Αναστασιάδης: Ο στόχος για δύο κράτη δεν μπορεί να πραγματωθεί
Ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας παραχώρησε συνέντευξη στην ΕΡΤ
Λίγο πριν από τη σύγκληση της πενταμερούς άτυπης συνάντησης στη Γενεύη για το Κυπριακό, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, μιλά στην ανταποκρίτρια της ΕΡΤ στην Κύπρο, Μανιάνα Καλογεράκη. Η συνέντευξη μεταδίδεται στην ενημερωτική εκπομπή της ΕΡΤ1 «Ειδικές Αποστολές – live» στις 23:00, με τον Φάνη Παπαθανασίου.
Για το πρόσφατο ταξίδι του στην Ελλάδα, τα ευρω-τουρκικά, την διαχείριση της Πανδημίας, καθώς και το όραμά του για λύση του Κυπριακού μίλησε στην ΕΡΤ ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.
Για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση:
«Νιώθω ιδιαίτερα περήφανος για ό,τι παρακολούθησα, για την οργάνωση και για τις εκδηλώσεις, με την ευκαιρία των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση. Το δεύτερο, εξίσου σημαντικό με βάση τα τρέχοντα είναι η διαπίστωση για άλλη μια φορά της αποφασιστικότητας, τόσο της Ελληνικής, όσο και της Κυπριακής Κυβερνήσεως, να υπάρχει μια στενότατη συνεργασία, όπως διαγράφεται μετά το ‘74, δηλαδή οι εκάστοτε κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως ιδεολογικού χρώματος, να θεωρούν ή να θέτουν πέρα και πάνω από όλα το Κυπριακό και τα όσα παρακολουθούμε πλέον με τις παραβιάσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο, ως μείζονος εθνικής σημασίας θέματα. Και συνεπώς, μια άψογη μεταξύ μας συνεργασία που επιτυγχάνεται μέσα από το συγχρονισμό δράσεων, ενεργειών, παρεμβάσεων κλπ. Επομένως, εκφράζω την απόλυτη ικανοποίησή μου για το άριστο επίπεδο συνεργασίας που παρατηρείται μεταξύ των κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδας», ανέφερε ο κος Αναστασιάδης για να προσθέσει:
«Είτε το θέλουμε είτε όχι, οι όποιες εχθρικές ενέργειες εναντίον είτε της Ελλάδας είτε της Κύπρου έχουν ένα κοινό γνώρισμα: Την επιθετικότητα, την παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και συνεπώς υπάρχει η σύμπτωση θέσεων όσον αφορά την προάσπιση των δικαιωμάτων δύο κυρίαρχων ανεξαρτήτων κρατών. Το ίδιο θα συνέβαινε αν ένα εκ των άλλων συνεργαζομένων κρατών αντιμετώπιζε τα ίδια φαινόμενα. Εκείνο όμως που ιδιαίτερα χαρακτηρίζει τα προβλήματα που η Ελλάδα και η Κύπρος σήμερα αντιμετωπίζουν είναι και – αν θέλετε – οι ανέκαθεν στενές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και συνεπώς δεν είναι θέμα διαχωρισμού ή κοινού δόγματος, είναι θέμα κοινών θέσεων: Πώς αντιμετωπίζεται η τουρκική προκλητικότητα. Διότι εάν επιτύχει στην μία από τις δύο εκείνα τα οποία επιδιώκει, θα είναι οπωσδήποτε εις βάρος και των συμφερόντων της άλλης χώρας, διότι κατ’αυτόν τον τρόπο θα ενθαρρυνθεί και θα αντιδράσει κατ’ανάλογο τρόπο, διεκδικώντας και παραβιάζοντας το Διεθνές Δίκαιο, είτε εδάφη, είτε θαλάσσιες περιοχές που δεν της ανήκουν. Συνεπώς υπάρχει και αυτό είναι σημαντικό, η κοινή πρόκληση, σε δύο κράτη, που τα συντηρούν προαιώνιοι δεσμοί, που δεν παύουν να είναι ανεξάρτητα κράτη, αλλά και πού δεν παύουν να έχουν κοινές αντιλήψεις και κοινά συμφέροντα όσον αφορά την παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας».
