Σε… απογοήτευση τείνει να εξελιχθεί το μονοδοσικό εμβόλιο της Johnson & Johnson (J&J).

Όπως αναφέρει δημοσίευμα του «Reuters», στο απόγειο της κρίσης της προμήθειας εμβολίων στην Ευρώπη τον Μάρτιο, το εμβόλιο της Johnson & Johnson κατά του κοροναϊού χαρακτηρίστηκε ως… «game changer». Ωστόσο, δύο μήνες μετά τη διάθεσή του, έχει τη χαμηλότερη χρήση από τα τέσσερα εγκεκριμένα εμβόλια στην Ε.Ε.

Προβλήματα στον εφοδιασμό, ανησυχίες για την ασφάλειά του, οι βελτιωμένες προμήθειες των ανταγωνιστικών εμβολίων και οι στρατηγικές εμβολιασμού των χωρών, έχουν όλα συμβάλει στον περιορισμό της χρήσης του.

Παρά το σαφές υλικοτεχνικό πλεονέκτημά του –το ότι δηλαδή δεν απαιτεί επαναληπτική δόση- η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει χορηγήσει μόνο περίπου τις μισές από τις παραδομένες δόσεις, με το ποσοστό απορρόφησής του να είναι πολύ χαμηλότερο από οποιοδήποτε ανταγωνιστικό εμβόλιο κατά της COVID-19, συμπεριλαμβανομένου κι εκείνου της AstraZeneca, το οποίο αντιμετωπίζει επίσης μεγάλα προβλήματα ως προς τον εφοδιασμό και την ασφάλεια.

Αυτό, όπως σημειώνει το Reuters, είναι «άσχημα νέα» για την J&J και επίσης εγείρει ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της εκστρατείας εμβολιασμού της ΕΕ, καθώς η ρυθμιστική αρχή του μπλοκ για τα φάρμακα επιμένει ότι το εν λόγω εμβόλιο μπορεί να σώσει ζωές.

Απογοήτευση στις Βρυξέλλες

Τα προβλήματα εφοδιασμού, ειδικότερα, έχουν απογοητεύσει τις Βρυξέλλες, οι οποίες έχουν ήδη αποφασίσει να μην παραγγείλουν τις 100 εκατομμύρια πρόσθετες δόσεις του εμβολίου J&J, ενώ δεν έχουν ακόμη αποφανθεί για το εάν θα προχωρήσουν κανονικά μια δεύτερη παραγγελία για άλλες 100 εκατομμύρια δόσεις, που εκπνέει στα τέλη Ιουνίου.

Πηγές της ΕΕ αναφέρουν στο «Reuters» ότι, εάν τελικά προχωρήσει η παραγγελία, οι επιπλέον δόσεις πιθανότατα θα γίνουν δωρεά σε χώρες εκτός του μπλοκ.

Το εν λόγω εμβόλιο αντιμετωπίζει επίσης δυσκολίες και στην αμερικανική αγορά.

Φρούδες οι ελπίδες;

Πριν από τρεις μήνες, η κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική, σημειώνει το «Reuters».

«Ένα μονοδοσικό εμβόλιο μπορεί να κάνει τη διαφορά στην ταχύτητα της διάθεσης», δήλωνε η Επίτροπος Υγείας της ΕΕ, Στέλλα Κυριακίδου, στις 11 Μαρτίου, την ημέρα έγκρισης του εμβολίου της J&J για χρήση στην ΕΕ.

Εκείνη την περίοδο, η προσπάθεια εμβολιασμού του μπλοκ των 27 εθνών αντιμετώπιζε προβλήματα, κυρίως λόγω των μεγάλων περικοπών στις αναμενόμενες προμήθειες από την AstraZeneca. Και το εμβόλιο της J&J, που αρχικά αναμενόταν να φτάσει στις αρχές Απριλίου, θεωρήθηκε κρίσιμης σημασίας για την ενίσχυση της εμβολιαστικής εκστρατείας.

Παρά μια αρχική καθυστέρηση δύο εβδομάδων στη διάθεση, οι αξιωματούχοι της ΕΕ ήταν ακόμα αισιόδοξοι. «Το εμβόλιο θα επιταχύνει μαζικά τον ρυθμό στην ΕΕ», δήλωνε ο κορυφαίος ευρωβουλευτής σε θέματα Υγείας, Πέτερ Λίζε, στις 12 Απριλίου.

Αλλά δύο μήνες αργότερα, μόνο περίπου 12 εκατομμύρια δόσεις έχουν παραδοθεί στην ΕΕ από τα 55 εκατομμύρια που αναμένονται έως τα τέλη Ιουνίου. Τα προβλήματα παραγωγής στον υπεργολάβο της J&J, Emergent, οδήγησαν την ΕΕ να αρνηθεί περίπου 20 εκατομμύρια δόσεις αυτόν τον μήνα και το μπλοκ δεν αναμένει η J&J να επιτύχει τους στόχους παράδοσης.

