Μεγάλος ήταν ο αιφνιδιασμός από τις χθεσινές δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, με τον Αμερικανό πρόεδρο να προχωρεί σε μια στροφή 180 μοιρών και να μη θυμίζει σε τίποτα το «μπρα ντε φερ» του Φεβρουαρίου στον Λευκό Οίκο, όταν είχε φιλοξενήσει τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Ο ένοικος του Λευκού Οίκου, από το σημείο που έλεγε στον Ουκρανό πρόεδρο πως «δεν έχει τα χαρτιά», καλώντας τον ουσιαστικά να δεχθεί τετελεσμένα ισχύος και την απώλεια εδαφών της επικράτειας της χώρας του, μετέστρεψε πλήρως τη ρητορική του, αναφέροντας μετά τη χθεσινή του συνάντηση πως η Ουκρανία μπορεί να πάρει πίσω όλα τα εδάφη της, με τη βοήθεια της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, εξαπολύοντας «πυρά» κατά της Ρωσίας για την «αναποτελεσματική» εκστρατεία της, κάνοντας μάλιστα λόγο για μια «χάρτινη τίγρη», που αντιμετωπίζει οικονομικά ζητήματα.

Την ίδια ώρα, βέβαια, σε μια συνέχεια της πολιτικής του έναντι του Κιέβου και σε αντίστιξη με την πολιτική Μπάιντεν, επισήμανε πως «εμείς θα συνεχίσουμε να παρέχουμε όπλα στο ΝΑΤΟ, για να αποφασίσει εκείνο το τι θα πράξει», ενώ επανέλαβε τις πιέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση να εκμηδενίσει την αγορά ρωσικών υδρογονανθράκων. 

Διαβάστε: Τραμπ: "Η Ουκρανία μπορεί να ανακτήσει όλα τα εδάφη της με την υποστήριξη της ΕΕ" - "Χάρτινη τίγρη", χαρακτήρισε τη Ρωσία

Πού αποβλέπει ο Τραμπ

Όπως ανέφερε ο ιστότοπος Axios, η νέα αυτή θέση του Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται πως βρίσκει ανταπόκριση στο εσωτερικό ακροατήριο. Άλλωστε, όπως αναφέρει, υπενθυμίζοντας και σχετικές αναλύσεις του αμερικανικού powerplay, η πολιτική στην Ουάσινγκτον αποτελεί συχνά μια διελκυστίνδα μεταξύ «ιεράκων» (με μια πιο φιλοπόλεμη στάση) και θιασωτών του απομονωτισμού, με τα δύο ρεύματα να συνυπάρχουν τόσο εντός του Ρεπουμπλικανικού κόμματος όσο και εντός του κινήματος MAGA. Σε αυτήν τη φάση, ο ένοικος του Λευκού Οίκου μοιάζει να προσεγγίζει περισσότερο ηγετικές φυσιογνωμίες του κόμματος στο Κογκρέσο, καθώς αρκετοί εξ αυτών φάνηκαν να υπερθεματίζουν. 

«Η ισχυρή ομιλία και η σημερινή ανάρτηση του προέδρου Τραμπ δείχνουν γιατί είναι ο πρόεδρος της ειρήνης μέσω της δύναμης», δήλωσε ο πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, Τομ Κότον (Ρεπουμπλικανός από το Αρκάνσας), μιλώντας στο Axios. Ο (φιλο-ουκρανός) γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ (Ρεπουμπλικανός από τη Νότια Καρολίνα) έγραψε στο X ότι «ο Τραμπ έχει δίκιο όταν εκτιμά ότι η ρωσική οικονομία βρίσκεται υπό πίεση και ότι αυτό θα επιδεινωθεί αν κάνουμε την αγορά φθηνού ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου τοξική για όσους επιλέξουν αυτόν τον δρόμο».

Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ενόπλων Υπηρεσιών της Γερουσίας, Ρότζερ Γουίκερ (Ρεπουμπλικανός από το Μισισιπή), ανέφερε από την πλευρά του: «Ο πρόεδρος Τραμπ και εγώ πιστεύουμε ότι η Ουκρανία μπορεί να νικήσει – ένα γεγονός που ο πρόεδρος Μπάιντεν απέφευγε να αναφέρει για χρόνια. Είναι καιρός να εντείνουμε την πίεση στον Πούτιν για να σταματήσουμε την αιματοχυσία».

Άλλωστε, εδώ και καιρό είναι στα σκαριά ένα δικομματικό νομοσχέδιο, που αναμένει το «πράσινο φως» από τον Λευκό Οίκο, για να προχωρήσει στην επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία. Ειδικότερα, όπως θυμίζει το Axios, το νομοσχέδιο θα επιβάλει οικονομικές κυρώσεις στη Μόσχα εάν ο Πούτιν αρνηθεί να διαπραγματευτεί με την Ουκρανία και θα επιβάλει επίσης δασμό 500% στα προϊόντα που εισάγονται από χώρες που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο.

