'Ενοχος για σεξουαλική κακοποίηση της δημοσιογράφoυ Τζιν Κάρολ κρίθηκε από το δικαστήριο ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.

Ο επιχειρηματίας και ρεπουμπλικανός πολιτικός καταδικάστηκε από το ομοσπονδιακό δικαστήριο, το οποίο επιδίκασε αποζημίωση 5 εκατ. δολαρίων.
Οι εννέα ένορκοι (έξι άνδρες και τρεις γυναίκες) διαβουλεύτηκαν λιγότερο από τρεις ώρες και δικαίωσαν τελικά την αρθρογράφο Τζιν Κάρολ, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ αρνήθηκε τις κατηγορίες και δήλωσε ότι θα ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.

Στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, η σήμερα Τζιν Κάρολ κατέθεσε ενώπιον των ενόρκων. «Είμαι εδώ επειδή ο Ντόναλντ Τραμπ με βίασε και όταν το έγραψα αυτό, είπε ψέματα και είπε ότι δεν συνέβη», κατέθεσε προ ημερών η 79χρονη σήμερα αρθογράφος στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μανχάταν. «Είπε ψέματα και έβλαψε το όνομά μου και είμαι εδώ για να προσπαθήσω να πάρω πίσω τη ζωή μου», πρόσθεσε.

Η Τζιν Κάρολ, που διατηρούσε μια στήλη συμβουλών στο περιοδικό Elle, αξίωνε αποζημίωση από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος διεκδικεί και πάλι το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων για τις προεδρικές εκλογές του 2024. Η υπόθεση αφορά μια συνάντηση που, σύμφωνα με την Τζιν Κάρολ, είχαν οι δύο τους στο πολυκατάστημα Bergdorf Goodman, στα τέλη του 1995 ή τις αρχές του 1996, όπου κατηγόρησε τον Ρεπουμπλικάνο μεγιστάνα ότι τη βίασε.

Μήνυση και για δυσφήμιση κατά του Τραμπ

Η Κάρολ τον μήνυσε για δυσφήμιση, αφού ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ αρνήθηκε ότι την βίασε και σε μια ανάρτησή του στον ιστότοπο Truth Social υποστήριξε ότι δεν την γνωρίζει, «δεν είναι ο τύπος του» και ότι έκανε αυτόν τον ισχυρισμό για να πουλήσει τα απομνημονεύματά της. Τον μήνυσε επίσης για βιασμό, βασιζόμενη σε έναν νόμο της Νέας Υόρκης που έδινε τη δυνατότητα, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, στα θύματα να προσφύγουν στα δικαστήρια ακόμη και αν έχει παραγραφεί το αδίκημα.

Την βίασε σε δοκιμαστήριο πολυκαταστήματος

Η ενάγουσα κατέθεσε ότι γνώρισε τον Ρεπουμπλικάνο μεγιστάνα χρόνια πριν από τη συνάντησή τους στο πολυκατάστημα και τον θεωρούσε «ευχάριστο» και «κοινωνικό». Στο Bergdorf, όπως είπε, έφευγε όταν ο Ντόναλντ Τραμπ την αναγνώρισε και της έτεινε το χέρι του, αναγκάζοντάς την να σταματήσει.

«Είπε: “Έι, εσύ είσαι εκείνη η κυρία με τις συμβουλές” και απάντησα “Ει, εσύ είσαι εκείνος ο μεγιστάνας των ακινήτων”», είπε. Οι δυο τους άρχισαν να αστειεύονται και ο τόνος του Τραμπ ήταν «πειρακτικός», συνέχισε, καταθέτοντας ότι εκείνος ήθελε να αγοράσει εσώρουχα για μια άλλη γυναίκα. Της ζήτησε να δοκιμάσει ένα εσώρουχο και εκείνη αστειεύτηκε, αντιπροτείνοντάς του να το φορέσει ο ίδιος. Όπως υποστήριξε, στη συνέχεια την οδήγησε σε ένα δοκιμαστήριο, έκλεισε την πόρτα, την έσπρωξε στον τοίχο και την βίασε.

Φοβόταν ότι θα χάσει την δουλειά της

Η Τζιν Κάρολ προσπάθησε να συγκρατήσει τα δάκρυά της ενώ περιέγραφε πώς τον απώθησε. Όταν ρωτήθηκε από τον δικηγόρο της αν είπε «όχι», απάντησε: «Δεν θυμάμαι να το λέω. Ίσως να το είπα». Πρόσθεσε ότι εκείνη την εποχή έριχνε το φταίξιμο στον εαυτό της, φοβόταν ότι θα έχανε τη δουλειά της και ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα την εκδικείτο εάν τον κατέδιδε.