Οι Σοσιαλδημοκράτες ήρθαν πρώτοι στις σουηδικές εκλογές, αλλά η επάνοδός τους στην ηγεσία δεν χαροποιεί κανέναν στο στρατόπεδο της κεντροαριστεράς: Ξεκινούν δύσκολες συζητήσεις για κυβέρνηση συνασπισμού αρχικά με τους Πράσινους, αλλά ακόμη και σε συνδυασμό με την Αριστερά δεν θα μπορούσαν παρά να καταφέρουν να σχηματίσουν κυβέρνηση μειοψηφίας. Τίτλοι τέλους για τον Ράινφελντ στην Στοκχόλμη, εκτός Βουλής οι Φεμινίστριες. Ηχηρή νίκη της ακροδεξιάς, την οποία όμως όλοι βάζουν σε πολιτική καραντίνα.

Με την καταμέτρηση των ψήφων να έχει ολοκληρωθεί τη Δευτέρα, όλη η Σουηδία είναι... αχνά κόκκινη: Οι Σοσιαλδημοκράτες αποσπούν 31,2% (+0,4 μονάδες), οι Πράσινοι 6,8% (-0,4) και η Αριστερά 5,7% (+0,1).

Από μόνοι τους, οι Σοσιαλδημοκράτες του Στέφαν Λοβέν έχουν 113 έδρες και μαζί με τα άλλα δύο κόμματα που απαρτίζουν το μπλοκ της κεντροαριστεράς θα ήλεγχαν 158 έδρες -με όρια αυτοδυναμίας τις 175 έδρες.

Τα κόμματα του απερχόμενου κεντροδεξιού συνασπισμού αποσπούν συνολικά 142 έδρες: Οι Μετριοπαθείς του απερχόμενου πρωθυπουργού Ράινφελντ πήραν 23,2% (-6,7 μονάδες), το Κόμμα του Κέντρου 6,1% (-0,4), το Λαικό Κόμμα 5,4% (-1,7) και οι Χριστιανοδημοκράτες 4,6% (-1).

Ηχηρή ήταν η νίκη του ακροδεξιού κόμματος των Σουηδών Δημοκρατών: Διπλασίασε τα ποσοστά του στο 12,9% (+7,2 μονάδες). Αντιθέτως, οι Φεμινίστριες -που ίσως γίνονταν καταφύγιο για τους Σοσιαλδημοκράτες- πήραν μόνο 3,1% και δεν κατάφεραν να μπουν στη Βουλή.

Όπως αποδεικνύουν και οι μεταβολές της εκλογικής δύναμης των κομμάτων, οι Σουηδοί ψήφισαν λιγότερο υπέρ του Λοβέν ή της κεντροαριστεράς εν γένει και περισσότερο εναντίον της απερχόμενης κεντροδεξιάς Συμμαχίας -η μείωση στα ποσοστά των δε υπερτερεί κατά πολύ της ενίσχυσης των μεν.

Η αδυναμία της κεντροδεξιάς αποδίδεται στις επιφυλάξεις των Σουηδών απέναντι στις πολιτικές που έχει περάσει η «Συμμαχία» και οι οποίες θεωρείται ότι έχουν αποδυναμώσει το κοινωνικό κράτος (για τα σουηδικά δεδομένα, τουλάχιστον) και έχει επιδείξει υπερβολική ροπή στις ιδιωτικοποιήσεις.

Ενδεικτικά, ο Λοβέν είπε μετά το αποτέλεσμα πως τα τελευταία χρόνια «κάτι έχει ραγίσει» στο μοντέλο της χώρας, και «η Σουηδία απάντησε ότι χρειαζόμαστε αλλαγή».

Ο Στέφαν Λοβέν ανέφερε ότι θα ξεκινήσει συνομιλίες για σχηματισμό κυβέρνησης πρώτα με τους Πράσινους. Ο Ράινφλεντ από την πλευρά του αναγνώρισε την ήττα του και είπε πως θα υποβάλει άμεσα την παραίτησή του όχι μόνο από την πρωθυπουργία αλλά και από την ηγεσία των Μετριοπαθών.

