Η Ece Temelkuran, η δημοφιλής συγγραφέας του βιβλίου «Πώς χάνεται μια πατρίδα. Τα 7 βήματα από τη δημοκρατία στη δικτατορία», σε συνέντευξη που παραχώρησε στους New York Times μίλησε για τις απειλές που αντιμετωπίζουν οι δημοκρατίες στο  δυτικό κόσμο αλλά και στην Τουρκία του Ερντογάν.

Στο βιβλίο της η Τουρκάλα συγγραφέας παρουσιάζει τα στάδια διολίσθησης μιας δημοκρατικής χώρας στον αυταρχισμό.

Η ίδια βίωσε από κοντά την απόπειρα του πραξικοπήματος ενάντια στον τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, και στη συνέχεια έφυγε από την Τουρκία για να μην υποστεί τις συνέπειες των διώξεων που ακολούθησαν.

Πλέον, ζει στο Αμβούργο, αλλά παραμένει μια από τους σημαντικότερους πολιτικούς σχολιαστές της γειτονικής χώρας, ενώ ταυτόχρονα εργάζεται στο New Institute’s Future of Democracy.

Πιο αναλυτικά, στη συνέντευξη που παραχώρησε στους New York Times παραλληλίζει την αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων των αμερικανικών προεδρικών εκλογών από τον Ντόναλντ Τραμπ με το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία το 2016 και τις διώξεις που ακολούθησαν από τον Ερντογάν εναντίον των πολιτικών του αντιπάλων.

«Μην κάνετε λάθος, πρόκειται για απόπειρα πραξικοπήματος» έγραψε σε άρθρο στον «Guardian» . «Αν συνέβαινε στην Τουρκία, τα διεθνή ΜΜΕ δεν θα το σκέφτονταν δύο φορές να το αποκαλέσουν έτσι».

Ο Ερντογάν αγγίζει τη δικτατορία

Μιλώντας  για τις απειλές που αντιμετωπίζουν οι δυτικές δημοκρατίες και η Δημοκρατία στην Τουρκία, δεν παραλείπει να τονίσει ότι η κρίση της Δημοκρατίας είναι δομική και αποτελεί ψευδαίσθηση να θεωρεί κανείς ότι αν «ξεφορτωθεί» πολιτικούς όπως ο Τραμπ ή ο Μπόρις Τζόνσον και με λίγες θεσμικές ρυθμίσεις θα επιστρέψει στην «κανονικότητα».

Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι  η κρίση της Δημοκρατίας συναρτάται με την κρίση του καπιταλισμού και δεν υπάρχει διέξοδος εκτός αν διευθετήσουμε το πρόβλημα των κοινωνικών ανισοτήτων.

Όσον αφορά την Τουρκία, η Temelkuran θεωρεί ότι το καθεστώς Ερντογάν συνιστά μια μορφή μαζικής δικτατορίας, όπου δεν απαιτείται η χρήση βίας παρά μόνο ένα διαφορετικό πολιτικό εργαλείο, η ένταξη των συμπαθούντων και υποστηρικτών του κυβερνώντος κόμματος σε ένα ευρύ δίκτυο χρηματοδότησης και ο εξοβελισμός των υπόλοιπων που εξαναγκάζονται να φεύγουν από τη χώρα.

Κατά τα λεγόμενα της Temelkuran, υπάρχουν δύο κατηγορίες πολιτών στην Τουρκία. Υπάρχουν οι πολίτες που είναι ενταγμένοι ή υποστηρίζουν το κυβερνόν κόμμα και είναι υποτακτικοί του Ερντογάν, αλλά και οι πολίτες  που εξαναγκάζονται να φύγουν από τη χώρα. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν πολλοί μορφωμένοι άνθρωποι, όπως  γιατροί, νοσηλευτές, ακαδημαϊκοί.

Σε ερώτηση για το τι μπορεί να συμβεί για να αλλάξει η κατάσταση, η συγγραφέας και πολιτική αναλύτρια τονίζει πως η διέξοδος από αυτό το σύστημα έγκειται στην αντιπολίτευση, η οποία πρέπει να κατέβει στις εκλογές ενωμένη, και αυτό είναι που τώρα προσπαθεί να κάνει.

Ερωτηθείσα για ποιο λόγο επιλέγει να χρησιμοποιεί τον όρο «φασισμός», η ίδια απαντά αποστομωτικά: «Γιατί νομίζω πως αυτός είναι ο όρος που θα πρέπει να χρησιμοποιούμε. Μας έκαναν να πιστεύουμε πως ο φασισμός είχε θαφτεί στα πεδία μάχης του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Αυτή η εκδοχή, με τις μπότες και την στολή έχει όντως θαφτεί. Ωστόσο, ο φασισμός δεν έρχεται μόνο με τη μορφή αυτή, με μια στολή, μπότες και το χαρακτηριστικό περπάτημα της χήνας. Αν καταπιεστεί η ελευθερία του λόγου…τα δικαιώματα της εργατικής τάξης, η καταπίεση συσσωρευτικά θα οδηγήσει σε φασισμό».

Σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία, η δημοκρατία είναι αρκετά ισχυρή, ώστε να προστατευθεί. Αλλά σε χώρες όπου το πολιτικό και δημοκρατικό κατεστημένο δεν είναι αρκετά ώριμο, βλέπει κανείς την απόλυτη καταπίεση. Δεν τίθεται αμφιβολία πως μπορούμε εύκολα να αναφερόμαστε σε τέτοια καθεστώτα με τον όρο «φασισμός». «Αυτό ισχύει στην Τουρκία, την Ινδία και άλλες χώρες» καταλήγει η Temelkuran.