Αφγανιστάν: Ένας στους τρεις αντιμέτωπος με επισιτιστική ανασφάλεια
Περισσότερο ευάλωτος ο πληθυσμός από τη νικηφόρα εξέγερση των Ταλιμπάν
Σε κατάσταση επισιτιστικής ανασφάλειας βρίσκεται «ένας άνθρωπος στους τρεις» στο Αφγανιστάν, εξαιτίας των συνδυασμένων επιπτώσεων του πολέμου και των συνεπειών της κλιματικής απορρύθμισης, σύμφωνα με την αντιπρόσωπο του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος στο Αφγανιστάν Μέρι-Έλεν Μακγκρόαρτι.
Σε τηλεφωνική συνομιλία της με το Γαλλικό Πρακτορείο από την Καμπούλ, η αξιωματούχος εξήγησε πως θέλει να παραμείνει στη χώρα και να συνεχίσει όσο περισσότερο είναι δυνατόν τη δράση του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος για τη στήριξη των πληθυσμών που έχουν καταστεί περισσότερο ευάλωτοι από τη νικηφόρα εξέγερση των Ταλιμπάν και τις μετακινήσεις πληθυσμών που αυτή έχει προκαλέσει.
Πέρα από τη σύγκρουση, ο αφγανικός πληθυσμός αντιμετώπιζε ήδη σοβαρή επισιτιστική κρίση και το 2021 επρόκειτο ήδη να είναι «μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά» στο επίπεδο αυτό, υπογράμμισε η Μακγκρόαρτι.
«Υπάρχει μείωση 40% στη συγκομιδή σίτου, αποτέλεσμα ενός από τους πιο ξηρούς χειμώνες των 30 τελευταίων ετών. Είχαμε πολύ λίγο χιόνι φέτος στην Καμπούλ», συνεπώς το νερό ήταν πολύ λίγο όταν το χιόνι έλιωσε, πρόσθεσε, κάνοντας επίσης λόγο για «καταστροφικό αντίκτυπο στα ζώα κτηνοτροφίας».
Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από τη σύγκρουση στη χώρα, καθώς οι «αγρότες δεν μπορούν να κάνουν συγκομιδή» και «έχουν διαφύγει από τα σπίτια τους», ενώ τα «περιβόλια είναι κατεστραμμένα». Σε καιρούς ειρήνης, η χώρα φημιζόταν για «τους πολύ ωραίους ξηρούς και σαρκώδεις καρπούς της», ιδιαίτερα για τις περίφημες ροδιές της.
Η καταστροφή υποδομών, όπως οι γέφυρες, τα φράγματα, οι δρόμοι, έθεσαν επίσης σε κίνδυνο την πρόσβαση στην τροφή, παρατηρεί ακόμη η σύμβουλος του προγράμματος του ΟΗΕ.
«Η κατάσταση είναι καταστροφική. Οι τελευταίες αναλύσεις δείχνουν πως 14 εκατομμύρια άνθρωποι αντιμετωπίζουν ήδη σοβαρό ή οξύ κίνδυνο λιμού, πρόκειται για έναν στους τρεις. Και δύο εκατομμύρια παιδιά είναι αντιμέτωπα με τον κίνδυνο του υποσιτισμού», προειδοποιεί η Μακγκρόαρτι.
Επικεφαλής ομάδας 480 ανθρώπων, από τους οποίους οι 440 είναι Αφγανοί, εννοεί να συνεχίσει τη δουλειά της και υπογραμμίζει πως το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα επιχειρεί εδώ και χρόνια σε ζώνες που ελέγχονται από τους Ταλιμπάν.
«Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα , τα Ηνωμένα Έθνη και το ανθρωπιστικό σύστημα είναι αποφασισμένα να παραμείνουν και να παράσχουν την ανθρωπιστική απάντηση που είναι τόσο απαραίτητη», δηλώνει αναφέροντας ότι το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα έχει στόχο να παράσχει βοήθεια μέχρι το τέλος της χρονιάς σε 9 εκατομμύρια Αφγανούς. Ο οργανισμός εκτιμά πως, για να το κάνει αυτό, έχει επείγουσα ανάγκη 200 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η βοήθεια αυτή έχει ακόμη πιο κρίσιμη σημασία επειδή η κατάσταση μπορεί να επιδεινωθεί τους ερχόμενους μήνες: «Έχουμε σκληρούς χειμώνες στο Αφγανιστάν. Όταν έρχεται το χιόνι, πολυάριθμες κοινότητες, σε πολυάριθμες ζώνες, βρίσκονται απομονωμένες. Οφείλουμε συνεπώς να μεταφέρουμε αποθέματα τροφίμων στις ζώνες αυτές πριν από την έλευση του χειμώνα».
