Την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία επέκρινε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χαρικτηρίζοντας την ως «βαρύ πλήγμα» για την ειρήνη. Σημειώνεται ότι αυτή είναι η πρώτη επίσημη αντίδραση της Άγκυρας, για την ρωσική στρατιωτική επίθεση στην Ουκρανία.  

«Θεωρούμε απαράδεκτη τη στρατιωτική επιχείρηση που ξεκίνησε η Ρωσία εναντίον της Ουκρανίας και την απορρίπτουμε. Αυτό το βήμα, το οποίο θεωρούμε αντίθετο με το διεθνές δίκαιο, αποτελεί βαρύ πλήγμα για την ειρήνη, την ηρεμία και τη σταθερότητα της περιοχής» δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος τονίζοντας πως «η Τουρκία υποστηρίζει τον αγώνα της Ουκρανίας για την προστασία της εδαφικής της ακεραιότητας».

Το ερώτημα που πλέον τίθεται είναι εάν η Τουρκία, προχωρήσει στο κλείσιμο των Στενών για τη Ρωσία, κάτι που έχει ζητήσει επισήμως το Κίεβο, αλλά είναι βέβαιο πως θα προκαλέσει την αντίδραση της Μόσχας.

Συγκεκριμένα, ο Ερντογάν δέχθηκε την αντιπροσωπεία της Ένωσης των Διεθνών Δημοκρατών στο Προεδρικό συγκρότημα.

Κατά την τοποθέτησης του στη διάρκεια της συνάντησης, ο Τούρκος πρόεδρος είπε ότι η στρατιωτική επιχείρηση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας είναι απαράδεκτη και ότι η Τουρκία την απέρριψε. «Αυτό το βήμα, το οποίο βλέπουμε ως παραβίαση του διεθνούς δικαίου, είναι ένα βαρύ πλήγμα στην περιφερειακή ειρήνη, ηρεμία και σταθερότητα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Λυπούμαστε ειλικρινά για μια τέτοια αντιπαράθεση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, τις οποίες βλέπουμε και τις δύο ως στενούς φίλους με τους οποίους απολαμβάνουμε στενές πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις. Επανέλαβα στον κ. Ζελένσκι, με τον οποίο μόλις μίλησα, ότι η Τουρκία υποστηρίζει τον αγώνα που κάνει η Ουκρανία για την προστασία της εδαφικής της ακεραιότητας. Θα κάνουμε ότι μας αναλογεί για την ασφάλεια της ζωής όλων όσων ζουν στην Ουκρανία, ιδιαίτερα των πολιτών μας και των Τάταρων αδελφών και αδελφών μας στην περιοχή», δήλωσε επιπρόσθετα.

«Ανανεώνουμε την έκκλησή μας για διευθέτηση των προβλημάτων μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, με την οποία απολαμβάνουμε βαθείς ιστορικούς δεσμούς και φιλικές σχέσεις, μέσω του διαλόγου στο πλαίσιο των Συμφωνιών του Μινσκ», κατέληξε ο ίδιος.