Της Μαριλένας Γεραντώνη, εφημερίδα Παραπολιτικά

Οι ερημωμένες βιομηχανικές εγκαταστάσεις στα νοτιοανατολικά περίχωρα της Μόσχας μοιάζουν με εμπόλεμη ζώνη. Τα εργοστάσια με τους μισογκρεμισμένους τοίχους, τις τρύπες εκεί όπου άλλοτε υπήρχαν παράθυρα και τις περιφράξεις, που χάσκουν σκουριασμένες, αποτελούν το τέλειο σκηνικό για τους Ρώσους κινηματογραφιστές, που στήνουν τις κάμερες όταν θέλουν να γυρίσουν μια σκηνή δράσης. Ανάμεσα στα εγκαταλελειμμένα κτίρια υπάρχουν ακόμη λιγοστές ανοιχτές αποθήκες και γραφεία, ίσα-ίσα για να θυμίζουν ότι η περιοχή έσφυζε κάποτε από ζωή και δραστηριότητα.
Λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά, ο γυάλινος, υπερπολυτελής γίγαντας Avia Park, το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της Ευρώπης, με έκταση 377 χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα, μοιάζει με πόλη-φάντασμα, όπως αναφέρει πρόσφατο άρθρο των «New York Times». Κενές βιτρίνες και μια χούφτα πελατών, που περιπλανώνται στα λιγοστά ανοιχτά καταστήματα μεγάλων αλυσίδων, των οποίων τα ράφια είναι άδεια από εμπορεύματα. Ο τζίρος τους είναι μηδαμινός και οι πωλήσεις, ελάχιστες. Στο εστιατόριο της γνωστής ιταλικής αλυσίδας «Sbarro», ένα από τα λιγοστά εν λειτουργία του εμπορικού κέντρου, ο σεφ ακονίζει τα μαχαίρια του, χωρίς ωστόσο να τα χρησιμοποιεί.
Ιδιο το σκηνικό και σε άλλα εμπορικά κέντρα, αλλά και στους μεγάλους δρόμους της Μόσχας. Οι επιγραφές «προς ενοικίαση» στα καταστήματα αυξάνονται μέρα με τη μέρα και πολλά από τα μαγαζιά που έχουν καταφέρει να διατηρηθούν εν ζωή λειτουργούν τρεις με τέσσερις ημέρες την εβδομάδα. Στο διεθνές επιχειρηματικό κέντρο της Μόσχας -το αντίστοιχο City του Λονδίνου- οι περισσότεροι υπό κατασκευή ουρανοξύστες έχουν μείνει μισοτελειωμένοι, ενώ σε πολλές άλλες ρωσικές πόλεις η οικοδομή «υποφέρει».

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

 Σε λιγότερο από έναν χρόνο μετά την επιβολή των δυτικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, με αφορμή τη στάση του Κρεμλίνου στην ουκρανική κρίση, οι επιπτώσεις είναι εμφανείς σε όλο το φάσμα της ρωσικής οικονομίας. Η κατάσταση έγινε ακόμη πιο δυσμενής από την ακόλουθη πτώση των τιμών του πετρελαίου και την κατακόρυφη βουτιά που σημείωσε το ρούβλι. Σύμφωνα με την πρόβλεψη της Παγκόσμιας Τράπεζας, που δόθηκε πριν από λίγες ημέρες στη δημοσιότητα, η οικονομία της χώρας θα συρρικνωθεί κατά 3,8% εντός του έτους, σπρώχνοντας ταυτόχρονα γύρω στα πέντε εκατομμύρια Ρώσων κάτω από το όριο της φτώχειας. Για την ακρίβεια, το ποσοστό εκείνων που θα διαβιούν με μόλις 5 δολάρια ή ακόμη λιγότερα την ημέρα, γεγονός που θα επαναφέρει τις μαύρες ημέρες της οικονομικής κρίσης του 1998-1999, θα αγγίξει το 14,2%, το οποίο σε πραγματικούς αριθμούς αντιστοιχεί γύρω στα 20,3 εκατομμύρια Ρώσους.
Σύμφωνα πάντα με την Παγκόσμια Τράπεζα, οι κυρώσεις προβλέπεται να ισχύσουν και τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ η χώρα θα εισέλθει σε παρατεταμένη ύφεση. Το σκηνικό διαγράφεται ζοφερό, με την αναλύτρια του διεθνούς χρηματοπιστωτικού ιδρύματος Birgit Hansl να δηλώνει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα μεσοπρόθεσμα για τη Ρωσία θα είναι η έλλειψη ξένων και εγχώριων επενδυτών. Παράλληλα, η κυβέρνηση θα έχει ολοένα και πιο περιοριζόμενο δημοσιονομικό περιθώριο για την προστασία των πιο ευάλωτων ομάδων, γεγονός που θα εντείνει την κοινωνική δυσαρέσκεια.

ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΣ

Παρ’ όλα αυτά, η ρωσική «αρκούδα» φαίνεται να έχει ακόμη απροσδόκητες αντοχές. Η κυβέρνηση εφαρμόζει ένα σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης με αναθεώρηση του Προϋπολογισμού και περικοπές δαπανών της τάξης του 10%, πλην της Αμυνας, της γεωργίας και των κοινωνικών δαπανών, ενώ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην υποκατάσταση των εισαγωγών με την εγχώρια παραγωγή.
Ο Maxim Chebanov αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού που και ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν αποκαλεί «υποκατάσταση των εισαγωγών», όπως αναφέρει σε πρόσφατη ανάλυσή της η Bridget Kendall, διπλωματική ανταποκρίτρια του BBC στη Μόσχα. Πρώην διευθυντής σε ζυθοποιία, ο Chebanov άλλαξε προ διετίας επάγγελμα και ασχολήθηκε με την ιδιωτική φάρμα του. Με αυτό τον τρόπο όχι μόνο εξασφάλιζε γάλα και τυρί στην οικογένειά του, αλλά πουλούσε τα προϊόντα του σε τοπικά παντοπωλεία. Με την επιβολή των κυρώσεων και την απαγόρευση εισαγωγής γαλακτοκομικών και νωπών προϊόντων το περασμένο καλοκαίρι, ο Chebanov πενταπλασίασε τον αριθμό των ζώων του, καθώς η ζήτηση αυξήθηκε κατακόρυφα. Μάλιστα, για αγορές μέσω της ιστοσελίδας του, παρέχει στους πελάτες ειδική έκπτωση, την οποία ονομάζει «προσφορά ενάντια στις κυρώσεις». Ο ίδιος αναφέρει ότι τα εν λόγω οικονομικά μέτρα ενίσχυσαν τον πατριωτισμό των Ρώσων κι έδωσαν τεράστια ώθηση σε τοπικούς παραγωγούς.

Στροφή προς την Ανατολή
Η Παγκόσμια Τράπεζα σημειώνει ότι το ασφυκτικό περιβάλλον της ρωσικής οικονομίας ανάγκασε το Κρεμλίνο να επαναπροσδιορίσει τις πολιτικές των εξαγωγών του και να στραφεί προς ανατολάς: προς τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας και άλλες χώρες του Ειρηνικού, κυρίως όμως προς την Κίνα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου αναμένεται να φτάσει εφέτος στα 100 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι δύο πλευρές ετοιμάζουν συμφωνία για την οικονομική ζώνη του «δρόμου του μεταξιού», ενώ στις αρχές Μαΐου αναμένεται να υπογραφεί μεταξύ της ρωσικής Gazprom και της κινεζικής CNPC η δεύτερη σύμβαση για την προμήθεια ρωσικού φυσικού αερίου προς την Κίνα. Σε επιχειρηματικό επίπεδο, η προσπάθεια διείσδυσης κινεζικών επενδύσεων στη ρωσική αγορά έχει αυξηθεί σημαντικά, ενώ προωθούνται συνεργασίες ακόμη και στον τομέα του τουρισμού.