«Από τότε που η Τσεχοσλοβακία χωρίστηκε στα δύο, το 1993, έχουν περάσει πολλά χαμένα χρόνια. Οι Σκωτσέζοι δεν πρέπει να κάνουν τα ίδια λάθη με εμάς. Καθώς το δημοψήφισμα για την σκοτσέζικη ανεξαρτησία βρίσκεται προ των πυλών, θυμάμαι το αίσθημα της βαθιάς κατάθλιψης που με διακατείχε πριν 21 χρόνια, όταν έγινε το «βελούδινο διαζύγιο» της Τσεχοσλοβακίας. Δύο νέες μικρές χώρες εμφανίστηκαν στο χάρτη - η Τσέχικη Δημοκρατία και η Σλοβακία - και πέρα των συνόρων τους κανείς δεν καταλάβαινε γιατί διαχωρίστηκαν».

Ένα πιο διευρυμένο και μεγαλύτερο «ενωμένο» (ομοσπονδιακό) κράτος με δεσμούς ενότητας ανάμεσα στους πολίτες του, έδωσε τη θέση του σε δύο μικρότερα εθνικά κράτη, αδύναμα και τότε και τώρα.

Αυτά γράφει στην βρετανική εφημερίδα Guardian Πάβελ Σάιφερ, πρώην πρεσβευτής της Τσεχίας στο Λονδίνο στο χρονικό διάστημα 1997 - 2003.

Με την σημερινή οπτική, τονίζει ο Σάιφερ, εκείνο το «διαζύγιο» μοιάζει απλώς άλλο ένα ιστορικό γεγονός. 'Ηταν άλλη η εποχή και άλλο το γεωπολιτικό πλαίσιο, θεωρήθηκε επίσης ως ειρηνικό επίτευγμα, καθώς τότε η Γιουγκοσλαβία διαλυόταν βιαίως.

Παρόλα αυτά, η απόφαση για τη Τσεχοσλοβακία δεν ελήφθη με την δέουσα δημοκρατική διαδικασία. Εξέπληξε τόσο τους «ενωτικούς» όσο και τους «αποσχιστές». Ηταν αποτέλεσμα δεσποτικής συμπεριφοράς δύο ηγετών με βάση την εκλογική τους επιτυχία: έναν Τσέχο στην νικηφόρα δεξιά πολιτική πτέρυγα από τη μια πλευρά, κι έναν Σλοβάκο στην εξίσου νικηφόρα αριστερά από την άλλη. Έγινε πίνοντας τσάι (ή μήπως ήταν μπύρα;) στο κήπο της περίφημης βίλας Τούγκενχατ στο Μπρνο. Μετά τη λήψη της απόφασης από τον τότε Τσέχο πρωθυπουργό Βάτσλαβ Κλάους και το Σλοβάκο πρωθυπουργό Βλαντιμίρ Μετσιάρ, δεν υπήρχε πια γυρισμός.

Τα ζητήματα που προκύπτουν από μία πιθανή αποχώρηση της Σκοτίας από το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι ανάλογα. Παρόλα αυτά αξίζει να συλλογιστούμε πως κανείς δεν είναι σίγουρος για το τι θα ακολουθήσει, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα.

Οι Σλοβάκοι τουλάχιστον είχαν μια αίσθηση για το τι έπεται στο μέλλον, ή για το τι έκαναν. Έχτιζαν μια νέα χώρα. Ωστόσο στη διαδρομή έχασαν το τρένο για το ΝΑΤΟ και την Ευρώπη, και τελικά τα κατάφεραν την τελευταία στιγμή. Πριν από αυτό έπρεπε πρώτα να καταρρίψουν  τις εθνικιστικές, λαϊκιστικές και διεφθαρμένες πολιτικές της περιόδου που προηγήθηκε του «διαζυγίου» και να ξεφορτωθούν τον ίδιο ηγέτη που αποφάσισε την ανεξαρτησία. Τους πήρε πέντε-έξι χρόνια.

