Δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα που να ενώνει τους ∆ηµοκρατικούς και τους Ρεπουµπλικανούς στην Ουάσινγκτον αυτόν τον καιρό. Αν παραµένει κάτι, αυτό είναι αναµφίβολα η Κίνα, µε τη ρεπουµπλικανική αντιπολίτευση να έχει ήδη κατηγορήσει την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν επειδή άργησε να καταρρίψει το κατασκοπευτικό αερόστατο του «κόκκινου δράκου», που προκάλεσε την τελευταία διπλωµατική τριβή µεταξύ των δύο υπερδυνάµεων. Ετσι, στην ετήσια, πολυαναµενόµενη οµιλία του για την Κατάσταση της Ενωσης, την οποία ο Αµερικανός πρόεδρος παρέθεσε και στα δύο σώµατα του Κογκρέσου, την προηγούμενη Τρίτη, προχώρησε σε µια ασυνήθιστη άµεση προειδοποίηση προς το Πεκίνο, πως «αν απειλήσει την κυριαρχία µας, θα δράσουµε ώστε να προστατεύσουµε τη χώρα µας».

Η αναφορά, όπως επισηµαίνει ο Στίβεν Κόλινσον του CNN, βάζει την Κίνα στην πρώτη θέση µιας νέας αντιπαλότητας (παρότι στη συνάντηση µε τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ κατά τη Σύνοδο του G20 στην Ινδονησία είχε γίνει βήµα στην κατεύθυνση της διµερούς συνεργασίας), µε άξονα την αντιδηµοκρατικότητα και τη διεθνή παρεµβατικότητα της χώρας (σ.σ.: «Πείτε µου έναν ηγέτη που θα ήθελε να είναι στη θέση του Σι Τζινπίνγκ», είπε ταυτόχρονα, υποβαθµίζοντας την κινεζική πρόοδο στην οικονοµική ανάπτυξη, στην πολιτική για τον COVID και στην εξωστρέφεια, γενικότερα).

usa

Σε αυτή την κλίµακα, της αντιδηµοκρατικότητας, στην αµέσως επόµενη θέση έρχεται η Ρωσία, καθώς ο Μπάιντεν χαρακτήρισε τον πόλεµο στην Ουκρανία µια δοκιµασία, ένα τεστ «για όλες τις εποχές, για την Αµερική, για τον υπόλοιπο κόσµο». Αλλωστε, παρούσα στο ακροατήριο ήταν η πρέσβης της Ουκρανίας στις ΗΠΑ, Οξάνα Μαρκάροβα.

usa-

Με το βλέμμα στο 2024

Κατά τα λοιπά, η καθιερωµένη ετήσια προεδρική οµιλία µπορεί να πει κανείς πως… έβλεπε προς το εσωτερικό των ΗΠΑ, προς την οικονοµική επικαιρότητα και την εκλογική ατζέντα, µε τον 80χρονο Μπάιντεν να θέτει -όπως συµφωνούν οι αναλυτές- τον τόνο για την προεκλογική χρονιά πριν από το 2024, µε τον ίδιο να αναµένεται (προς δυσαρέσκεια πολλών ∆ηµοκρατικών, λόγω της ηλικίας του και ελλείψει εναλλακτικών) να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα.

Η οµιλία του δόθηκε σε ένα Κογκρέσο στο οποίο οι ενδιάµεσες εκλογές τού άφησαν περισσότερο έλεγχο από τους ∆ηµοκρατικούς από όσο ανέµενε και ενώπιον των ιδιαίτερα διχασµένων Ρεπουµπλικανών αντιπάλων του. Κάτι που του άφησε και το περιθώριο, σύµφωνα και µε τον Τζάστιν Σινκ του Bloomberg, να… παίξει λίγο τους αντιπάλους του. Εµφανιζόµενος µε ένα ενωτικό µήνυµα προς τις δύο παρατάξεις, αλλά, την ίδια στιγµή, κεφαλαιοποιώντας τη δυσπιστία των «τραµπικών» της αντίπαλης παράταξης απέναντι στο πρόσωπο του Κέβιν ΜακΚάρθι, επικεφαλής της πιο ισχνής πλειοψηφικής οµάδας της αντιπολίτευσης στη Βουλή των Αντιπροσώπων από το 1931, µε µόλις 222 έδρες. «Κύριε οµιλητή, δεν θέλω να χαλάσω τη φήµη σου, αλλά αδηµονώ να συνεργαστώ µαζί σου», είπε προς τον ΜακΚάρθι, ο οποίος για πρώτη φορά στεκόταν ακριβώς πίσω του, στη θέση που κατείχε προεκλογικά η ∆ηµοκρατική Νάνσι Πελόζι.

