«Ο θάνατος του Σίλβιο Μπερλουσκόνι καθιστά την Τζόρτζια Μελόνι ισχυρότερη», έγραψε το «Politico», εκτιμώντας πως χωρίς τον ίδιο δεν έχει μέλλον το προσωποπαγές κόμμα του, Forza Italia, κυβερνητικός εταίρος της Ιταλίδας πρωθυπουργού.

Το πρακτορείο Bloomberg, από την πλευρά του, σημειώνει πως και μετά -και πέρα από- τον θάνατό του, ο μπερλουσκονισμός μένει, κληροδοτημένος στις τάξεις ηγετών όπως ο Βίκτορ Ορμπαν, ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Μπόρις Τζόνσον και ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν (προσωπικός του φίλος, ο οποίος τον αποχαιρέτησε ως έναν «αγαπητό άνθρωπο, αληθινό φίλο»).

«Το εγχειρίδιο του Μπερλουσκόνι», αναφέρει χαρακτηριστικά το Bloomberg, «συμπεριέλαβε τον ευτελισμό των θεσμών, από την Κεντρική Τράπεζα έως τη Δικαιοσύνη. Οι κατηγορίες ότι δωροδόκησε δικαστές, ήταν φοροφυγάς και πλήρωσε ανήλικες γυναίκες για σεξ (τα διαβόητα πάρτι μπούνγκα-μπούνγκα, που έγιναν πρωτοσέλιδο σε όλο τον κόσμο) ενίσχυσαν τη δημοτικότητά του στις τάξεις όσων Ιταλών δυσπιστούσαν απέναντι στις ελίτ. Η ξεδιαντροπιά του αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για πολιτικούς τύπου Τραμπ και Τζόνσον».

«Ο Μπερλουσκόνι ήταν ο μεγάλος σαγηνευτής της Ιταλίας», κατά τον «Economist», το περιοδικό που το 2001 είχε κυκλοφορήσει με το πρωτοσέλιδο «Γιατί ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι είναι ακατάλληλος να ηγηθεί της Ιταλίας». Και το οποίο ο αποθανών είχε αποκαλέσει «Ecommunist».

Την Τετάρτη πραγματοποιήθηκε με μεγαλοπρέπεια, δημοσία δαπάνη, η κηδεία του (επί εννέα χρόνια) πρώην πρωθυπουργού της Ιταλίας (του μακροβιότερου δηλαδή της μεταπολεμικής Ιταλίας) στον καθεδρικό ναό του Μιλάνου, παρουσία της Μελόνι, του επίσης κυβερνητικού εταίρου, Ματέο Σαλβίνι, της ξενοφοβικής Λέγκας του Βορρά και πολλών ακόμα εγχώριων πολιτικών και ξένων ηγετών, με την εφημερίδα «La Repubblica» να κάνει συγκρίσεις με τον θάνατο της βασίλισσας Ελισάβετ στη Βρετανία.

Με αναμφίβολη την περίπλοκη παρακαταθήκη του λαϊκιστή πολιτικού στην Ιταλία, ο πολιτικός, μιντιάρχης και δισεκατομμυριούχος, όταν έχασε τη μάχη για τη ζωή από μυελομονοκυτταρική λευχαιμία (και με ιστορικό καρδιακών παθήσεων και μιας λοίμωξης στους πνεύμονες λόγω COVID το 2020), άφησε πίσω του και προσωπική περιουσία 6,8 δισ. δολ., που τον καθιστούσε τον τρίτο πλουσιότερο άνθρωπο στην Ιταλία τη στιγμή του θανάτου του.


FORZA ITALIA

Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι αναδύθηκε στην ιταλική οικονομική ελίτ στα τέλη της δεκαετίας του ’60, με τη βοήθεια του μετέπειτα δολοφονημένου από τη μαφία προέδρου της περιφερειακής κυβέρνησης της Σικελίας, Πιερσάντι Ματαρέλα, αδελφού του Ιταλού τωρινού προέδρου, Σέρτζιο Ματαρέλα. Ιδρυσε τη μιντιακή του αυτοκρατορία (τη Mediaset, ελεγχόμενη από τον όμιλό του, Fininvest) την εποχή της ανόδου της ιδιωτικής τηλεόρασης και στην Ιταλία, επωφελούμενος από την απελευθέρωση των εθνικών συχνοτήτων για τα ιδιωτικά κανάλια το 1984 από τον τότε πρωθυπουργό, Μπετίνο Κράξι.

Με «όπλα» του την ιδιωτική τηλεόραση και τη δημοφιλία της ομάδας Μίλαν, της οποίας υπήρξε ιδιοκτήτης το διάστημα 1986-2017 και την οποία οδήγησε επανειλημμένα στην κορυφή της Ευρώπης, ο άνθρωπος που στα φοιτητικά του χρόνια έπαιζε μπάσο σε κρουαζιερόπλοια (έχει επίσης συνθέσει τον ύμνο της Μίλαν) το 1994 ανέλαβε την πρωθυπουργία χωρίς καμία προηγούμενη θητεία σε κυβερνητικές θέσεις (βρέθηκε στον πρωθυπουργικό θώκο τα διαστήματα 1994-1995, 2001-2006 και 2008-2011).

Διετέλεσε επικεφαλής του Forza Italia μεταξύ 1994-2009 και του συνασπισμού «Λαός της Ελευθερίας» μεταξύ 2009-2013, ενώ επανήλθε με το αναγεννημένο Forza Italia το διάστημα 2013-2023, γράφοντας για ακόμα μία φορά Ιστορία όταν έριξε την κυβέρνηση του Μάριο Ντράγκι τον Οκτώβριο του 2022. Το 2009 χαρακτηρίστηκε από το «Forbes» ο 12ος πιο ισχυρός άνθρωπος του πλανήτη. Το 2013 καταδικάστηκε για φορολογική απάτη σε τετραετή φυλάκιση (και διετή απαγόρευση συμμετοχής σε δημόσια αξιώματα). Ωστόσο, λόγω προχωρημένης ηλικίας (ήταν 76 ετών) η ποινή μετατράπηκε σε κοινοτική εργασία (τότε παραιτήθηκε και από το Τάγμα της Αξίας της Ιταλικής Δημοκρατίας, μια διάκριση για την οποία είχε λάβει το προσωνύμιο «Καβαλιέρε»).

Με τη συμμετοχή του σε σεξουαλικά σκάνδαλα, στα λεγόμενα πάρτι μπούνγκα-μπούνγκα, να αμαυρώνει την ιταλική δημόσια ζωή, καταδικάστηκε σε πρώτο βαθμό για τις επί πληρωμή σεξουαλικές υπηρεσίες που του παρείχε η ανήλικη τότε Μαροκινή Καρίμα ελ Μαρούγκ -γνωστή ως Ρούμπι-, ωστόσο απαλλάχθηκε στο Εφετείο (όπως και από κατηγορίες για δωροδοκία μαρτύρων). Συνολικά καταδικάστηκε μόνο σε μία από τις συνολικά 32 δικαστικές υποθέσεις σε βάρος του, με δύο από τις έρευνες, τη στιγμή του θανάτου του, να βρίσκονται σε εξέλιξη.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 17/06/2023