική προειδοποίηση ότι αυτή θα είναι η τύχη οποιουδήποτε επικρίνει την κυβέρνηση και αντιταχθεί σε αυτήν. Το Νόβιτσοκ επιλέχθηκε ακριβώς για να προκαλέσει τον φόβο», προσθέτουν.
Οι δύο εισηγήτριες του ΟΗΕ, των οποίων η γνώμη δεν δεσμεύει τον ΟΗΕ, ζητούν από τον Αύγουστο από τη ρωσική κυβέρνηση να εξασφαλίσει ότι "μια αξιόπιστη, διαφανής έρευνα που σέβεται τους διεθνείς κανόνες θα διενεργηθεί γρήγορα και τα συμπεράσματα θα δημοσιοποιηθούν". Εκτιμώντας την απάντηση των αρχών μη ικανοποιητική, οι δύο εισηγήτριες υπογραμμίζουν ότι η διεθνής έρευνα είναι «ιδιαίτερα καθοριστική τώρα που ο Ναβάλνι κρατείται από τη ρωσική κυβέρνηση και υπόκειται στον έλεγχό της». «Καλούμε τη ρωσική κυβέρνηση να ζητήσει ή να επιτρέψει μια έρευνα αυτού του είδους», γράφουν.
Η ρωσική δικαιοσύνη επιβεβαίωσε την περασμένη εβδομάδα την καταδίκη του 44χρονου ακτιβιστή κατά της διαφθοράς σε μια υπόθεση απάτης που χρονολογείται από το 2014 και την οποία ο άμεσα ενδιαφερόμενος, πολλές δυτικές πρωτεύουσες και ΜΚΟ καταγγέλλουν ότι έχει πολιτικά κίνητρα.
Η σύλληψη του Αλεξέι Ναβάλνι στις 17 Ιανουαρίου, προκάλεσε στη Ρωσία μεγάλες διαδηλώσεις, στις οποίες οι αρχές απάντησαν με περισσότερες από 11.000 συλλήψεις, οι οποίες γενικά συνοδεύτηκαν από πρόστιμα και ποινές φυλάκισης.
Να διαλευκανθεί η υπόθεση Ναβάλνι
«Δεδομένης της ανεπαρκούς απάντησης των εθνικών αρχών, της χρήσης απαγορευμένων χημικών όπλων, πιστεύουμε ότι μια διεθνής έρευνα θα πρέπει να διεξαχθεί κατεπειγόντως προκειμένου να διαπιστωθούν τα πραγματικά περιστατικά και να διαλευκανθούν όλες οι συνθήκες που αφορούν τη δηλητηρίαση του Ναβάλνι», δηλώνουν σε ανακοίνωση η Ανιές Καλαμάρ, Ειδική Εισηγήτρια για τις εξωδικαστικές, αυθαίρετες και με συνοπτικές διαδικασίες εκτελέσεις, και η Ιρέν Χαν, Ειδική Εισηγήτρια για την προώθηση και την προστασία της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης. «Θεωρούμε ότι η δηλητηρίαση του Ναβάλνι με (τον νευροτοξικό παράγοντα) Νόβιτσοκ διαπράχθηκε σκόπιμα για να σταλεί σαφής και απειλητική προειδοποίηση ότι αυτή θα είναι η τύχη οποιουδήποτε επικρίνει την κυβέρνηση και αντιταχθεί σε αυτήν. Το Νόβιτσοκ επιλέχθηκε ακριβώς για να προκαλέσει τον φόβο», προσθέτουν.
Οι δύο εισηγήτριες του ΟΗΕ, των οποίων η γνώμη δεν δεσμεύει τον ΟΗΕ, ζητούν από τον Αύγουστο από τη ρωσική κυβέρνηση να εξασφαλίσει ότι "μια αξιόπιστη, διαφανής έρευνα που σέβεται τους διεθνείς κανόνες θα διενεργηθεί γρήγορα και τα συμπεράσματα θα δημοσιοποιηθούν". Εκτιμώντας την απάντηση των αρχών μη ικανοποιητική, οι δύο εισηγήτριες υπογραμμίζουν ότι η διεθνής έρευνα είναι «ιδιαίτερα καθοριστική τώρα που ο Ναβάλνι κρατείται από τη ρωσική κυβέρνηση και υπόκειται στον έλεγχό της». «Καλούμε τη ρωσική κυβέρνηση να ζητήσει ή να επιτρέψει μια έρευνα αυτού του είδους», γράφουν.
Η ρωσική δικαιοσύνη επιβεβαίωσε την περασμένη εβδομάδα την καταδίκη του 44χρονου ακτιβιστή κατά της διαφθοράς σε μια υπόθεση απάτης που χρονολογείται από το 2014 και την οποία ο άμεσα ενδιαφερόμενος, πολλές δυτικές πρωτεύουσες και ΜΚΟ καταγγέλλουν ότι έχει πολιτικά κίνητρα.
Η σύλληψη του Αλεξέι Ναβάλνι στις 17 Ιανουαρίου, προκάλεσε στη Ρωσία μεγάλες διαδηλώσεις, στις οποίες οι αρχές απάντησαν με περισσότερες από 11.000 συλλήψεις, οι οποίες γενικά συνοδεύτηκαν από πρόστιμα και ποινές φυλάκισης.