Σε θέση ουραγού, αναφορικά µε τις θρησκευτικές ελευθερίες, συνεχίζει να βρίσκεται για το έτος που ολοκληρώνεται η Τουρκία, τόσο για την Ευρωπαϊκή Eνωση όσο και για τις ΗΠΑ. Αυτό προκύπτει από τις επίσηµες εκθέσεις που δηµοσιεύουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το State Department.

Η έκθεση που δηµοσιεύθηκε τελευταία από τις ΗΠΑ ήταν από την Επιτροπή για τη ∆ιεθνή Θρησκευτική Ελευθερία, µια Επιτροπή που κατατάσσει την Τουρκία στον κατάλογο των χωρών όπου οι συνθήκες θρησκευτικής ελευθερίας βρίσκονται υπό παρακολούθηση λόγω της φύσης και της έκτασης των παραβιάσεων που διαπράττονται ή γίνονται ανεκτές από τις κυβερνήσεις.

Στην εν λόγω έκθεση γίνεται αναφορά για την πολιτική αδιαφορία όσον αφορά την προστασία και τα δικαιώµατα ιδιοκτησίας των κοινοτήτων που απαρτίζουν τις µη µουσουλµανικές µειονότητες της χώρας. Επιπλέον, επισηµαίνεται η έλλειψη διερεύνησης και δίωξης αυτών των περιστατικών παρά τον µεγάλο αριθµό επιθέσεων που παρατηρείται σε ελληνορθόδοξες εκκλησίες και άλλους χριστιανικούς ναούς. Ειδική αναφορά γίνεται και στο Οικουµενικό Πατριαρχείο για τις καταστροφές που κατά καιρούς υφίστανται περιουσιακά του στοιχεία.

Greece_Hawkey_HGC_divine_liturgy_0656A
Η επίσηµη θέση της κυβέρνησης παραµένει ότι ο Οικουµενικός Πατριάρχης είναι ο θρησκευτικός ηγέτης µόνο της ελληνορθόδοξης µειονότητας εντός της Τουρκίας
Η έκθεση της Επιτροπής για τη ∆ιεθνή Θρησκευτική Ελευθερία έρχεται σε συνέχεια της ετήσιας έκθεσης που δηµοσιεύει κάθε άνοιξη το State Department για τις θρησκευτικές ελευθερίες ανά τον κόσµο.

Στην τελευταία αναφορά του αµερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, η Τουρκία έπαιρνε πολύ χαµηλή βαθµολογία σε έναν τοµέα που θεωρείται θεµελιώδης για την αµερικανική πολιτική. Στην έκθεση του State Department γίνεται ειδική αναφορά στην αντιµετώπιση του Οικουµενικού Πατριάρχη Βαρθολοµαίου καθώς, όπως αναφέρει, «η κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει επισήµως το καθεστώς του Οικουµενικού Πατριάρχη Βαρθολοµαίου ως ηγέτη των περίπου 300 εκατοµµυρίων Ορθοδόξων Χριστιανών στον κόσµο, αν και πολιτικοί ηγέτες και κυβερνητικά κλιµάκια φαίνονται να το αναγνωρίζουν ανεπίσηµα». Προσθέτει δε ότι «η επίσηµη θέση της κυβέρνησης παραµένει ότι ο Οικουµενικός Πατριάρχης είναι ο θρησκευτικός ηγέτης µόνο της ελληνορθόδοξης µειονότητας εντός της χώρας».

Παράλληλα, υπογραµµίζει ότι το τουρκικό κράτος δεν αναγνωρίζει την ηγεσία ή τις διοικητικές δοµές του Οικουµενικού Πατριαρχείου, στερώντας του έτσι την αναγνώριση ως νοµικού προσώπου, κάτι που έχει αποτέλεσµα να µην µπορεί να αγοράσει τίτλο ιδιοκτησίας ούτε καν να προσφύγει σε δικαστήριο γι’ αυτό.

Παρόµοιες ανησυχίες αποτυπώνονται και στην τελευταία ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την Τουρκία, η οποία εγκρίθηκε στα µέσα του περασµένου Σεπτεµβρίου.

Στα συµπεράσµατα της συγκεκριµένης έκθεσης υπήρξε ταύτιση µε την αντίστοιχη του State Department, καθώς επαναλαµβανόταν η έκκληση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς την Τουρκία να σεβαστεί τον ρόλο του Οικουµενικού Πατριαρχείου για τους Ορθόδοξους Χριστιανούς σε όλο τον κόσµο και να αναγνωρίσει τη νοµική του οντότητα και τη δηµόσια χρήση του εκκλησιαστικού τίτλου του Οικουµενικού Πατριάρχη.

Καλούσε, δε, το τουρκικό κράτος να εφαρµόσει πλήρως όλες τις σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού ∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων και τις συστάσεις του Συµβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των δικαιωµάτων ιδιοκτησίας των µειονοτήτων και να εισαγάγει νοµοθεσία που επιτρέπει σε όλες τις θρησκευτικές κοινότητες και τις εθνοτικές µειονότητες να αποκτήσουν νοµική οντότητα.

Κοινό σηµείο για όλους τους διεθνείς παρατηρητές, όταν σχολιάζουν την Τουρκία, είναι ο σεβασµός στον ιστορικό και πολιτιστικό χαρακτήρα των θρησκευτικών µνηµείων και συµβόλων, ιδίως εκείνων που έχουν ταξινοµηθεί ως Μνηµεία Παγκόσµιας Κληρονοµιάς της UNESCO, µε την Αγία Σοφία και τη Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη να αποτελούν αντιπροσωπευτικά παραδείγµατα. Σταθερή είναι, δε, η αναφορά στην ανάγκη επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.