Ο Ρούμπιο "κατέβασε" τους τόνους μετά την "ανατρεπτική" τοποθέτηση Τραμπ - Οι αμφίσημες δηλώσεις με αποδέκτες τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ και το άρθρο 5

Σημειώνεται, βέβαια, ότι η στροφή αυτή των 180 μοιρών του Τραμπ σε ρητορικό επίπεδο περί «νίκης» της Ουκρανίας και επιστροφής στα προπολεμικά σύνορα φάνηκε να «περιορίζεται» από την τοποθέτηση του Μάρκο Ρούμπιο, όπως επισημαίνουν οι New York Times. Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ και σύμβουλος Ασφαλείας ανέφερε πως ο πόλεμος στην Ουκρανία «δεν μπορεί να τελειώσει στρατιωτικά», προβλέποντας ότι αυτό θα γίνει στο «διαπραγματευτικό τραπέζι». 

Οι αμφίσημες δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου άλλωστε αποτυπώνονται και στις απαντήσεις για τις παραβιάσεις του εναερίου χώρου κρατών του ΝΑΤΟ από ρωσικά αεροσκάφη: Μπορεί να έδωσε το «πράσινο φως» για την κατάρριψή τους από τα μέλη της Συμμαχίας, ωστόσο ήταν επιφυλακτικός στις απαντήσεις του ως προς το αν οι ΗΠΑ θα προσέφεραν τη στήριξή τους σε μια σύγκρουση με τη Ρωσία, όπως άλλωστε προβλέπει και το άρθρο 5 του Καταστατικού του Οργανισμού. «Εξαρτάται από τις περιστάσεις», δήλωσε.

Η απάντηση του Κρεμλίνου και η αύξηση του ΦΠΑ από τη Ρωσία

Η προσέγγιση ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και τη Μόσχα που ξεκίνησε ο Ντόναλντ Τραμπ έχει «σχεδόν μηδενικά αποτελέσματα», δηλώνει από την πλευρά του το Κρεμλίνο, μία ημέρα μετά τη νέα αιφνίδια μεταστροφή του Αμερικανού προέδρου, που επιτέθηκε στη Ρωσία και υποστήριξε την Ουκρανία.

«Στις σχέσεις μας (ΗΠΑ-Ρωσίας), ο ένας στόχος είναι η εξάλειψη των παραγόντων τριβής (...). Αλλά αυτό προχωρεί αργά. Τα αποτελέσματα είναι σχεδόν μηδενικά», δήλωσε σε συνέντευξη στο ραδιοφωνικό δίκτυο RBC ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ. Τόνισε, δε, ότι η Ρωσία δεν έχει άλλη επιλογή από τη συνέχιση του πολέμου. Απαντώντας, παράλληλα, στον Τραμπ που αποκάλεσε την Ρωσία «χάρτινη τίγρη», έδωσε τη διαβεβαίωση ότι η χώρα του είναι «σταθερή». Πρόσθεσε ωστόσο ότι «η Ρωσία αντιμετωπίζει εντάσεις και προβλήματα σε διάφορους τομείς της οικονομίας».

Την ίδια ώρα, το ρωσικό υπουργείο Οικονομικών πρότεινε την Τετάρτη (24/9) την αύξηση του συντελεστή του φόρου προστιθέμενης αξίας από 20% σε 22% το 2026, προκειμένου να χρηματοδοτηθούν οι στρατιωτικές δαπάνες στο πέμπτο έτος του πολέμου στην Ουκρανία. Ο ΦΠΑ αντιπροσώπευε το 37% των εσόδων του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού το 2024 και οι αναλυτές εκτιμούν ότι η αύξηση θα αποφέρει περίπου 1 τρισεκατομμύριο ρούβλια (11,9 δισεκατομμύρια δολάρια) σε πρόσθετα έσοδα. Το υπουργείο Οικονομικών της Ρωσίας, το οποίο δήλωσε ότι οι αυξήσεις των φόρων θα «στοχεύουν κυρίως στη χρηματοδότηση της άμυνας και της ασφάλειας», ανέφερε σε δήλωσή του ότι προτείνει και άλλες αυξήσεις φόρων, μεταξύ άλλων για τις επιχειρήσεις τυχερών παιχνιδιών. Η πρόταση αυτή έρχεται σε συνέχεια της δήλωσης του Βλαντίμιρ Πούτιν την περασμένη εβδομάδα, που εμφανίστηκε ανοιχτός στην αύξηση ορισμένων φόρων για να καλύψει τις οικονομικές ανάγκες κατά τη διάρκεια του πολέμου, σημειώνοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν αυξήσει τους φόρους για τους πλούσιους κατά τη διάρκεια των πολέμων του Βιετνάμ και της Κορέας.