Από τις δόσεις που παραδόθηκαν εγκαίρως, μόνο περίπου οι μισές –ή περίπου έξι εκατομμύρια- έχουν χορηγηθεί, σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC). Αυτό είναι το χαμηλότερο ποσοστό χορήγησης και από τα τέσσερα εμβόλια COVID-19 που έχουν εγκριθεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕMA).

Συγκριτικά, μέχρι την περασμένη Τρίτη είχε χορηγηθεί πάνω από το 90% των περίπου 250 εκατομμυρίων εμβολίων της Pfizer και σχεδόν το 85% των τουλάχιστον 30 εκατομμυρίων της Moderna. Περίπου το 75% των σχεδόν 70 εκατομμυρίων εμβολίων της AstraZeneca έχουν επίσης χορηγηθεί στους Ευρωπαίους.

Στη Γαλλία, τη δεύτερη πιο πυκνοκατοικημένη χώρα της ΕΕ, η λήψη του εμβολίου J&J είναι στο μισό του μέσου όρου του μπλοκ - μόλις στο 22% των δόσεων που είχαν χορηγηθεί ως τα μέσα Ιουνίου- σύμφωνα με έναν Γάλλο αξιωματούχο του υπουργείου Υγείας, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για το Pfizer και το Moderna ήταν πολύ πάνω από 80% και για το AstraZeneca πάνω από 60%.

Το χάσμα είναι ακόμη πιο εντυπωσιακό αν ληφθεί υπόψη το απόθεμα αυτών των εμβολίων με τις δύο δόσεις, για τα οποία θα πρέπει να υπάρχει πιο προσεκτική διαχείριση, ώστε να διασφαλίζεται η διαθεσιμότητα της δεύτερης δόσης. Τέτοιες προφυλάξεις, για παράδειγμα, δεν απαιτούνται για το μονοδοσικό εμβόλιο της J&J.

Ένας εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αρνήθηκε να σχολιάσει τη χαμηλή απορρόφηση, προσθέτοντας ότι η Κομισιόν και οι κυβερνήσεις «προς το παρόν είναι φυσικά απογοητευμένες με τον αριθμό των παραδόσεων, αλλά ελπίζουν ότι αυτές οι παραδόσεις θα αυξηθούν με την πάροδο του χρόνου».

Η J&J έχει πει επανειλημμένα ότι θα παραδώσει τις 200 εκατομμύρια δόσεις που έχει παραγγείλει η ΕΕ, αλλά αρνήθηκε να σχολιάσει τον στόχο του δεύτερου τριμήνου και τη χαμηλή πρόσληψη.

Εμβόλιο για τα νησιά

Ένας ακόμη λόγος για τη χαμηλή απορρόφηση του J&J είναι ότι είχε τεθεί για λίγο σε αναστολή και αντιμετώπισε ορισμένους περιορισμούς, λόγω της σύνδεσής του με πολύ σπάνια, αλλά δυνητικά θανατηφόρα, περιστατικά θρομβώσεων.

Το εμβόλιο της AstraZeneca αντιμετώπισε παρόμοια εμπόδια που σχετίζονται με την ασφάλεια και τους αυστηρότερους περιορισμούς στη χρήση του στην ΕΕ, αλλά εξακολουθεί να έχει μεγαλύτερη χρήση.

Ωστόσο, τα ζητήματα ασφάλειας του εμβολίου της AstraZeneca προέκυψαν μόνο μετά τη χορήγησή του σε πολλούς ανθρώπους στην Ευρώπη, ενώ οι πιθανές παρενέργειες του J&J ήταν γνωστές ακόμη και πριν από την κυκλοφορία του στην ήπειρο, μετά τη διάθεσή του στις ΗΠΑ.

«Δεν υπάρχει στρατηγικός λόγος για τη χαμηλή χορήγηση αυτού του εμβολίου», δήλωσε ο Γκουίντο Ράσι, πρώην διευθυντής του EMA και επί του παρόντος σύμβουλος της ιταλικής κυβέρνησης για την επείγουσα κατάσταση της πανδημίας. Είπε ότι μία από τις εξηγήσεις για τη χαμηλή διάθεσή του είναι ότι έγινε διαθέσιμο μετά από τα άλλα εμβόλια, κι αφότου πολλά από τα πιο ευάλωτα άτομα είχαν ήδη εμβολιαστεί, καθιστώντας έτσι τη χρήση του λιγότερο επιτακτική.

Κατά ειρωνικό τρόπο, σχολιάζει το «Reuters», το υλικοτεχνικό πλεονέκτημα που προσφέρει μπορεί επίσης να έχει μειώσει τη χρήση του, καθώς οι αρχές προσπάθησαν να το χρησιμοποιήσουν σε πιο απομακρυσμένες περιοχές με λιγότερους κατοίκους.

«Ως μονοδοσικό εμβόλιο, έχει θεωρηθεί προτιμότερο να χορηγείται σε μέρη όπου θα ήταν πιο προβληματικό να χορηγούνται δύο δόσεις, όπως τα νησιά και τα μέρη που είναι πιο δύσκολα προσβάσιμα», εκτίμησε ο Ράσι.