Σε τηλεφωνική συνομιλία της με το Γαλλικό Πρακτορείο από την Καμπούλ, η αξιωματούχος εξήγησε πως θέλει να παραμείνει στη χώρα και να συνεχίσει όσο περισσότερο είναι δυνατόν τη δράση του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος για τη στήριξη των πληθυσμών που έχουν καταστεί περισσότερο ευάλωτοι από τη νικηφόρα εξέγερση των Ταλιμπάν και τις μετακινήσεις πληθυσμών που αυτή έχει προκαλέσει.
Πέρα από τη σύγκρουση, ο αφγανικός πληθυσμός αντιμετώπιζε ήδη σοβαρή επισιτιστική κρίση και το 2021 επρόκειτο ήδη να είναι «μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά» στο επίπεδο αυτό, υπογράμμισε η Μακγκρόαρτι.
Σοβαρή ξηρασία
Εκτός από τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας, «η χώρα αντιμετωπίζει ένα δεύτερο, μέσα σε τρία χρόνια, επεισόδιο σοβαρής ξηρασίας. Οι άνθρωποι δυσκολεύονται να ανακάμψουν από την ξηρασία του 2017/2018», δήλωσε.«Υπάρχει μείωση 40% στη συγκομιδή σίτου, αποτέλεσμα ενός από τους πιο ξηρούς χειμώνες των 30 τελευταίων ετών. Είχαμε πολύ λίγο χιόνι φέτος στην Καμπούλ», συνεπώς το νερό ήταν πολύ λίγο όταν το χιόνι έλιωσε, πρόσθεσε, κάνοντας επίσης λόγο για «καταστροφικό αντίκτυπο στα ζώα κτηνοτροφίας».
Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από τη σύγκρουση στη χώρα, καθώς οι «αγρότες δεν μπορούν να κάνουν συγκομιδή» και «έχουν διαφύγει από τα σπίτια τους», ενώ τα «περιβόλια είναι κατεστραμμένα». Σε καιρούς ειρήνης, η χώρα φημιζόταν για «τους πολύ ωραίους ξηρούς και σαρκώδεις καρπούς της», ιδιαίτερα για τις περίφημες ροδιές της.
Η καταστροφή υποδομών, όπως οι γέφυρες, τα φράγματα, οι δρόμοι, έθεσαν επίσης σε κίνδυνο την πρόσβαση στην τροφή, παρατηρεί ακόμη η σύμβουλος του προγράμματος του ΟΗΕ.
Δράση πριν από το χειμώνα
Ο συνδυασμένος αντίκτυπος της σύγκρουσης και της ξηρασίας προκάλεσε πληθωρισμό στις τιμές των βασικών τροφίμων: το σιτάρι είναι πλέον 24% πιο ακριβό αυτή τη στιγμή από το μέσο όρο των πέντε τελευταίων ετών.«Η κατάσταση είναι καταστροφική. Οι τελευταίες αναλύσεις δείχνουν πως 14 εκατομμύρια άνθρωποι αντιμετωπίζουν ήδη σοβαρό ή οξύ κίνδυνο λιμού, πρόκειται για έναν στους τρεις. Και δύο εκατομμύρια παιδιά είναι αντιμέτωπα με τον κίνδυνο του υποσιτισμού», προειδοποιεί η Μακγκρόαρτι.
Επικεφαλής ομάδας 480 ανθρώπων, από τους οποίους οι 440 είναι Αφγανοί, εννοεί να συνεχίσει τη δουλειά της και υπογραμμίζει πως το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα επιχειρεί εδώ και χρόνια σε ζώνες που ελέγχονται από τους Ταλιμπάν.
«Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα , τα Ηνωμένα Έθνη και το ανθρωπιστικό σύστημα είναι αποφασισμένα να παραμείνουν και να παράσχουν την ανθρωπιστική απάντηση που είναι τόσο απαραίτητη», δηλώνει αναφέροντας ότι το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα έχει στόχο να παράσχει βοήθεια μέχρι το τέλος της χρονιάς σε 9 εκατομμύρια Αφγανούς. Ο οργανισμός εκτιμά πως, για να το κάνει αυτό, έχει επείγουσα ανάγκη 200 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η βοήθεια αυτή έχει ακόμη πιο κρίσιμη σημασία επειδή η κατάσταση μπορεί να επιδεινωθεί τους ερχόμενους μήνες: «Έχουμε σκληρούς χειμώνες στο Αφγανιστάν. Όταν έρχεται το χιόνι, πολυάριθμες κοινότητες, σε πολυάριθμες ζώνες, βρίσκονται απομονωμένες. Οφείλουμε συνεπώς να μεταφέρουμε αποθέματα τροφίμων στις ζώνες αυτές πριν από την έλευση του χειμώνα».