Ως είθισται, κάθε χρόνο υπάρχουν γαλοπούλες που είναι αρκετά πιο τυχερές από τις υπόλοιπες ενόψει τις Ημέρας των Ευχαριστιών. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, τήρησε την παράδοση και έδωσε χάρη σε δύο γαλοπούλες από τη Βόρεια Καρολίνα, την Τσόκολεϊτ και την Τσιπ, που έτσι δεν θα φαγωθούν στο εορταστικό τραπέζι. 

Σε αντάλλαγμα, οι δυο τροφαντές γαλοπούλες εξέφρασαν κακαρίζοντας τις ευχαριστίες τους στον Πρόεδρο, ο οποίος με τον τρόπο αυτόν κήρυξε την έναρξη της εορταστικής περιόδου.

Καθώς η θερμοκρασία στην Ουάσινγκτον έχει πέσει, ο Μπάιντεν είπε ότι δεν ήθελε να παρατείνει για πολλή ώρα την «τελετή», στο Νότιο Κήπο του Λευκού Οίκου, «γιατί σε κανέναν δεν αρέσει η γαλοπούλα όταν κρυώνει».

Μια στρατιωτική μπάντα έδινε τον ρυθμό και έβαλε τους παριστάμενους στην κατάλληλη διάθεση, παιανίζοντας μια εκδοχή του τραγουδιού «Freebird» των Lynyrd Skynyrd. Από το μπαλκόνι του Λευκού Οίκου, πίσω από τον Μπάιντεν, ο Πρώτος Σκύλος του Προέδρου, ο γερμανικός ποιμενικός Κομάντερ, παρακολουθούσε γαβγίζοντας δυνατά.

Εκατομμύρια γαλοπούλες θα ψηθούν την Πέμπτη στους φούρνους όλης της χώρας και θα καταναλωθούν με σάλτσα και ποικιλία συνοδευτικών πιάτων – από πατάτες μέχρι φασολάκια. Όμως η Τσόκολεϊτ, βάρους περίπου 23 κιλών και η Τσιπ, μισό κιλό παχύτερη, δεν θα έχουν αυτή τη μοίρα: θα μεταφερθούν στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας για να περάσουν εκεί την υπόλοιπη ζωή τους. Η χάρη από τον Πρόεδρο είναι οριστική και αμετάκλητη. 

Ο Μπάιντεν, πάντως, είχε όρεξη για λογοπαίγνια με βάση την περίσταση, μιλώντας για τις ενδιάμεσες εκλογές. Ο Μπάιντεν έκανε μια αναφορά στη διαδικασία της 8ης Νοεμβρίου, μέσα από την οποία οι Δημοκρατικοί διατήρησαν τον έλεγχο της Γερουσίας αλλά έχασαν, οριακά, τη Βουλή, στερώντας από τους Ρεπουμπλικάνους το «κόκκινο κύμα» που ονειρεύονταν.

«Οι ψήφοι μετρήθηκαν και επαληθεύτηκαν. Δεν υπάρχει κάλπη γεμιστή. Δεν υπάρχει αντιπουλερική ενέργεια» είπε κάνοντας λογοπαίγνιο με τις λέξεις fowl (πτηνό) και foul (αντικανονικός). Το μοναδικό «κόκκινο κύμα», προσέθεσε, «θα συμβεί μόνο αν ο Κομάντερ χύσει κατά λάθος τη σάλτσα κράνμπερι».