Tην υπεροχή του στην εσωκοµµατική κούρσα του Ρεπουµπλικανικού Κόµµατος ενόψει των προεδρικών εκλογών της 5ης Νοεµβρίου 2024 διατηρεί ο Ντόναλντ Τραµπ. Σε ένα ασταθές τοπίο για τις ΗΠΑ, µε τους ∆ηµοκρατικούς να έχουν απολέσει τη δυναµική τους, αλλά και τον ίδιο να απασχολεί µε τις δικαστικές του υποθέσεις, δηµοσκόπηση του Ινστιτούτου Ipsos για λογαριασµό του Reuters ανέδειξε ότι το 61% των ψηφοφόρων του κόµµατος ανά πολιτεία τον υποστηρίζει.

Παράλληλα, από την Τρίτη 19/12 επικρατεί ανησυχία στους υποστηρικτές του, καθώς το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε πως ο  Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει δικαίωμα να θέσει υποψηφιότητα για την προεδρία, εξαιτίας των πράξεών του όταν έγινε η επίθεση οπαδών του στο ομοσπονδιακό Καπιτώλιο, την 6η Ιανουαρίου 2021, απόφαση που χαρακτηρίζεται πολιτικό σοκ, με δυνητικά σοβαρές συνέπειες, που μένουν να φανούν, εν μέσω της ήδη θυελλώδους προεκλογικής εκστρατείας ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου του 2024. Το ρεπουμπλικανικό στρατόπεδο κατήγγειλε αμέσως την «αντιδημοκρατική» επίθεση εναντίον του υποψήφιου.

Εσωκομματική κυριαρχία

H άνωθεν δηµοσκόπηση πιστοποιεί και ποσοστιαία την ισχύουσα -και αυξανόµενη- δυναµική του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, που καταγράφει διαφορά έως και 50 µονάδες. Οι υποψήφιοι Ρον ντε Σάντις και Νίκι Χέιλι µετρώνται στο 11%, µε τον Βιβέκ Ραµασουάµι να βρίσκεται κοντά στο 5%. Ο Κρις Κρίστι καταγράφει το ισχνό 2%, µε το 8% των ερωτηθέντων να παραµένουν αναποφάσιστοι.

Η πρώτη εσωκοµµατική ψηφοφορία θα διεξαχθεί στην Αϊόβα στις 15 Ιανουαρίου. Το NBC News ανέδειξε τον Νοέµβριο πως το 34% των ψηφοφόρων των Ρεπουµπλικανών αυτοπροσδιορίζονται περισσότερο ως «τραµπικοί» παρά ως υποστηρικτές του κόµµατος, µε το 46% να ξεκαθαρίζει ότι, αν είχε δηµιουργηθεί το «κόµµα Τραµπ» πριν από µερικά χρόνια (µετά τα γεγονότα του Καπιτωλίου), θα το στήριζε. Σύµφωνα µε τη «USA Today», η δηµοσκοπική κυριαρχία του υποστηρίζεται από τη «στέρεη πολιτική του βάση», που υπολογίζεται στο 30%-40% των Ρεπουµπλικανών ψηφοφόρων των προκριµατικών εκλογών.

Η έλξη των σκληροπυρηνικών του υποστηρικτών έρχεται µέσα από τη «λατρεία της προσωπικότητας» του 77χρονου και την ταύτιση που νιώθουν µαζί του. Παρελθοντική δηµοσκόπηση του CBS News/ YouGov ανέδειξε ότι αυτή η µερίδα ψηφοφόρων πιστεύει πως ο Τραµπ «παλεύει για ανθρώπους σαν αυτούς», ενώ συναντά ισχυρή υποστήριξη µετά τις κατηγορίες για εις βάρος του «καλπονοθεία» στις εκλογές του 2020. Η ίδια έρευνα τονίζει ότι του αποδίδουν λατρευτικά χαρακτηριστικά, καθώς τον βλέπουν ως µια αξιόπιστη «πηγή πληροφοριών», περισσότερο και από αγαπηµένα τους πρόσωπα ή θρησκευτικούς ηγέτες.


*Γράφημα αποτύπωσης των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ από το 2000 και έπειτα
Infographics: ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Οι αντίπαλοι

Ο Ντε Σάντις, που παρουσιάζεται ως ένας «νεότερος Τραµπ», επιχειρεί να διεισδύσει στην εκλογική του βάση, αµφισβητώντας τον πρώην πρόεδρο τόσο για την ηλικία του όσο και για την αποτελεσµατικότητά του. Πριν από δύο εβδοµάδες είχε επισηµάνει ότι «κάποιος που είναι σχεδόν 80» ενδέχεται να έχει επιπτώσεις, ενισχύοντας το επιχείρηµα της «νέας γενιάς ηγετών».