Ο Νίκος Αναστασιάδης απαντά αν κατά τη γνώμη του η μετάβαση των Ευρωπαίων αξιωματούχων στην Τουρκία θα επιφέρει θετικά αποτελέσματα:
«Δεν θα διαφωνήσω ποσώς, εξού και οι πρωτοβουλίες που με τον Ελληνα πρωθυπουργό έχουμε αναλάβει, θέτοντας τα τελευταία δύο χρόνια σε κάθε Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την παραβατικότητα και την παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου από πλευράς Τουρκίας. Το δόγμα αλληλεγγύης που επικρατεί μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών δεν επιτρέπει την αδιαφορία από πλευράς Ευρώπης. Διαπιστώνονται οι παραβατικές συμπεριφορές της Τουρκίας, διαπιστώνεται η έντονη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου είτε με τις γεωτρήσεις στην Κύπρο, είτε με τις παραβιάσεις της ελληνικής ΑΟΖ, είτε ακόμη όσα μαρτυρούνται για την Αμμόχωστο. Συνεπώς αυτό το οποίο επιδιώξαμε είναι να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον και παρά τα συμφέροντα χωρών – μελών της ΕΕ που τυγχάνουν εξάρτησης από την τουρκική οικονομία, έγινε κατορθωτό τουλάχιστον να μπουν οι βασικές προϋποθέσεις ή τα προαπαιτούμενα, προκειμένου η θετική όπως λέγεται ατζέντα, δηλαδή η θετική προοπτική βελτίωσης των σχέσεων μεταξύ Ευρώπης-Τουρκίας, να περνά και από την μη παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας ή την μη επανάληψη των παραβατικών συμπεριφορών έναντι της Κύπρου. Δεν είναι ανάγκη να πω ονομαστικά, αλλά οπωσδήποτε υπάρχουν οι χώρες που είτε λόγω της πολεμικής τους βιομηχανίας, είτε λόγω της έκθεσης του τραπεζικού τους συστήματος στην τουρκική οικονομία δεν θα ήθελαν, εν όψει και της κακής οικονομικής κατάστασης της χώρας, δεν θα ήθελαν να δημιουργήσουν ακόμα ένα πρόβλημα που θα επιδείνωνε περισσότερο την ήδη κακή κατάσταση της τουρκικής οικονομίας. Είναι και τα συμφέροντα μέσα από τις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων. Ετσι, βλέπουμε, τρεις από τις μεγάλες χώρες να έχουν ισχυρές θέσεις όσον αφορά την μη επιβολή κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας κατά τις σημειωθείσες παραβατικές συμπεριφορές».
Σε σχετικό ερώτημα αν έχει θέσει το θέμα στις εν λόγω χώρες απαντά:
«Βεβαιότατα. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο Ελληνας πρωθυπουργός, έχουμε την φραστική στήριξη, αυτό που λείπει είναι η πρακτική στήριξη. Κατά την πρόσφατη τηλεδιάσκεψη με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ έχουμε καταστήσει ξεκάθαρο πως μας ενδιαφέρει η βελτίωση των σχέσεων με την Τουρκία – αυτό θα ήταν το ιδανικό – αλλά υπό την αίρεση ότι δεν θα επαναλάβει αυτό που φαινομενικά αυτήν την περίοδο παρατηρείται: Δηλαδή την μη επανάληψη, την μη παρουσία τουρκικών πλοίων, προκλητικών ενεργειών κοκ. Αυτό θα πρέπει να διαπιστωθεί ότι θα είναι διάρκειας και όχι πρόσκαιρα χάριν του επιδιωκόμενου στόχου, δηλαδή να τύχει μιας απόφασης για συζήτηση θεμάτων που αφορούν την Τουρκία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως είναι η τελωνειακή ένωση και η απελευθέρωση θεώρησης διαβατηρίων κοκ».
Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν διστάζει να θέσει θέμα βέτο στην τελωνειακή σύνδεση Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας αν η τελευταία δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της έναντι των κρατών μελών.
«Εχω κάνει ξεκάθαρο προς τον Σαρλ Μισέλ όπως και στην Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν ότι εάν και εφόσον η Τουρκία δεν εφαρμόσει τις υποχρεώσεις της έναντι του συνόλου των κρατών της ΕΕ , δεν μπορεί να τύχουν της δικής μας σύμφωνου θέσης. Θα είμαστε αντίθετοι, συνεπώς θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψιν και από τους Ευρωπαίους εταίρους και από την Τουρκία ότι δεν μπορεί να συνεχίσει η συμπεριφορά της Τουρκίας, της μη αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας ή των υποχρεώσεών της που προκύπτουν έναντι του συνόλου των κρατών. Αυτό το έχω κάνει ξεκάθαρο και δεν υπάρχει θέμα υπαναχώρισης». Αρα, μιλάτε για άσκηση βέτο σε περίπτωση που η Τουρκία δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της;, ερωτάται. «Χωρίς αμφιβολία».
