To χαμηλό βαρομετρικό απομακρύνθηκε, το ψυχροπολεμικό κλίμα έδωσε τη θέση του σε συνομιλίες αναθέρμανσης και οι διμερείς σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας εισήλθαν σε τροχιά ενίσχυσης. Σε αυτά τα ενσταντανέ θα μπορούσε να αποτυπωθεί η πρώτη εποικοδομητική κατ’ ιδίαν συνάντηση μεταξύ των ηγετών ΗΠΑ και Ρωσίας, Ντόναλντ Τραμπ και Βλαντιμίρ Πούτιν, στις 7 Ιουλίου του 2017, στο περιθώριο της Συνόδου G20 στο Αννόβερο της Γερμανίας. «Είναι τιμή μου που σας συναντώ», είχε δηλώσει ο Αμερικανός ηγέτης κατά την πρώτη, τότε, θητεία του, απευθυνόμενος στον Ρώσο ομόλογό του, τη στιγμή που το εμπόριο και η κλιματική αλλαγή είχαν επικρατήσει στην ατζέντα των συνομιλιών της G20.

Διαβάστε: Συνάντηση Τραμπ-Πούτιν στην Αλάσκα: Κανείς δεν μίλησε για εκεχειρία, δεν έφυγε ως "ειρηνοποιός" - Η... "μετάφραση" Sky News και BBC μετά τη σχεδόν 3ωρη επαφή τους

Οι πρόεδροι ΗΠΑ και Ρωσίας, όμως, έθεσαν νέους διαύλους επικοινωνίας, πραγματοποιώντας ένα «restart» στις διμερείς επαφές, στη βάση του αμοιβαία επωφελούς και εποικοδομητικού διαλόγου. Μια σειρά από ζητήματα, από μελλοντικές συνεργασίες μέχρι την προσάρτηση της Κριμαίας, τη ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές εκλογές του 2016 και το Συριακό αποτέλεσαν τις πρώτες θεματικές, κατά την επανεκκίνηση των συνομιλιών, στη νέα εποχή που ξεκίνησε για τις σχέσεις Ουάσινγκτον και Μόσχας. Τότε και τώρα. Πώς, ύστερα από οκτώ χρόνια, με τις επικεφαλίδες μέσων ενημέρωσης για τις σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας να έχουν αλλάξει αναρίθμητες φορές, το συγκρουσιακό κλίμα να έχει κατά καιρούς επισκιάσει κάθε απόπειρα εξομάλυνσης, τη ρωσική εισβολή να έχει επαναπροσδιορίσει δεδομένα για την παγκόσμια κοινότητα, διαμορφώνεται το σκηνικό ανάμεσα στον Τραμπ και τον Πούτιν; Το... λιώσιμο των πάγων επιχειρήθηκε, στην πρώτη συνάντηση με τον Πούτιν κατά τη δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, στη Σύνοδο της Αλάσκας, στις 15 Αυγούστου, την έβδομη -σε σειρά- φορά που οι δύο ηγέτες συμμετείχαν σε κατ’ ιδίαν επαφές. Ο Αμερικανός πρόεδρος είχε συναντήσει άλλες έξι φορές, στο παρελθόν, τον Ρώσο ομόλογό του πριν από τις συνομιλίες στην Αλάσκα. Είχε προηγηθεί, όπως και στην πρώτη θητεία του Τραμπ επί της προηγούμενης διακυβέρνησης των Δημοκρατικών, η εκκωφαντική σιγή, η παγωμάρα, που παρέπεμπε σε ψυχροπολεμικές εποχές.

Όπως και τον Ιούλιο του 2017, έτσι και τον Αύγουστο του 2025 η συνάντηση των δύο ηγετών απασχόλησε επί σειρά ημερών τα μεγαλύτερα μέσα ενημέρωσης στον κόσμο, πυροδοτώντας συναισθήματα αγωνίας και προσμονής στη διεθνή κοινότητα, εν μέσω τεταμένων σχέσεων ανάμεσα σε Μόσχα και Κίεβο, με την πρώτη να έχει απομονωθεί από την Ευρώπη, ως καθαρή ένδειξη αποδοκιμασίας στις επεκτατικές μπολσεβικικές πρακτικές. Οπως και τότε, έτσι και τώρα, τα ανάμικτα συναισθήματα ήταν φανερά υπό τον φόβο της δημιουργίας νέας Γιάλτας με πρωτοβουλία του Πούτιν.

