Ευαίσθητη τεχνολογία που στηρίζει τη διεξαγωγή του πολέμου της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας περιήλθε στα χέρια της Μόσχας μέσω ρωσικού δικτύου κατασκοπείας, παρά τις κυρώσεις που της έχουν επιβληθεί για τεχνολογικά αγαθά και υπηρεσίες. 
Το δίκτυο —που δημιουργήθηκε για την προμήθεια εξαρτημάτων και προϊόντων από μικροτσίπ μέχρι πυρομαχικά— κατάφερε να αποκτήσει εργαλειομηχανές από τη Γερμανία και τη Φινλανδία παρά τις κυρώσεις των ΗΠΑ που επιβλήθηκαν τον Μάρτιο του 2022, σύμφωνα με έρευνα των Financial Times.

Η συνεχής ικανότητα του δικτύου προμηθειών να λειτουργεί στην Ευρώπη δείχνει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι δυτικές κυβερνήσεις καθώς προσπαθούν να εμποδίσουν την παροχή κρίσιμης τεχνολογίας για το στρατιωτικό-βιομηχανικό συγκρότημα της Ρωσίας. Το «δίκτυο Serniya» έχει κατηγορηθεί από το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ότι εργάζεται σε «άκρως ευαίσθητες και απόρρητες δραστηριότητες προμηθειών» για λογαριασμό της ρωσικής υπηρεσίας κατασκοπείας FSB.

Το δίκτυο

Οι FT διαπίστωσαν ότι μια ρωσική εταιρεία, που ελέγχεται από το ίδιο πρόσωπο που ελέγχει μια οντότητα του δικτύου Serniya που περιγράφεται από τις ΗΠΑ ως «εμπλεκόμενη σε δραστηριότητες διάδοσης υπό την καθοδήγηση των ρωσικών υπηρεσιών πληροφοριών», συνέχισε να αγοράζει αντικείμενα από εταιρείες εντός της ΕΕ.
Τα εταιρικά αρχεία, οι δηλώσεις εισαγωγής και οι συνεντεύξεις αποκαλύπτουν ότι η Trading House Treydtuls, με εδρα σε μια βιομηχανική περιοχή στη βόρεια Μόσχα, έχει αποκτήσει υλικά αξίας 900.000 δολαρίων από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων μικροτσίπ και ειδών για βιομηχανική παραγωγή, κυρίως από την ΕΕ.

Η Treydtuls εμφανίζει την ίδια διεύθυνση με την Robin Trade, μέρος του δικτύου Serniya, και ανήκει στο ίδιο πρόσωπο, έναν ρώσο υπήκοο που ονομάζεται Alexey Zibyrov. Δυτικός αξιωματούχος επιβεβαίωσε ότι ο Zibyrov, ο οποίος δεν έχει κατονομαστεί ή κατηγορηθεί από τις αρχές των ΗΠΑ, θεωρείται πρόσωπο «ενδιαφέροντος» σε σχέση με τους δεσμούς του με την FSB.

Τα διαθέσιμα τελωνειακά αρχεία, που επιβεβαιώνονται με δεδομένα εισαγωγών που κοινοποιήθηκαν στους FT από τον Maxim Mironov, καθηγητή οικονομικών στη σχολή επιχειρήσεων IE στη Μαδρίτη, δείχνουν ότι η Robin Trade μετέφερε 12,2 εκατομμύρια δολάρια αγαθών στη Ρωσία έως τον Απρίλιο του 2022 πριν τα έσοδά της πέσουν κατακόρυφα κατά 90% μετά την επιβολή κυρώσεων.

Όταν άλλα τμήματα του δικτύου σταμάτησαν την αγοραστική τους δραστηριότητα λόγω των κυρώσεων, η Treydtuls άρχισε να εισάγει εργαλειομηχανές από μια εταιρεία στη Γερμανία. Τα τελωνειακά αρχεία δείχνουν ότι η Treydtuls μετέφερε 22 τόνους εξοπλισμού από τη Γερμανία στη Ρωσία, δηλωμένης αξίας 554.000 δολαρίων, μέχρι το τέλος του 2022. Από τα ίδια αρχεία προκύπτει επίσης ότι η Treydtuls αγόρασε ταυτόχρονα 253.000 δολάρια πλακέτες ολοκληρωμένων κυκλωμάτων από μια μικρή εταιρεία στη Σιγκαπούρη. Τα αντικείμενα κατασκευάστηκαν από τις αμερικανικές εταιρείες ημιαγωγών Analog Devices, Texas Instruments και Altera και τη γερμανική IC-Haus.