H πενταμερής
«Αυτό που γνωρίζω είναι πόσο αποφασιστικός είμαι, πόσο έτοιμος είμαι, να συμμετάσχω με καλή θέληση σε έναν πραγματικά δημιουργικό διάλογο που θα δημιουργήσει τις προοπτικές συνέχισης των συνομιλιών για λύση του Κυπριακού από εκεί όπου έμειναν στο Κρανς Μοντανά. Eχουμε επιτύχει μέχρι σήμερα σωρεία συγκλίσεων, τα θέματα Νομοθετικής και Δικαστικής εξουσίας έχουν συμφωνηθεί. Παραμένουν βεβαίως σημαντικά προβλήματα προς λύση. Τα θέματα εκτελεστικής σε ένα βαθμό, τα θέματα του περιουσιακού, τα θέματα των εδαφικών αναπροσαρμογών, τα εξίσου και πάρα πολύ σημαντικά θέματα των εγγυήσεων και της παρουσίας στρατευμάτων. Ακούγοντας τις θέσεις που εκφράζονται από τουρκικής κυβερνήσεως και από τον τ/κ ηγέτη, εάν αυτή θα είναι η εμμονική θέση, δηλαδή η θέση των δύο κρατών, όπως και της κυριαρχικής ισότητας, όπως την ερμηνεύουν, δεν θα έλεγα ότι είμαι αισιόδοξος. Αυτό που ξέρω είναι ότι μεταβαίνω, θα είμαι θετικός, θετικότατος στο να δημιουργηθούν οι συνθήκες που θα μας επιτρέψουν επιτέλους να ξεπεραστούν οι όποιες αντιλήψεις που δεν έχουν να κάνουν με το συμφέρον των Κυπρίων , Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, αλλά με τα συμφέροντα της Τουρκίας.
Για όλα τα θέματα που εμπεριέχονται στο πλαίσιο Γκουτέρες, έχουμε καταθέσει γραπτώς τις θέσεις μας και εκεί φαίνεται η απόλυτη διάθεσή μας προκειμένου να βρεθεί ένας έντιμος συμβιβασμός που θα δημιουργεί ένα πραγματικά λειτουργικό κράτος, απεξαρτημένο από τις οποιεσδήποτε παρεμβάσεις τρίτων χωρών. Και αυτό θα επιτευχθεί μόνο με την κατάργηση των εγγυήσεων, με την απουσία ή την φυγή των κατοχικών στρατευμάτων, με την δίκαιη προσαρμογή στα εδαφικά δεδομένα και βεβαίως μη παραγνωρίζοντας τα δικαιώματα των προσφύγων, ιδίως τα περιουσιακά και βεβαίως τη λειτουργικότητα του Κράτους.
Θέλω να ελπίζω, να μην πω αισιοδοξίες και απαισιοδοξίες, ότι η Τουρκία θα συνειδητοποιήσει μετά και την αντίδραση της Διεθνούς κοινότητας, της ΕΕ, σημαντικών χωρών, όπως η Αμερική, η Ρωσία, η Κίνα, άλλες χώρες μόνιμα μέλη και μη των ΗΕ και μη τα οποία σαφώς και ρητώς έχουν κάνει ξεκάθαρο πως ο στόχος της Τουρκίας για δύο κράτη δεν μπορεί να πραγματωθεί. Δεν θεωρείται ότι είναι μια λύση, αποδεκτή από κανένα. Ούτε από εμάς, ούτε από την Διεθνή ή Ευρωπαική κοινότητα».
Σε ερώτημα αν θεωρεί ότι η διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών θα επηρεάσει την πορεία των διαπραγματεύσεων απαντά αρνητικά, καθώς όπως λέει ούτε η προεκλογική περίοδος ούτε το αποτέλεσμα των εκλογών, την πορεία των διαπραγματεύσεων καθώς είναι θέμα Εθνικού Συμβουλίου.