Έτσι κλείνει η καριέρα του μακροβιότερου κεντροδεξιού ηγέτη σε μία Σουηδία που είχε ως κανόνα τις τελευταίες δεκαετίες τις κεντροαριστερές κυβερνήσεις. Τα πράγματα όμως έχουν αλλάξει για όλους.

Ριζικά νέο τοπίο, με μόνο την ακροδεξιά να πανηγυρίζει

Το τέλος της απόλυτης σοσιαλδημοκρατικής κυριαρχίας είχε έρθει ήδη το 2006, με την πρώτη εκλογική νίκη της κεντροδεξιάς. Η κυριαρχία Ράινφελντ είχε επικυρωθεί και με τις εκλογές του 2010, αλλά σταδιακά το κλίμα μεταστρεφόταν -όχι όμως, απαραίτητα, προς επιστροφή στα αριστερά.

Στην Στοκχόλμη φαινόταν ότι τα διάφορα μέτωπα των πολιτικών δυνάμεων αποδυναμώνονταν σε σημείο που οι κυβερνητικοί συνασπισμοί ήταν δύσκολο να λειτουργήσουν.

Ήδη το απερχόμενο σχήμα Ράινφελντ ήταν κυβέρνηση μειοψηφίας στη Βουλή, μοίρα που απειλεί και τον Λοβέν. Οι συνομιλίες για με τα δύο κόμματα που θεωρούνται «φυσικοί σύμμαχοι» των Σοσιαλδημοκρατών, τους Πράσινους και την Αριστερά, θα είναι δύσκολες και ίσως μακρόσυρτες.

Το πρώτο κόμμα έχει επίσης χάσει, τουλάχιστον στην αφετηρία, το Κόμμα του Κέντρου ως πιθανό εταίρο. Δεδομένης της κατάστασης, τίποτε δεν αποκλείεται, αλλά τυπικά το μικρό κόμμα είναι σε πολιτικό γάμο με τα άλλα τρία κόμματα της απερχόμενης κυβέρνησης (είχαν σχηματίσει προ ετών τη «Συμμαχία»).

Πού πήγαν όλοι εκείνοι οι ψηφοφόροι; Το συμπέρασμα είναι δύσκολο να βγει, αλλά έτσι φτάνει κανείς στον μεγάλο κερδισμένο της εκλογικής μάχης της Κυριακής, τους ακροδεξιούς Σουηδούς Δημοκράτες.

Σύμφωνα με το in.gr oι 49 έδρες που παίρνει στη Βουλή με το 12,9% μπορεί να θεωρηθούν πύρρειος νίκη: Κανείς δεν είναι διατεθειμένος να συνεργαστεί μαζί τους. Ο Λοβέν το απέρριψε από την πρώτη στιγμή μετά το κλείσιμο της κάλπης, και η κεντροδεξιά το είχε απορρίψει προκαταβολικά.

Το κόμμα όμως δεν το ενδιαφέρει απαραίτητα η συμμετοχή στην κυβέρνηση. Ο διπλασιασμός των ποσοστών του, έστω κι αν είναι σε «πολιτική καραντίνα» είναι ουσιαστική πολιτική νίκη επειδή δείχνει ότι ήρθαν για να μείνουν -έστω και μεσοπρόθεσμα- και έχει γίνει τρίτο κόμμα.

Οι Σουηδοί Δημοκράτες είχαν προσπαθήσει να μετριάσουν την επιθετική αντιμεταναστευτική ρητορική τους όσο πλησιάζαν οι κάλπες. Η μοναδική τους πολιτική πλατφόρμα παραμένει όμως κατά κύριο λόγο η θέση για μείωση του αριθμού των μεταναστών που δέχεται η Σουηδία, η οποία για χρόνια υπερηφανευόταν όχι μόνο για το υποδειγματικό κοινωνικό της κράτος αλλά και για το στάτους της ως «ανθρωπιστική υπερδύναμη».