Μεγάλης κλίμακας κυβερνοεπίθεση κατά λιμενικών εγκαταστάσεων στην Γερμανία, την Ολλανδία και το Βέλγιο ανάγκασε τις δικαστικές αρχές να ξεκινήσουν έρευνες με την υποψία του εκβιασμού για την απόσπαση λύτρων από τον πετρελαϊκό τομέα.

Ειδικότερα, η κυβερνοεπίθεση ξεκίνησε πριν από αρκετές ημέρες και αφορά ειδικά τους πετρελαϊκούς τερματικούς σταθμούς, γεγονός που προκάλεσε προβλήματα στις αποστολές πετρελαίου εν μέσω ενεργειακής κρίσης.

Η Europol δήλωσε ότι πρόσφερε την υποστήριξή της στις γερμανικές αρχές σχετικά με την επίθεση.

Σύμφωνα με την βελγική εφημερίδα De Morgen, η επίθεση έπληξε το λιμάνι του Αμβούργου, καθώς και τουλάχιστον έξι πετρελαϊκούς τερματικούς σταθμούς στο Βέλγιο και την Ολλανδία, όπως η Αμβέρσα και το Άμστερνταμ.

Η εκκίνηση της δικαστικής διερεύνησης έγινε με μήνυση που κατέθεσε η Oiltanking, θυγατρική του γερμανικού ομίλου Marquard & Bahls, για κυβερνοεπίθεση που έπληξε τα πληροφοριακά της συστήματα.

Σημειώνεται πως το περιστατικό αποκαλύφθηκε στις 29 Ιανουαρίου και προκάλεσε ενεργοποίηση των σχεδίων έκτακτης ανάγκης της εταιρείας, της οποίας οι δραστηριότητες διαταράχθηκαν σοβαρά.

Σύμφωνα με την εφημερίδα Handelsblatt, η οποία επικαλείται πηγές της γερμανικής δικαστικής έρευνας, οι χάκερς χρησιμοποίησαν το λογισμικό ransomware BlackCat, το οποίο δυνητικά τους επιτρέπει να κρυπτογραφούν τα αρχεία των υπολογιστών-στόχων ώστε να ζητήσουν μετά λύτρα για το ξεκλείδωμά τους.

Ακόμη, σύμφωνα με ειδικούς, οι χάκερς που βρίσκονται πίσω από το BlackCat χρησιμοποιούν τη ρωσική γλώσσα, αυτό όμως δεν αρκεί για να αποδοθεί η κυβερνοεπίθεση σε Ρώσους, δεδομένου ότι τακτικές παραπλάνησης είναι συνήθεις.