Για τις ΗΠΑ
«Θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι αλλάζει το κλίμα. Αλλάζουν οι πολιτικές, αλλάζουν οι πολιτικές ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την παρουσία ή μη σε περιοχές όπου άλλοτε η παρουσία της Αμερικής καθόριζε ή ήταν αποφασιστικά καθοριστική όσον αφορά τις ενέργειες κρατών της περιοχής. Η φυγή από την Κύπρο των Αμερικανών έδωσε την ευκαιρία στην Τουρκία να διεκδικήσει την πλήρωση του δημιουργηθέντος κενού και να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο είτε με βάση τα οράματα του κου Ερντογάν είτε με βάση πάντα συμφέροντα της Τουρκίας, διαδραματίζοντας ρόλο ή διεκδικώντας ρόλο στην παραβίαση δικαιωμάτων είτε της Κύπρου είτε της Ελλάδας – επέμβαση στην Συρία, στη Λιβύη, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, πληροφορίες μου λένε ότι τώρα ετοιμάζονται για μια άλλη χώρα – συνεπώς η απόφαση επανόδου των Αμερικανών δημιουργεί, ναι, μια προσδοκία. Θα πρέπει να είμαστε αρκούντος επιφυλακτικοί στο να παραγνωρίσουμε ότι οι μεγάλες χώρες έχουν και μεγάλα συμφέροντα. Οι πολιτικές καθορίζονται με βάση την συνολική θεώρηση μιας περιοχής και των συμφερόντων προστασίας που επιδιώκει η συγκεκριμένη μεγάλη δύναμη. Θα πρέπει όμως να πω την ίδια ώρα ότι αυτό που μας δίνει ελπίδα είναι η θέση Μπάιντεν ότι δεν εγκατέλειψε και δεν θα εγκαταλείψει το Κυπριακό και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Και επειδή έτυχε από παλιά να χτίσουμε μια γερά θεμελιωμένη φιλία μεταξύ μας, γνωρίζω πόσο είναι πραγματικά το ειλκρινές ενδιαφέρον του σημερινού προέδρου των ΗΠΑ και θέλω να ελπίζω ότι οι όποιες παρεμβάσεις της Αμερικής θα είναι προς όφελος της περιοχής, του Κυπριακού και των ελληνικών συμφερόντων».
Για τα εμβόλια
Σε ό,τι αφορά τα δημοσιεύματα που ήρθαν στο φως σχετικά με ενδεχόμενες διμερείς συμφωνίες, ο Πρόεδρος ξεκαθάρισε ότι «δεν πρόκειται να παραβούμε κάτι που έχει συμφωνηθεί με τα λοιπά των κρατών μελών – μιλήσαμε για προ αγορά οχι για διμερή συνδιαλλαγή».
Για τις δύσκολες στιγμές της πανδημίας
«Οταν παρατηρείς να αυξάνονται οι νοσηλείες και είσαι υποχρεωμένος να πάρεις μέτρα αποστέρησης της ελευθερίας των πολιτών. Δεν υπάρχει δυσκολότερη απόφαση. Οταν βλέπεις ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι σαν αποτέλεσμα των μέτρων διακυβεύεται η οικονομική και η επαγγελματική τους επιβίωση τότε είναι που μετράς πόσο δύσκολο είναι να παίρνεις αποφάσεις που πρέπει να τις πάρεις χάριν της υγείας του λαού αλλά από την άλλη να παρακολουθείς την κόπωση και την απελπισία των ανθρώπων λόγω αυτής της Πανδημίας.
O ΠτΔ μίλησε για τα σχέδια στήριξης της Κυβέρνησης και την αναβάθμιση του συστήματος Υγείας.
Αισθάνομαι περήφανος γιατί παρά τα όσα παρατηρούνται στις υπόλοιπες χώρες, η Κύπρος αντιμετωπίζει με τα λιγότερο οδυνηρά περιοριστικά μέτρα την κατάσταση.
Δύσκολο το φετινό καλοκαίρι, θα αναμένουμε τις αποφάσεις για τους Βρετανούς.
Σημαντική ροή αλλά όχι πλήρη ανάκαμψη».
Οσο για το εάν ονειρεύεται να είναι ο πρώτος πρόεδρος της επανενωμένης Κύπρου, ο κος Αναστασιάδης σημειώνει:
«Η πρώτη μου σκέψη και μέριμνα είναι να μπορέσω να συμβάλλω ή να είμαι εκείνος που θα έχει τη σφραγίδα της λύσης του Κυπριακού. Είναι η μόνη φιλοδοξία που έχω. Διανύω τον ένατο χρόνο της προεδρικής μου θητείας και ο ίδιος υπέβαλα τροποποίηση του Συντάγματος προς το Κοινοβούλιο έτσι ώστε οι υπηρεσίες του Προέδρου να περιορίζονται σε δύο θητείες, συνεπώς σημασία δεν έχει ποιος θα είναι Πρόεδρος μετά τη λύση αλλά πόσο η λύση θα επιτρέπει στο νέο Πρόεδρο να διαχειριστεί ένα λειτουργικό Κράτος. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Να επανενώνει αυτήν την πατρίδα και να μπορεί μέσα από τις πρόνοιες του Συντάγματος και τις Πρόνοιες της όποιας συμφωνίας να μην χρειάζεται τον Α ή τον Β αλλά έναν Πρόεδρο ο οποίος απ όπου κι αν προέρχεται να μπορεί να διαχειριστεί τις τύχες του κυπριακού λαού». Αρα δεν ξέρουμε σε ποιον θα δώσετε το δαχτυλίδι της διαδοχής.
