Με σκληρή γλώσσα το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ καταδίκασε την κράτηση τουλάχιστον 21 εργαζομένων των Ηνωμένων Εθνών από τους Χούθι, που ξεκίνησε στις 31 Αυγούστου. Παράλληλα, κατήγγειλε την αναγκαστική είσοδο σε εγκαταστάσεις του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος (WFP) και της UNICEF, καθώς και την κατάσχεση περιουσίας του Οργανισμού, χαρακτηρίζοντας τις πράξεις αυτές παραβίαση του διεθνούς δικαίου.

Σε ανακοίνωσή του, το Συμβούλιο υπογράμμισε ότι η ασφάλεια του προσωπικού και η προστασία των εγκαταστάσεων του ΟΗΕ «πρέπει να διασφαλίζονται ανά πάσα στιγμή». Παράλληλα, καταδίκασε τις συνεχιζόμενες κρατήσεις όχι μόνο εργαζομένων του ΟΗΕ, αλλά και μελών διεθνών και εθνικών ΜΚΟ, οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και διπλωματικών αποστολών.

Ιδιαίτερη ανησυχία εκφράστηκε για όσους παραμένουν κρατούμενοι από το 2021, το 2023 και το 2024, καθώς και για τους πιο πρόσφατα συλληφθέντες. Τα μέλη του ΣΑ απαίτησαν την «άμεση και χωρίς όρους απελευθέρωση όλων» και χαρακτήρισαν «απαράδεκτες» τις απειλές κατά όσων παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια.

Το Συμβούλιο σημείωσε ότι η κράτηση ανθρωπιστικού προσωπικού ενδέχεται να επιδεινώσει ακόμη περισσότερο τη δραματική κρίση στην Υεμένη, όπου η επισιτιστική ανασφάλεια παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Κάλεσε τους Χούθι να σεβαστούν το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και να επιτρέψουν «ασφαλή, ταχεία και απρόσκοπτη πρόσβαση της βοήθειας στους πολίτες που την έχουν ανάγκη». Παράλληλα, τόνισε ότι «η ασφάλεια του προσωπικού του ΟΗΕ παραμένει ύψιστης σημασίας» και κάλεσε σε δημιουργία ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος στις περιοχές που ελέγχουν οι Χούθι.

Το Συμβούλιο Ασφαλείας χαιρέτισε τις προσπάθειες του ΟΗΕ για την απελευθέρωση των κρατουμένων και επανέλαβε τη δέσμευσή του στην ενότητα, κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Υεμένης. Επιπλέον, εξέφρασε πλήρη στήριξη στον Ειδικό Απεσταλμένο Χανς Γκρουντμπεργκ για την επίτευξη «διαπραγματευμένης, χωρίς αποκλεισμούς, πολιτικής λύσης με ηγεσία από την Υεμένη».