Η Νίκι Χέιλι, παρά τις -αρχικά- χαµηλές δηµοσκοπικές της «πτήσεις» και το πλασάρισµά της στις τελευταίες θέσεις µε ποσοστό 4%, έφτασε στο 11%. «Ανοίγοντας µέτωπο» κατά του Τραµπ, τόνισε ότι προκαλεί χάος στους Ρεπουµπλικανούς, ξεκαθαρίζοντας πως µε αυτόν στην ηγεσία δεν µπορεί να ηττηθεί ο Μπάιντεν. Η ίδια στοχεύει να αντλήσει ψήφους από την εκλογική του βάση, αλλά και από πρώην ψηφοφόρους που κάνουν «δεύτερες σκέψεις» για τον ίδιο. Πάντως, το εσωκοµµατικό χάος το οποίο επικαλείται η Χέιλι επικράτησε στο πρόσφατο debate µεταξύ της ίδιας, του Ραµασουάµι και του Κρις Κρίστι, στο οποίο υπήρξαν εκατέρωθεν πόλωση και επιθέσεις.

Ο πολυεκατοµµυριούχος επιχειρηµατίας Βιβέκ Ραµασουάµι αυτοπροσδιορίζεται ως µια άλλη εκδοχή του Τραµπ, επιθυµώντας, µάλιστα, να αναπτύξει την ατζέντα του, «Πρώτα η Αµερική», µε τα δικά του βιωµατικά στοιχεία. Με µια αντισυµβατική ατζέντα, όπως τον... αποκλεισµό των παιδιών από τα social media, την κατάργηση του FBI, την αύξηση του ηλικιακού ορίου για ψήφο στα 25 έτη και το ότι έχουν ειπωθεί... ψέµατα για την τροµοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεµβρίου, δεν έχει κατορθώσει έως τώρα να πείσει. Μάλιστα, στο προαναφερόµενο debate των Ρεπουµπλικανών οι τηλεθεατές τον είδαν ως τον χειρότερο µεταξύ των υποψηφίων.

Δεν πτοείται

Παρά την ανησυχία που επικρατεί στις τάξεις του κόµµατος αναφορικά µε τις δικαστικές υποθέσεις του Τραµπ, ο ίδιος δείχνει να µην πτοείται. Με τέσσερις δίκες σε εκκρεµότητα και τους υποστηρικτές του να κάνουν λόγο περί πολιτικής διώξεως, στις 10/12 ανακοίνωσε την απόφασή του να µην καταθέσει εκ νέου στις κατηγορίες που του αποδίδονται για πολιτική απάτη στη Νέα Υόρκη. Η απόφαση του Τραµπ ήρθε µέρες αφότου ο γιος του, Ερικ Τραµπ, παραιτήθηκε από την εµφάνισή του ως µάρτυρας.

Προς ώρας, οι Ρεπουµπλικανοί -που προηγούνται στις δηµοσκοπήσεις µε πιθανό ηγέτη τον Τραµπ- καρπώνονται τη δυσαρέσκεια που υπάρχει για τον Μπάιντεν. Συγκεκριµένα, το Κόµµα των ∆ηµοκρατικών εκφράζει ανησυχία για την ηλικία του (81 ετών), οι κατηγορίες σε βάρος του γιου του για φοροδιαφυγή έχουν δηµιουργήσει τριγµούς, ενώ, σύµφωνα µε δηµοσκόπηση του CNN, το 71% των Αµερικανών αξιολογεί τις οικονοµικές συνθήκες ως κακές και το 38% ως «πολύ φτωχές». Μάλιστα, στην εν λόγω έρευνα επισηµαίνεται ότι οι Αµερικανοί ταυτίζονται περισσότερο µε το οικονοµικό πλάνο των Ρεπουµπλικανών. Επίσης, ο Μπάιντεν έχει απολέσει τη στήριξη των νεοτέρων, αφού µόνο το 9% κάτω των 45 ετών σε πολιτείες-κλειδιά, όπως η Τζόρτζια και το Μίσιγκαν, ευθυγραµµίζεται µε το όραµά του.

Τέλος, έντονη ανησυχία υπάρχει για ζητήµατα όµως η αστυνόµευση και το έγκληµα, η µετανάστευση και ο ρόλος των ΗΠΑ στη γεωπολιτική σκακιέρα, όπου σηµειώνεται µεγαλύτερη ταύτιση µε τον Τραµπ παρά µε τον νυν πρόεδρο.

Δημοσιεύτηκε στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» στις 16/12