«Δεν είμαι βασιλιάς για να δίνω το δαχτυλίδι, υπάρχουν δημοκρατικές διαδικασίες τις οποίες και σέβομαι απόλυτα και αυτή είναι η θέση μου. Και δεν θα επαναδιεκδικήσω την Προεδρία».
Για το πρόσφατο ταξίδι του στην Ελλάδα, τα ευρω-τουρκικά, την διαχείριση της Πανδημίας, καθώς και το όραμά του για λύση του Κυπριακού μίλησε στην ΕΡΤ ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.
Για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση:
«Νιώθω ιδιαίτερα περήφανος για ό,τι παρακολούθησα, για την οργάνωση και για τις εκδηλώσεις, με την ευκαιρία των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση. Το δεύτερο, εξίσου σημαντικό με βάση τα τρέχοντα είναι η διαπίστωση για άλλη μια φορά της αποφασιστικότητας, τόσο της Ελληνικής, όσο και της Κυπριακής Κυβερνήσεως, να υπάρχει μια στενότατη συνεργασία, όπως διαγράφεται μετά το ‘74, δηλαδή οι εκάστοτε κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως ιδεολογικού χρώματος, να θεωρούν ή να θέτουν πέρα και πάνω από όλα το Κυπριακό και τα όσα παρακολουθούμε πλέον με τις παραβιάσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο, ως μείζονος εθνικής σημασίας θέματα. Και συνεπώς, μια άψογη μεταξύ μας συνεργασία που επιτυγχάνεται μέσα από το συγχρονισμό δράσεων, ενεργειών, παρεμβάσεων κλπ. Επομένως, εκφράζω την απόλυτη ικανοποίησή μου για το άριστο επίπεδο συνεργασίας που παρατηρείται μεταξύ των κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδας», ανέφερε ο κος Αναστασιάδης για να προσθέσει:
«Είτε το θέλουμε είτε όχι, οι όποιες εχθρικές ενέργειες εναντίον είτε της Ελλάδας είτε της Κύπρου έχουν ένα κοινό γνώρισμα: Την επιθετικότητα, την παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και συνεπώς υπάρχει η σύμπτωση θέσεων όσον αφορά την προάσπιση των δικαιωμάτων δύο κυρίαρχων ανεξαρτήτων κρατών. Το ίδιο θα συνέβαινε αν ένα εκ των άλλων συνεργαζομένων κρατών αντιμετώπιζε τα ίδια φαινόμενα. Εκείνο όμως που ιδιαίτερα χαρακτηρίζει τα προβλήματα που η Ελλάδα και η Κύπρος σήμερα αντιμετωπίζουν είναι και – αν θέλετε – οι ανέκαθεν στενές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και συνεπώς δεν είναι θέμα διαχωρισμού ή κοινού δόγματος, είναι θέμα κοινών θέσεων: Πώς αντιμετωπίζεται η τουρκική προκλητικότητα. Διότι εάν επιτύχει στην μία από τις δύο εκείνα τα οποία επιδιώκει, θα είναι οπωσδήποτε εις βάρος και των συμφερόντων της άλλης χώρας, διότι κατ’αυτόν τον τρόπο θα ενθαρρυνθεί και θα αντιδράσει κατ’ανάλογο τρόπο, διεκδικώντας και παραβιάζοντας το Διεθνές Δίκαιο, είτε εδάφη, είτε θαλάσσιες περιοχές που δεν της ανήκουν. Συνεπώς υπάρχει και αυτό είναι σημαντικό, η κοινή πρόκληση, σε δύο κράτη, που τα συντηρούν προαιώνιοι δεσμοί, που δεν παύουν να είναι ανεξάρτητα κράτη, αλλά και πού δεν παύουν να έχουν κοινές αντιλήψεις και κοινά συμφέροντα όσον αφορά την παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας».