Οι Τσέχοι ακόμη γενικά δεν έχουν αντιληφθεί πόσο χρόνο έχασαν. Αυτό ίσως να οφείλεται στο ότι η χώρα βγήκε από τη διχοτόμηση χωρίς κάποιο διακριτό σκοπό ή ρόλο. Οι Τσέχοι ξύπνησαν την 1η Ιανουαρίου του 1993 σε μια νέα χώρα, αλλά δεν το αντιλήφθηκαν. Κατά μια έννοια, κάποιος μπορεί να δει τι συνέβη σαν μια επανάληψη του τι συνέβη στους Αυστριακούς όταν οι Τσέχοι και άλλοι το 1918 εγκατέλειψαν την «ένωσή» τους, την Αυστροουγγρική αυτοκρατορία. Οι Αυστριακοί κατέληξαν στην Αυστρία και τους πήρε μισό αιώνα να γίνουν ένα έθνος ξανά, αν και πολύ διαφορετικό πλέον.

Η Τσεχία, το δυτικό μέρος της τέως Τσεχοσλοβακίας ακόμη πασχίζει να βρει ένα λιγότερο δύσκολο όνομα από αυτό της Τσεχικής Δημοκρατίας, και στο μεταξύ δεν έχει βρει κάτι καλύτερο από το μισό του παλιού ημιονόματος «Τσεχο-». Η χώρα, αρκετά τυχερή που είχε για χρόνια ηγέτη τον Χάβελ, εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ το 1999 και στην ΕΕ το 2004, ακόμη αν και μερικές φορές δίνει την εντύπωση πως δεν έπραξε ορθά. Οι Τσέχοι πολιτικοί μερικές φορές είναι άπιστοι στους συμμάχους, δεν προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και πρόσφατα προσπάθησαν κάπως άγαρμπα να συμμαχήσουν με τη Κίνα.

«Blba nalada» σημαίνει «κακή διάθεση»

Δεν είναι ξεκάθαρο ούτε το τι επιθυμεί ο λαός. Έτσι ο τσέχικος εθνικισμός, ο λαϊκισμός και η ξενοφοβία εξαπλώθηκαν σε ένα λαό που δεν μοιράζεται πλέον τη μοίρα του με τους ιστορικούς συνοδοιπόρους του ή τις μειονότητες - Σλοβάκους, Γερμανούς, Εβραίους, Πολωνούς, Ούγγρους. Οι τσιγγάνοι Ρομά έχει γίνει ο νέος «άλλος». Τον μικρόνοο εθνικισμό συνοδεύει ένα αίσθημα άρνησης: κατά των πολιτικών (και με τις δύο έννοιες), κατά των Ρομά, κατά των αστέγων, κατά του Ισλάμ, κατά των Αμερικανών, κατά των Ευρωπαίων, ακόμα και κατά των Γερμανών. Περιέργως, οι φιλορωσικές τάσεις αυξάνονται, όπως οι τάσεις για την ουκρανική κρίση δείχνουν.

Από την άλλη, καθώς η Τσεχία είναι προφυλαγμένη ανάμεσα στις γερμανικές βιομηχανίες, η οικονομία της είναι σχετικά εντάξει. Ο πλούτος αυξάνεται (με τερατώδη ανάπτυξη της διαφθοράς) και παρά την αυξανόμενη ανισότητα, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, για παράδειγμα, είναι καλύτερο από το αντίστοιχο στο Ηνωμένο Βασίλειο.

«Τελικά το «Τσεχο-» της Τσεχοσλοβακίας έγινε ένα περιφερόμενο έθνος, λιγότερο σημαντικό και ακόμη λιγότερο ενδιαφέρον από τους προκατόχους του. Ο πλανήτης δεν του δίνει μεγάλη σημασία. Και στο εσωτερικό τις τελευταίες δύο δεκαετίες επικρατεί ένα αίσθημα «κατάθλιψης». «Blba nalada», ή αλλιώς «κακή διάθεση», όπως ο Χάβελ είπε κάποτε. Τότε ξεκίνησαν όλα: με τη διχοτόμηση της Τσεχοσλοβακίας. Αλλά πού να ξέραμε;» καταλήγει ο Τσέχος διπλωμάτης.