Όλες αυτές οι εταιρείες έχουν σταματήσει τις εξαγωγές τους στη Ρωσία, αυξάνοντας την ανάγκη των ρωσικών κρατικών και στρατιωτικών φορέων να προμηθεύονται προηγμένα ηλεκτρονικά είδη από τρίτες χώρες. Η Treydtuls αγόρασε επίσης 3.700 δολάρια ενισχυμένων δίσκων λείανσης και κοπής από μια εταιρεία στη Φινλανδία. Αυτά τα είδη απαγορεύεται από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου να εξάγονται στη Ρωσία, στη Βόρεια Κορέα και στο Ιράν, αλλά δεν απαγορεύονται από την ΕΕ.

Η εξασφάλιση προηγμένων ηλεκτρονικών και εργαλειομηχανών είναι κρίσιμη για την πολεμική μηχανή της Ρωσίας. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Κέντρου για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια τον περασμένο Οκτώβριο η Ρωσία στρέφεται σε «γκρίζες εισαγωγές μέσω της μαύρης αγοράς ή μέσω μιας αλυσίδας εταιρειών που έχουν σχεδιαστεί για να κρύβουν τον τελικό χρήστη». Αυτά είναι παρόμοια με προγράμματα λαθρεμπορίας που διαχειρίζονται η Βόρεια Κορέα και το Ιράν, τα οποία επίσης υπόκεινται σε εκτεταμένες κυρώσεις από τις ΗΠΑ, σημειώνουν οι FT. 



Συνωμοσία

Το υπουργείο Δικαιοσύνης τω ΗΠΑ κατηγόρησε τον προηγούμενο Δεκέμβριο πέντε ρώσους υπηκόους που συνδέονται με τη Serniya για συνωμοσία με σκοπό την προμήθεια στρατιωτικής και διπλής χρήσης για ρωσικές αμυντικές εταιρείες. Μεταξύ αυτών ήταν ο Vadim Konoshchenok, ο οποίος είναι ύποπτος ότι ήταν συνταγματάρχης της FSB και συνελήφθη από Εσθονούς συνοριοφύλακες αφού προσπάθησε να περάσει στη Ρωσία με ηλεκτρονικά, μικροτσίπ και πυρομαχικά κατασκευής ΗΠΑ, σύμφωνα με το αμερικανικό κατηγορητήριο.


Ενώ η Treydtuls έχει αποφύγει μέχρι στιγμής τις δυτικές κυρώσεις, οι πολλαπλοί δεσμοί της με το κατηγορούμενο δίκτυο της FSB ήταν ορατοί μέσω εμπορικών σχέσεων πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, εγείροντας περαιτέρω ερωτήματα σχετικά με το πώς της επετράπη να συνεχίσει να αγοράζει προϊόντα από την ΕΕ.


Τα αρχεία δείχνουν ότι το 2019 η Treydtuls εισήγαγε αντικείμενα από δύο εταιρείες που έχουν συσταθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Majory LLP και τη Photon Pro LLP, εγγεγραμμένες σε γραφεία στην περιοχή Shoreditch του Λονδίνου. Και οι δύο συμπεριλήφθηκαν στη λίστα κυρώσεων των ΗΠΑ πέρυσι επειδή υπηρέτησαν ως εταιρείες-βιτρίνα στο δίκτυο της FSB.

Το Major LLP ελεγχόταν, μέχρι τη διάλυσή του τον Φεβρουάριο, από τον Andrey Georgiyevich Zakharov, τον οποίο οι ΗΠΑ κατηγόρησαν επίσης ότι διοικούσε εταιρείες-βιτρίνα για εισαγωγή ευαίσθητης τεχνολογίας παρά τις δυτικές κυρώσεις. Η Treydtuls είναι επίσης εγγεγραμμένη στην ίδια διεύθυνση της Μόσχας ως εταιρεία τεχνολογίας συνιδιοκτησίας του Zakharov, NTS Wellink, σύμφωνα με αρχεία ρωσικής εταιρείας. Η Wellink έχει συμμετάσχει σε διαγωνισμούς της ρωσικής κυβέρνησης για εξαιρετικά ευαίσθητες οντότητες που ελέγχονται από το κράτος, συμπεριλαμβανομένης της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Προστασίας που είναι υπεύθυνη για την προσωπική ασφάλεια του Πούτιν.

Πηγή: ΟΤ