Ο Νίκος Αναστασιάδης απαντά αν κατά τη γνώμη του η μετάβαση των Ευρωπαίων αξιωματούχων στην Τουρκία θα επιφέρει θετικά αποτελέσματα:
«Δεν θα διαφωνήσω ποσώς, εξού και οι πρωτοβουλίες που με τον Ελληνα πρωθυπουργό έχουμε αναλάβει, θέτοντας τα τελευταία δύο χρόνια σε κάθε Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την παραβατικότητα και την παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου από πλευράς Τουρκίας. Το δόγμα αλληλεγγύης που επικρατεί μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών δεν επιτρέπει την αδιαφορία από πλευράς Ευρώπης. Διαπιστώνονται οι παραβατικές συμπεριφορές της Τουρκίας, διαπιστώνεται η έντονη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου είτε με τις γεωτρήσεις στην Κύπρο, είτε με τις παραβιάσεις της ελληνικής ΑΟΖ, είτε ακόμη όσα μαρτυρούνται για την Αμμόχωστο. Συνεπώς αυτό το οποίο επιδιώξαμε είναι να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον και παρά τα συμφέροντα χωρών – μελών της ΕΕ που τυγχάνουν εξάρτησης από την τουρκική οικονομία, έγινε κατορθωτό τουλάχιστον να μπουν οι βασικές προϋποθέσεις ή τα προαπαιτούμενα, προκειμένου η θετική όπως λέγεται ατζέντα, δηλαδή η θετική προοπτική βελτίωσης των σχέσεων μεταξύ Ευρώπης-Τουρκίας, να περνά και από την μη παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας ή την μη επανάληψη των παραβατικών συμπεριφορών έναντι της Κύπρου. Δεν είναι ανάγκη να πω ονομαστικά, αλλά οπωσδήποτε υπάρχουν οι χώρες που είτε λόγω της πολεμικής τους βιομηχανίας, είτε λόγω της έκθεσης του τραπεζικού τους συστήματος στην τουρκική οικονομία δεν θα ήθελαν, εν όψει και της κακής οικονομικής κατάστασης της χώρας, δεν θα ήθελαν να δημιουργήσουν ακόμα ένα πρόβλημα που θα επιδείνωνε περισσότερο την ήδη κακή κατάσταση της τουρκικής οικονομίας. Είναι και τα συμφέροντα μέσα από τις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων. Ετσι, βλέπουμε, τρεις από τις μεγάλες χώρες να έχουν ισχυρές θέσεις όσον αφορά την μη επιβολή κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας κατά τις σημειωθείσες παραβατικές συμπεριφορές».
Σε σχετικό ερώτημα αν έχει θέσει το θέμα στις εν λόγω χώρες απαντά:
«Βεβαιότατα. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο Ελληνας πρωθυπουργός, έχουμε την φραστική στήριξη, αυτό που λείπει είναι η πρακτική στήριξη. Κατά την πρόσφατη τηλεδιάσκεψη με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ έχουμε καταστήσει ξεκάθαρο πως μας ενδιαφέρει η βελτίωση των σχέσεων με την Τουρκία – αυτό θα ήταν το ιδανικό – αλλά υπό την αίρεση ότι δεν θα επαναλάβει αυτό που φαινομενικά αυτήν την περίοδο παρατηρείται: Δηλαδή την μη επανάληψη, την μη παρουσία τουρκικών πλοίων, προκλητικών ενεργειών κοκ. Αυτό θα πρέπει να διαπιστωθεί ότι θα είναι διάρκειας και όχι πρόσκαιρα χάριν του επιδιωκόμενου στόχου, δηλαδή να τύχει μιας απόφασης για συζήτηση θεμάτων που αφορούν την Τουρκία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως είναι η τελωνειακή ένωση και η απελευθέρωση θεώρησης διαβατηρίων κοκ».
Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν διστάζει να θέσει θέμα βέτο στην τελωνειακή σύνδεση Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας αν η τελευταία δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της έναντι των κρατών μελών.
«Εχω κάνει ξεκάθαρο προς τον Σαρλ Μισέλ όπως και στην Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν ότι εάν και εφόσον η Τουρκία δεν εφαρμόσει τις υποχρεώσεις της έναντι του συνόλου των κρατών της ΕΕ , δεν μπορεί να τύχουν της δικής μας σύμφωνου θέσης. Θα είμαστε αντίθετοι, συνεπώς θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψιν και από τους Ευρωπαίους εταίρους και από την Τουρκία ότι δεν μπορεί να συνεχίσει η συμπεριφορά της Τουρκίας, της μη αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας ή των υποχρεώσεών της που προκύπτουν έναντι του συνόλου των κρατών. Αυτό το έχω κάνει ξεκάθαρο και δεν υπάρχει θέμα υπαναχώρισης». Αρα, μιλάτε για άσκηση βέτο σε περίπτωση που η Τουρκία δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της;, ερωτάται. «Χωρίς αμφιβολία».
