Η Κομισιόν εξέφρασε τη βαθιά της λύπη για την απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αυξήσει στο 50% τους δασμούς σε χάλυβα και αλουμίνιο, προειδοποιώντας ότι θα λάβει αντίμετρα σε βάρος των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο εκπρόσωπος της Κομισιόν για θέματα εμπορίου, Όλοφ Ζιλ, δήλωσε πως η απόφαση αυτή εντείνει την αβεβαιότητα στην παγκόσμια οικονομία και επιβαρύνει καταναλωτές και επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Τόνισε, επίσης, ότι η κίνηση αυτή υπονομεύει τις προσπάθειες για επίτευξη μιας διαπραγματευτικής λύσης με τις ΗΠΑ.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένεται να εξετάσει προσεκτικά τις συνέπειες των νέων μέτρων και να απαντήσει με τρόπο που θα προστατεύει τα ευρωπαϊκά συμφέροντα και τη διεθνή εμπορική σταθερότητα.


Κομισιόν: Σε περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις μας δεν οδηγήσουν σε ισορροπημένο αποτέλεσμα, η ΕΕ είναι έτοιμη να επιβάλει αντίμετρα

Ο Ζιλ σημείωσε ότι η ΕΕ, δείχνοντας καλή πίστη, πάγωσε τα αντίμετρα στις 14 Απριλίου, προκειμένου να δημιουργήσει χώρο για συνέχιση των διαπραγματεύσεων. Πρόσθεσε, επίσης, ότι σε συνέχεια της τηλεφωνικής επικοινωνίας μεταξύ της προέδρου της Επιτροπής και του Αμερικανού προέδρου, «οι δύο πλευρές συμφώνησαν να επιταχύνουν τον ρυθμό των συνομιλιών». Σε αυτό το πλαίσιο, τεχνικά κλιμάκια της Επιτροπής βρίσκονται καθ' οδόν προς την Ουάσινγκτον, ενώ ο Επίτροπος Εμπορίου, Μάρος Σέφκοβιτς, θα συναντηθεί με τους Αμερικανούς ομολόγους του, την Τετάρτη στο Παρίσι, στο περιθώριο υπουργικής συνόδου του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).

«Σε περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις μας δεν οδηγήσουν σε ισορροπημένο αποτέλεσμα, η ΕΕ είναι έτοιμη να επιβάλει αντίμετρα», δήλωσε ο Όλοφ Ζιλ. Αυτή τη στιγμή, στην ΕΕ ολοκληρώνονται οι διαβουλεύσεις για έναν εκτεταμένο κατάλογο αντιμέτρων και «εάν δεν επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση, τόσο τα υπάρχοντα όσο και τα πιθανά πρόσθετα μέτρα της ΕΕ θα τεθούν αυτόματα σε ισχύ στις 14 Ιουλίου ή νωρίτερα, εάν το απαιτούν οι περιστάσεις». «Η Επιτροπή είναι έτοιμη να αναλάβει δράση και να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της ΕΕ, για τους εργαζομένους, τους καταναλωτές και τη βιομηχανία της», πρόσθεσε ο εκπρόσωπος της Επιτροπής.