Συνεχίζουν να σφυροκοπούν οι ρώσικες στρατιωτικές δυνάμεις τα ουκρανικά εδάφη. Ο λαός της Ουκρανίας ζει δραματικές στιγμές, καθώς δεν σταματούν οι βομβαρδισμοί και οι επιθέσεις των Ρώσων.

Εμπόδιο στις ρωσικές στρατιωτικές επιχειρήσεις αποφασίσε να σταθεί ο πληθυσμός του Μικολάγιφ.  Αυτή η πόλη της νότιας Ουκρανίας αποτελεί την τελευταία άμυνα της Οδησσού -του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας- και οι κάτοικοι δηλώνουν αποφασισμένοι να παραμείνουν, παρά τους αδιάκοπους βομβαρδισμούς.

Στη φτωχογειτονιά Ινγκόλσκι, ένα βλήμα του πυροβολικού καρφώθηκε στην άσφαλτο – μια πινακίδα προειδοποιεί πεζούς και αυτοκίνητα για τον κίνδυνο.

Λίγο μακρύτερα, στο μεγάλο κοιμητήριο της πόλης, ένα άλλο βλήμα έχει βουλιάξει στο χώμα. Εκεί, σήμερα, καμιά δεκαριά συγγενείς πήγαν να αποχαιρετίσουν τον 46χρονο στρατιώτη Ίγκορ Ντοντούκοφ, ο οποίος σκοτώθηκε μαζί με δεκάδες ακόμη σε ένα στρατόπεδο, στα βόρεια του Μικολάγιφ, το οποίο βομβαρδίστηκε πριν από τέσσερις ημέρες από τους Ρώσους. Ο επίσημος απολογισμός των θυμάτων αυτού του βομβαρδισμού παραμένει άγνωστος.

Ο μεγαλύτερος αδελφός του Ίγκορ, ο γκριζομάλλης Σεργκέι, φιλάει κλαίγοντας το πρησμένο, αιματοβαμμένο πρόσωπό του. Η σύζυγός του, η Γκαλίνα, βάζει ένα σταυρουδάκι στην τσέπη της στρατιωτικής στολής και το φέρετρο κλείνει για να ολοκληρωθεί η ταφή. «Κατατάχθηκε στην αρχή της εισβολής», λέει ο Σεργκέι Ντοντούκοφ. «Τον στηρίξαμε γιατί ήθελε να προστατεύσει την πατρίδα μας», συνεχίζει αποκλείοντας κάθε πιθανότητα να φύγει από το Μικολάγιφ.

Στο βάθος ακούγονται πυρά.

«Δεν έχουμε πού να πάμε, δεν έχουμε οικογένεια στο εξωτερικό», εξηγεί η Γκαλίνα.

Μολονότι πολλοί κάτοικοι αυτής της πόλης των 500.000 κατοίκων έχουν ήδη φύγει, κυρίως προς την Οδησσό, που απέχει 130 χιλιόμετρα δυτικότερα, όσοι έμειναν δηλώνουν αποφασισμένοι να αντισταθούν.

Το απόγευμα, νέος βομβαρδισμός κατέστρεψε ένα κτίριο όπου, σύμφωνα με τους μάρτυρες, στεγάζονταν ένα ξενοδοχείο και, στο ισόγειο, μια τράπεζα.

Σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μέτρων, ο 79χρονος Ανατόλι Γιακούνιν, μαζεύει τα τζάμια που έσπασαν από την έκρηξη. «Να φύγω, για ποιον λόγο;» ρωτάει έκπληκτος. «Έχω τέσσερα εγγόνια εδώ, το ένα είναι στον πόλεμο, πώς θα μπορούσα να τα αφήσω;» εξηγεί.

Κεριά, τσάι και τάβλι

Στη συνοικία Κουλμπάκινο, που αποτελείται από πολλά πολυώροφα μπλοκ διαμερισμάτων, ο πληθυσμός μειώθηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες, από 12.000 σε λιγότερους από 1.000 κατοίκους, υποστηρίζει ο 56χρονος Αλεξάντρ Ζαντέρα. Ο ίδιος αναγκάστηκε να απομακρύνει την ηλικιωμένη μητέρα του από το διαμέρισμά της σε ένα κτίριο που χτυπήθηκε στις 7 Μαρτίου.

«Συνηθίσαμε να τρώμε με αυτόν τον θόρυβο στο βάθος», λέει. «Τώρα, ακόμη και η μητέρα μου έμαθε να ξεχωρίζει τον ήχο που κάνουν τα διάφορα πυρά, τα αντιαεροπορικά ή οι βόμβες», λέει αυτός ο πρώην σμήναρχος.

Στο υπόγειο του κτιρίου οι ένοικοι έχουν εγκατασταθεί σε μόνιμη βάση. Στο βάθος του καταφυγίου, ανάμεσα σε δυο στρώματα, κάποιοι άφησαν ανοιχτό το τάβλι, εγκαταλείποντας για άγνωστο λόγο την παρτίδα που είχαν ξεκινήσει.

Στο κυρίως δωμάτιο, που φωτίζεται με κεριά, μια δασκάλα, η Ίνα Κούρι, έχει πιάσει κουβέντα με φίλες και γειτόνισσες που πίνουν το τσάι τους. «Περνάμε εδώ τα βράδια, προσευχόμαστε για τους στρατιώτες και την πατρίδα μας», λέει. «Κάθε φορά που γίνεται βομβαρδισμός κατεβαίνουμε εδώ και, όταν ησυχάζουν τα πράγματα, βγαίνουμε έξω και αυτό συνεχίζεται».

Η δασκάλα προσπαθεί να οργανώσει μαθήματα εξ αποστάσεως για τους μαθητές που εγκατέλειψαν το Μικολάγιφ ή την Ουκρανία. «Ήμασταν πολλοί εδώ στην αρχή όμως κάποιοι έφυγαν από την πόλη επειδή είχαν παιδιά ή οικογένεια. Εμείς θα μείνουμε μέχρι το τέλος. Εμείς, οι Ουκρανοί, είμαστε υπομονετικοί άνθρωποι αλλά δεν θα παραχωρήσουμε τη χώρα μας σε κανέναν», διαβεβαίωσε.