H πενταμερής
«Αυτό που γνωρίζω είναι πόσο αποφασιστικός είμαι, πόσο έτοιμος είμαι, να συμμετάσχω με καλή θέληση σε έναν πραγματικά δημιουργικό διάλογο που θα δημιουργήσει τις προοπτικές συνέχισης των συνομιλιών για λύση του Κυπριακού από εκεί όπου έμειναν στο Κρανς Μοντανά. Eχουμε επιτύχει μέχρι σήμερα σωρεία συγκλίσεων, τα θέματα Νομοθετικής και Δικαστικής εξουσίας έχουν συμφωνηθεί. Παραμένουν βεβαίως σημαντικά προβλήματα προς λύση. Τα θέματα εκτελεστικής σε ένα βαθμό, τα θέματα του περιουσιακού, τα θέματα των εδαφικών αναπροσαρμογών, τα εξίσου και πάρα πολύ σημαντικά θέματα των εγγυήσεων και της παρουσίας στρατευμάτων. Ακούγοντας τις θέσεις που εκφράζονται από τουρκικής κυβερνήσεως και από τον τ/κ ηγέτη, εάν αυτή θα είναι η εμμονική θέση, δηλαδή η θέση των δύο κρατών, όπως και της κυριαρχικής ισότητας, όπως την ερμηνεύουν, δεν θα έλεγα ότι είμαι αισιόδοξος. Αυτό που ξέρω είναι ότι μεταβαίνω, θα είμαι θετικός, θετικότατος στο να δημιουργηθούν οι συνθήκες που θα μας επιτρέψουν επιτέλους να ξεπεραστούν οι όποιες αντιλήψεις που δεν έχουν να κάνουν με το συμφέρον των Κυπρίων , Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, αλλά με τα συμφέροντα της Τουρκίας.
Για όλα τα θέματα που εμπεριέχονται στο πλαίσιο Γκουτέρες, έχουμε καταθέσει γραπτώς τις θέσεις μας και εκεί φαίνεται η απόλυτη διάθεσή μας προκειμένου να βρεθεί ένας έντιμος συμβιβασμός που θα δημιουργεί ένα πραγματικά λειτουργικό κράτος, απεξαρτημένο από τις οποιεσδήποτε παρεμβάσεις τρίτων χωρών. Και αυτό θα επιτευχθεί μόνο με την κατάργηση των εγγυήσεων, με την απουσία ή την φυγή των κατοχικών στρατευμάτων, με την δίκαιη προσαρμογή στα εδαφικά δεδομένα και βεβαίως μη παραγνωρίζοντας τα δικαιώματα των προσφύγων, ιδίως τα περιουσιακά και βεβαίως τη λειτουργικότητα του Κράτους.
Θέλω να ελπίζω, να μην πω αισιοδοξίες και απαισιοδοξίες, ότι η Τουρκία θα συνειδητοποιήσει μετά και την αντίδραση της Διεθνούς κοινότητας, της ΕΕ, σημαντικών χωρών, όπως η Αμερική, η Ρωσία, η Κίνα, άλλες χώρες μόνιμα μέλη και μη των ΗΕ και μη τα οποία σαφώς και ρητώς έχουν κάνει ξεκάθαρο πως ο στόχος της Τουρκίας για δύο κράτη δεν μπορεί να πραγματωθεί. Δεν θεωρείται ότι είναι μια λύση, αποδεκτή από κανένα. Ούτε από εμάς, ούτε από την Διεθνή ή Ευρωπαική κοινότητα».
Σε ερώτημα αν θεωρεί ότι η διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών θα επηρεάσει την πορεία των διαπραγματεύσεων απαντά αρνητικά, καθώς όπως λέει ούτε η προεκλογική περίοδος ούτε το αποτέλεσμα των εκλογών, την πορεία των διαπραγματεύσεων καθώς είναι θέμα Εθνικού Συμβουλίου.
Για τις ΗΠΑ
«Θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι αλλάζει το κλίμα. Αλλάζουν οι πολιτικές, αλλάζουν οι πολιτικές ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την παρουσία ή μη σε περιοχές όπου άλλοτε η παρουσία της Αμερικής καθόριζε ή ήταν αποφασιστικά καθοριστική όσον αφορά τις ενέργειες κρατών της περιοχής. Η φυγή από την Κύπρο των Αμερικανών έδωσε την ευκαιρία στην Τουρκία να διεκδικήσει την πλήρωση του δημιουργηθέντος κενού και να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο είτε με βάση τα οράματα του κου Ερντογάν είτε με βάση πάντα συμφέροντα της Τουρκίας, διαδραματίζοντας ρόλο ή διεκδικώντας ρόλο στην παραβίαση δικαιωμάτων είτε της Κύπρου είτε της Ελλάδας – επέμβαση στην Συρία, στη Λιβύη, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, πληροφορίες μου λένε ότι τώρα ετοιμάζονται για μια άλλη χώρα – συνεπώς η απόφαση επανόδου των Αμερικανών δημιουργεί, ναι, μια προσδοκία. Θα πρέπει να είμαστε αρκούντος επιφυλακτικοί στο να παραγνωρίσουμε ότι οι μεγάλες χώρες έχουν και μεγάλα συμφέροντα. Οι πολιτικές καθορίζονται με βάση την συνολική θεώρηση μιας περιοχής και των συμφερόντων προστασίας που επιδιώκει η συγκεκριμένη μεγάλη δύναμη. Θα πρέπει όμως να πω την ίδια ώρα ότι αυτό που μας δίνει ελπίδα είναι η θέση Μπάιντεν ότι δεν εγκατέλειψε και δεν θα εγκαταλείψει το Κυπριακό και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Και επειδή έτυχε από παλιά να χτίσουμε μια γερά θεμελιωμένη φιλία μεταξύ μας, γνωρίζω πόσο είναι πραγματικά το ειλκρινές ενδιαφέρον του σημερινού προέδρου των ΗΠΑ και θέλω να ελπίζω ότι οι όποιες παρεμβάσεις της Αμερικής θα είναι προς όφελος της περιοχής, του Κυπριακού και των ελληνικών συμφερόντων».