Τότε, το ζήτημα της προσάρτησης της Κριμαίας, που συντελέστηκε το 2014, είχε παγώσει τις σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα, τώρα η ρωσική εισβολή έχει μετακινήσει τις τεκτονικές πλάκες της διπλωματίας, επαναπροσδιορίζοντας επί τα χείρω τις σχέσεις της Ρωσίας με τη Δύση. Μάλιστα, εν μέσω θητείας Τζο Μπάιντεν, οπότε και ξεκίνησε η ρωσική εισβολή, το 2023, οι σχέσεις Ουάσινγκτον - Μόσχας πάγωσαν, κάτι που κατέστρεψε τις γέφυρες επικοινωνίας των δύο χωρών, με τον τέως πρόεδρο των ΗΠΑ να έχει έτσι συναντήσει μόνο μία φορά επί προεδρίας του τον Ρώσο ομόλογό του. Σε ιστορικό χαμηλό είχαν, όπως γίνεται αντιληπτό, πέσει οι σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας επί Μπάιντεν, κάτι που άρχισε να διαφαίνεται και στο κλείσιμο της προεδρίας Ομπάμα, με τον οποίο ο Πούτιν είχε συναντηθεί εννέα φορές, με ζητήματα όπως η ρωσική υπηκοότητα στον Εντουαρτ Σνόουντεν, η προσάρτηση της Κριμαίας, η στήριξη του Πούτιν στο καθεστώς Ασαντ να δυναμιτίζουν το κλίμα. Αντίθετα, το κλίμα είχε αναθερμανθεί επί Τζορτζ Μπους του νεότερου, με τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ να συναντάται συνολικά, και στο περιθώριο των Συνόδων, 28 φορές με τον Πούτιν. Αρχής γενομένης από το 2001, οπότε και συντελέστηκε η πρώτη συνάντηση ανάμεσα σε Μπους και Πούτιν, η περίοδος της αλλαγής στις σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας ξεκίνησε να διαφαίνεται. Επί ρεπουμπλικανικής προεδρίας συντελέστηκε και η συμφωνία για τον περιορισμό των πυρηνικών των δύο χωρών, με τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ να εκφράζεται θετικά προς το πρόσωπο του Ρώσου προέδρου, κάτι που διαπιστώθηκε και με τον νυν Ρεπουμπλικανό πρόεδρο της Αμερικής, ο οποίος έχει πολλές φορές αναφερθεί στο καλό κλίμα που επικρατεί ανάμεσα σε εκείνον και στον Πούτιν.

Ο Τραμπ, θα έλεγε κανείς, κάνοντας μια αναδρομή στην ιστορία, αυτή τη στιγμή επιχειρεί να αναβιώσει η θερμότητα στις σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας που επικράτησε επί Μπους, οπότε και εγκαινιάστηκε μια νέα εποχή, που, τρόπον τινά, σήμανε το τέλος του ψυχροπολεμικού κλίματος, αλλάζοντας τις ισορροπίες. Το στοίχημα του Τραμπ, αυτή τη στιγμή, είναι -αν μη τι άλλο- δύσκολο, καθώς η Ευρώπη διατρανώνει το «όχι» της σε μία επιχειρούμενη, από πλευράς Κρεμλίνου, νέα Γιάλτα, αγωνιώντας για μία ενδεχόμενη συμφωνία ανάμεσα σε Ουάσινγκτον και Μόσχα που θα αποδειχθεί ιδιαίτερα δυσμενής για το Κίεβο ως προς τα εδάφη της Ουκρανίας.

