Τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους πούλησαν την ’μσα σε έναν 50χρονο άντρα έναντι 12 δολαρίων ενώ είχαν ήδη εκτελέσει τον σύζυγό της μπροστά στα μάτια της, αναφέρει ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας Guardian.

Κανονικά, η αξία της θα ήταν αρκετά μεγαλύτερη αλλά η ’μσα ήταν έγκυος και είχε ήδη έναν γιο 21 μηνών.

Η ίδια θυμάται: «Ένας 50χρονος άνδρας με σκούρα γενειάδα ήρθε να με αγοράσει. Από εκείνη την ημέρα και έπειτα δεν ήθελα να ζω πια». Η ’μσα είναι μία από τις εκατοντάδες γυναίκες Γιεζίντι από το βόρειο Ιράκ που αιχμαλωτίστηκαν από τους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους πριν πωληθούν σε άνδρες ως λάφυρα πολέμου.

Όπως έγραψε το ISIS σε ένα κείμενό του που αναρτήθηκε στο Διαδίκτυο, οι τζιχαντιστές αναβιώνουν ένα αρχαίο έθιμο που ήθελε τους ηττημένους σκλάβους και τις γυναίκες τους να ανήκουν πια στους νικητές. Η ’μσα μπόρεσε να κρατήσει τον γιο της.

Οι τζιχαντιστές επιτέθηκαν στην πόλη της στις αρχές του περασμένου Αυγούστου. Χιλιάδες Γιεζίντι κατέφυγαν στο παρακείμενο όρος Σιντζάρ, αλλά όσοι δεν πρόλαβαν έπεσαν στα χέρια των ισλαμιστών.

«Όταν ακούσαμε ότι πλησίαζε το ISIS, αφήσαμε τα πάντα πίσω μας και αρχίσαμε να τρέχουμε» είπε η ’μσα. Η ίδια και ο σύζυγός της ακολούθησαν μία ομάδα δεκάδων οικογενειών, πριν έρθουν πρόσωπο με πρόσωπο με τους τζιχαντιστές.

«Πήραν τους άνδρες από τις οικογένειές τους και τους ανάγκασαν να ακολουθούν τις εντολές αυτών που είχαν καταλάβει το χωριό. Τους είπαν να ξαπλώσουν με το πρόσωπο στο έδαφος. Ο σύζυγος και ο γαμπρός μου ήταν ο ένας δίπλα στον άλλον. Νόμιζα ότι θα τους λήστευαν. Ότι θα τους έπαιρναν τα κινητά ή κάτι παρόμοιο» είπε η ’μσα. Και συμπλήρωσε με τρεμάμενη φωνή: «Αλλά τους σκότωσαν. Τους πυροβόλησαν στο κεφάλι, έναν προς έναν». Έπειτα οι τζιχαντιστές ανάγκασαν την ’μσα και τις υπόλοιπες γυναίκες να επιβιβαστούν σε φορτηγάκια, με τα οποία τις μετέφεραν στη Μοσούλη.

«Με κρατούσαν αιχμάλωτη σε μία σκοτεινή αίθουσα μαζί με εκατοντάδες άλλες γυναίκες και κορίτσια. Κάποια από τα κορίτσια δεν ήταν πάνω από πέντε χρόνων» είπε η γυναίκα και συμπλήρωσε: «Μία ημέρα ένα κορίτσι δέκα ετών χωρίστηκε από τη μητέρα της, επειδή μία ομάδα ανδρών αποφάσισαν να αγοράσουν το κορίτσι».

Έπειτα πούλησαν και την ίδια σε έναν 50χρονο άνδρα, ο οποίος τη χτυπούσε και την ταπείνωνε καθημερινά. Κατάφερε να δραπετεύσει, παίρνοντας μαζί τον γιο της. Με τη βοήθεια ενός άγνωστου άνδρα, επέστρεψε στους γονείς της. «Οι γονείς μου είναι χαρούμενοι που είμαι εδώ. Αλλά δεν έχω δύναμη να συνεχίσω. Αυτή τη στιγμή, θέλω απλά να πεθάνω» είπε.