Για τα εμβόλια
Σε ό,τι αφορά τα δημοσιεύματα που ήρθαν στο φως σχετικά με ενδεχόμενες διμερείς συμφωνίες, ο Πρόεδρος ξεκαθάρισε ότι «δεν πρόκειται να παραβούμε κάτι που έχει συμφωνηθεί με τα λοιπά των κρατών μελών – μιλήσαμε για προ αγορά οχι για διμερή συνδιαλλαγή».
Για τις δύσκολες στιγμές της πανδημίας
«Οταν παρατηρείς να αυξάνονται οι νοσηλείες και είσαι υποχρεωμένος να πάρεις μέτρα αποστέρησης της ελευθερίας των πολιτών. Δεν υπάρχει δυσκολότερη απόφαση. Οταν βλέπεις ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι σαν αποτέλεσμα των μέτρων διακυβεύεται η οικονομική και η επαγγελματική τους επιβίωση τότε είναι που μετράς πόσο δύσκολο είναι να παίρνεις αποφάσεις που πρέπει να τις πάρεις χάριν της υγείας του λαού αλλά από την άλλη να παρακολουθείς την κόπωση και την απελπισία των ανθρώπων λόγω αυτής της Πανδημίας.
O ΠτΔ μίλησε για τα σχέδια στήριξης της Κυβέρνησης και την αναβάθμιση του συστήματος Υγείας.
Αισθάνομαι περήφανος γιατί παρά τα όσα παρατηρούνται στις υπόλοιπες χώρες, η Κύπρος αντιμετωπίζει με τα λιγότερο οδυνηρά περιοριστικά μέτρα την κατάσταση.
Δύσκολο το φετινό καλοκαίρι, θα αναμένουμε τις αποφάσεις για τους Βρετανούς.
Σημαντική ροή αλλά όχι πλήρη ανάκαμψη».
Οσο για το εάν ονειρεύεται να είναι ο πρώτος πρόεδρος της επανενωμένης Κύπρου, ο κος Αναστασιάδης σημειώνει:
«Η πρώτη μου σκέψη και μέριμνα είναι να μπορέσω να συμβάλλω ή να είμαι εκείνος που θα έχει τη σφραγίδα της λύσης του Κυπριακού. Είναι η μόνη φιλοδοξία που έχω. Διανύω τον ένατο χρόνο της προεδρικής μου θητείας και ο ίδιος υπέβαλα τροποποίηση του Συντάγματος προς το Κοινοβούλιο έτσι ώστε οι υπηρεσίες του Προέδρου να περιορίζονται σε δύο θητείες, συνεπώς σημασία δεν έχει ποιος θα είναι Πρόεδρος μετά τη λύση αλλά πόσο η λύση θα επιτρέπει στο νέο Πρόεδρο να διαχειριστεί ένα λειτουργικό Κράτος. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Να επανενώνει αυτήν την πατρίδα και να μπορεί μέσα από τις πρόνοιες του Συντάγματος και τις Πρόνοιες της όποιας συμφωνίας να μην χρειάζεται τον Α ή τον Β αλλά έναν Πρόεδρο ο οποίος απ όπου κι αν προέρχεται να μπορεί να διαχειριστεί τις τύχες του κυπριακού λαού». Αρα δεν ξέρουμε σε ποιον θα δώσετε το δαχτυλίδι της διαδοχής.
«Δεν είμαι βασιλιάς για να δίνω το δαχτυλίδι, υπάρχουν δημοκρατικές διαδικασίες τις οποίες και σέβομαι απόλυτα και αυτή είναι η θέση μου. Και δεν θα επαναδιεκδικήσω την Προεδρία».