Ποια ήταν όμως η συνάντηση εκείνη κατά την πρώτη θητεία Τραμπ που αιφνιδίασε και τότε την παγκόσμια κοινότητα; Ενας διπλωματικός καύσωνας καταγράφηκε τον Ιούλιο του 2018, στην περιβόητη -όπως έχει μείνει- Σύνοδο του Ελσίνκι, οπότε -σύμφωνα με τα ΜΜΕ- ο Τραμπ στάθηκε εμφανώς στο πλευρό του Πούτιν, απορρίπτοντας με τον τρόπο του τους ισχυρισμούς για έμμεση ρωσική παρέμβαση στο αποτέλεσμα των εκλογών του 2016. Μάλιστα, το γεγονός ότι ο Τραμπ δεν συμμερίστηκε -εν μέσω μεγάλης αμερικανικής έρευναςτη θέση των μυστικών υπηρεσιών της χώρας του για ρωσική ανάμειξη, πυροδότησε ερωτήματα και ορισμένα αρνητικά σχόλια στον Τύπο, που αναλογίστηκε τι σχέση μπορεί πραγματικά να έχει ο Αμερικανός πρόεδρος με Ρώσους ολιγάρχες. Προσπαθώντας να κατευνάσει τις αρνητικές αντιδράσεις, στη συνέχεια, ο Τραμπ έστειλε το μήνυμα ότι ναι μεν σέβεται τη δουλειά των μυστικών υπηρεσιών, όμως «το παρελθόν δεν πρέπει να μας τραβάει πίσω», υπογραμμίζοντας έτσι τη σημασία της εξέλιξης των ρωσοαμερικανικών σχέσεων. Σε μία συμβολικής σημασίας κίνηση ο Πούτιν είχε δώσει, στο Ελσίνκι, την μπάλα του Μουντιάλ στον Τραμπ, γεγονός που ήρθε να επισφραγίσει το θετικό κλίμα στις κατ’ ιδίαν σχέσεις. Οι μετασεισμικές ακολουθίες όμως αυτής της συνάντησης ήταν εμφανείς στη διεθνή διπλωματική σκηνή μέχρι που οι δύο πρόεδροι συναντήθηκαν ύστερα από καιρό, τον Ιούνιο του 2019, στην Οσάκα της Ιαπωνίας. Αφού τότε είχε κοπάσει η θύελλα που ξεσήκωσαν οι τοποθετήσεις Τραμπ για τη ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές εκλογές, επιχειρήθηκε πάλι επανεκκίνηση. Στην Ιαπωνία επιχειρήθηκε, ειδικότερα, μία νέα προσέγγιση προς την κατεύθυνση μιας πιο συνολικής συμφωνίας για τα όπλα, με την Κίνα στο παιχνίδι. Το αποτέλεσμα των συνομιλιών χαρακτηρίστηκε και τότε θετικό, με μία σειρά από ζητήματα, από την Ουκρανία μέχρι το Ιράν και τη Συρία, να βρίσκονται στην κορυφή της διμερούς ατζέντας.

Είχε προηγηθεί όμως πριν από λίγους μήνες, τότε, η ακύρωση της συνάντησης με τον Πούτιν από τον Τραμπ, στο πλαίσιο της Συνόδου της G20, στην Αργεντινή, αφότου η Ρωσία είχε καταλάβει δύο ουκρανικά πλοία και τα μέλη του πληρώματός τους, στη Θάλασσα του Αζόφ, με την κράτηση των ατόμων να συνεχίζεται για μεγάλο διάστημα. Όπως και τότε, έτσι και τώρα οι πυκνές γεωπολιτικές εξελίξεις έθεταν σε δοκιμασία τις αμερικανορωσικές σχέσεις, ωστόσο το πρόβλημα του πολέμου στην Ουκρανία έχει οδηγήσει πλέον σε διπλωματική απομόνωση της Μόσχας από τη Δύση, με τον Τραμπ να χρησιμοποιεί τη μέθοδο «μία στο καρφί, μία στο πέταλο» προσπαθώντας να σταθεί κάπου ανάμεσα στην Ευρώπη, την Ουκρανία και τη Ρωσία, τη στιγμή που η «γηραιά ήπειρος» κρούει τον κώδωνα και στέκεται εμφανώς κατά της προσάρτησης εδαφών. Υστερα από μια περίοδο κατά την οποία ο Αμερικανός πρόεδρος είχε εκφράσει τη δυσαρέσκειά του απέναντι στον Πούτιν, η συνάντηση στην Αλάσκα ανεβάζει τον πήχη των προσδοκιών ως προς τη δρομολόγηση των διαδικασιών για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Οκτώ χρόνια μετά την πρώτη συνάντηση ανάμεσα στον Τραμπ και τον Πούτιν, το 2017, τότε που ο πρώτος είχε πει ότι θα συμβούν πολύ καλά πράγματα με τη Ρωσία, αναρωτιέται κανείς εάν η δήλωση του Αμερικανού προέδρου θα αποδειχθεί προφητική και εάν ο Πούτιν θα δώσει ακόμα μία νέα «μπάλα του Μουντιάλ» στον Τραμπ, εάν δηλαδή θα υπάρξει ένα γεγονός, μία συμφωνία που θα επισφραγίσει μια νέα εποχή θετικών σχέσεων ΗΠΑ - Ρωσίας.

Ωστόσο, το ενδεχόμενο επανάληψης του μοντέλου του Ελσίνκσι το 2018 αναμένεται να φέρει ανάμικτα συναισθήματα στη διεθνή κοινότητα.