Παρ’ όλα αυτά, στη διάρκειας µίας ώρας και δώδεκα λεπτών οµιλία του, που επικεντρώθηκε στην ενότητα και την ενίσχυση της µεσαίας τάξης, δεν µπορεί να ήταν υπεράνω ανησυχιών και ο ίδιος. Σε δηµοσκόπηση που έγινε εντός της εβδοµάδας από «Washington Post» και ABC News το 62% των Αµερικανών απαντά πως ο Τζο Μπάιντεν δεν έχει καταφέρει πάρα πολλά στη διάρκεια της θητείας του. Αλλη δηµοσκόπηση θέλει τη δηµοτικότητά του στο 41%.

Οικονομία

Ο Μπάιντεν κάλεσε τους Ρεπουµπλικανούς να υποστηρίξουν τις φορολογικές πολιτικές που στηρίζουν τη µεσαία τάξη και τα έβαλε µαζί τους προκαλώντας τους να αυξήσουν το ανώτατο όριο του χρέους των 31,4 τρισ. δολαρίων, το οποίο πρέπει να αρθεί τους επόµενους µήνες για να αποφευχθεί η χρεοκοπία, χωρίς ανταλλάγµατα σε περικοπές στις µεγάλες δηµόσιες δαπάνες που έχει ανακοινώσει. «Κάποιοι από τους Ρεπουµπλικανούς φίλους µου θέλουν να θέσουν την οικονοµία σε οµηρία -το καταλαβαίνω-, εκτός αν συµφωνήσω µε τα οικονοµικά τους σχέδια. Ολοι εσείς στο σπίτι θα πρέπει να γνωρίζετε ποια είναι αυτά τα σχέδια. Αντί να αναγκάσουν τους πλούσιους να πληρώσουν το µερίδιο που τους αναλογεί, κάποιοι Ρεπουµπλικανοί θέλουν να διαλύσουν το Medicare και την κοινωνική ασφάλιση», είπε, προκαλώντας αποδοκιµασίες από βουλευτές όπως η Μάρτζορι Τέιλορ Γκριν, η Ρεπουµπλικανή βουλευτής της Τζόρτζια και οπαδός του Τραµπ, που αποκάλεσε τον Μπάιντεν «ψεύτη». Ταυτόχρονα,
γνωστοποίησε κάποια σηµεία του Προϋπολογισµού, που θα ανακοινωθεί τον επόµενο µήνα, όπως την πρόθεση να µειώσει το έλλειµµα κατά 2 τρισ. δολάρια και τη δέσµευση για µη αύξηση της φορολόγησης σε εισοδήµατα κάτω των 400.000 δολαρίων ετησίως (ενώ παράλληλα επανέλαβε την έκκληση για υψηλότερους φόρους στους δισεκατοµµυριούχους). Ακόµη, καθησύχασε σχετικά µε την υποχώρηση του πληθωρισµού και δήλωσε πως ο COVID-19 δεν ελέγχει πλέον τις ζωές των Αµερικανών και η οικονοµία ωφελείται από 12.000.000 νέες θέσεις εργασίας.

Παρούσα στο ακροατήριο για την καθιερωµένη ετήσια οµιλία ήταν η πρέσβης της Ουκρανίας στις Ηνωµένες Πολιτείες, Οξάνα Μαρκάροβα


Επίσης, υπεραµύνθηκε των πράσινων επιδοτήσεών του, της πολιτικής επιστροφής της κατασκευής µικροτσίπ στις ΗΠΑ και του οφέλους τους στην οικονοµία, ενώ επιτέθηκε στις πετρελαϊκές εταιρείες για τα υψηλά τους κέρδη (σ.σ.: Κάποιοι Ρεπουµπλικανοί γέλασαν όταν είπε πως θα χρειαστούµε το πετρέλαιο για τουλάχιστον µία δεκαετία ακόµα). Την ατζέντα συµπλήρωσαν τα σχέδιά του για το Μεταναστευτικό και οι µεταρρυθµίσεις στην Αστυνοµία µετά τον θάνατο του Τάιερ Νίκολς (οι γονείς του οποίου βρίσκονταν στην αίθουσα) από ξυλοδαρµό. Προειδοποίησε, επίσης, πως, αν το Κογκρέσο περάσει νόµο για εθνική απαγόρευση της άµβλωσης, θα ασκήσει προεδρικό βέτο, ενώ αναφέρθηκε στην αµερικανική ∆ηµοκρατία, που, παρά το γεγονός ότι «αντιµετωπίζει τη µεγαλύτερη απειλή µετά τον εµφύλιο πόλεµο», «αν και µελανιασµένη, παραµένει αδιάσπαστη».

Οι κατηγορίες

Αυτή η -σε µεγάλο βαθµό ∆ηµοκρατικού ενδιαφέροντος- ατζέντα έφερε την αντίδραση της οµιλήτριας των Ρεπουµπλικανών, της µόλις 40 ετών κυβερνήτου του Αρκάνσας, Σάρα Χάκαµπι Σάντερς (και πρώην εκπροσώπου Τύπου του Ντόναλντ Τραµπ), που κατηγόρησε τους ∆ηµοκρατικούς πως µένουν προσκολληµένοι σε «woke» φαντασιώσεις (αναφορά στην κουλτούρα πολιτικής ορθότητας), πως οι Αµερικανοί δέχονται επίθεση από τον ιδεολογικό πόλεµο µιας αριστερής πτέρυγας, αλλά και πως «η διαχωριστική γραµµή στην Αµερική δεν είναι πλέον µεταξύ ∆εξιάς και Αριστεράς», αλλά «ανάµεσα στο φυσιολογικό και το τρελό»!

Οµως, αν ο Μπάιντεν αντιµετωπίζει µια χαµηλή δηµοφιλία, οι Ρεπουµπλικανοί έχουν και εκείνοι τα δικά τους προβλήµατα. Ο Ντόναλντ Τραµπ (ο µόνος µέχρι στιγµής επίσηµος υποψήφιος) εξακολουθεί να διχάζει, µε τα χρηµατοδοτικά λόµπι των ΗΠΑ να παίρνουν ήδη τις αποστάσεις τους από την προεκλογική του εκστρατεία. Πρόσφατα, η CEO του πολιτικού σκέλους του χρηµατοδοτικού δικτύου του δισεκατοµµυριούχου Τσαρλς Κοχ «Americans for Prosperity» είπε πως θα υποστηρίξει έναν υποψήφιο «που µπορεί να κερδίσει», ακολουθώντας οµάδες όπως το «Club for Growth», αλλά και τους Κένεθ Γκρίφιν του οµώνυµου fund και Στίβεν Σβάρτσµαν της Blackstone στον δρόµο της αντίθεσης στην υποψηφιότητα Τραµπ.

«Βέλη»

Ο πρώην πρόεδρος επιχείρησε να αµαυρώσει τη φήµη του Ρον ντε Σάντις, του κυβερνήτη της Φλόριντα -και πιθανολογούµενου αντιπάλου του- αναπαράγοντας δηµοσίευµα που τον ήθελε να… τα πίνει µε ανήλικες µαθήτριες το διάστηµα που εργαζόταν ως καθηγητής σε Λύκειο της Τζόρτζια. Ο Τζορτζ Σάντος, ο βραζιλιάνικης καταγωγής βουλευτής που οµολόγησε ότι «πείραξε» το βιογραφικό του (και τελευταία κατηγορήθηκε από πρώην βοηθό του για σεξουαλική παρενόχληση), επικρίθηκε έντονα για την παρουσία του από πεπειραµένους Ρεπουµπλικανούς, όπως ο Μιτ Ρόµνεϊ. Και ίσως η πιο ενδιαφέρουσα, αναµενόµενη εξέλιξη των ηµερών είναι εκείνη της διαφαινόµενης ανακοίνωσης υποψηφιότητας για την προεδρία από την πρώην κυβερνήτη της Νότιας Καρολίνας και πρώην πρέσβειρας των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, Νίκι Χέιλι.