Πόσα shutdowns έχουν γίνει στην Αμερική και πού οδήγησαν
Οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα λεγόμενα government shutdowns συμβαίνουν όταν το Κογκρέσο δεν ψηφίζει εγκαίρως τη χρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης πριν από την έναρξη του νέου οικονομικού έτους

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα λεγόμενα government shutdowns συμβαίνουν όταν το Κογκρέσο δεν ψηφίζει εγκαίρως τη χρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης πριν από την έναρξη του νέου οικονομικού έτους. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες περιορίζουν δραστηριότητες, οι μη απαραίτητοι εργαζόμενοι τίθενται σε αναγκαστική άδεια άνευ αποδοχών και μόνο το προσωπικό που σχετίζεται με την προστασία της ζωής και της περιουσίας συνεχίζει να εργάζεται. Οι επιπτώσεις επεκτείνονται και σε πολιτειακό ή τοπικό επίπεδο, προκαλώντας καθυστερήσεις και διακοπές σε προγράμματα και υπηρεσίες.
Διαβάστε: Shutdown στις ΗΠΑ: Η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα ''παγώνει'' τα social media της
Το πλαίσιο διαμορφώθηκε το 1980, όταν ο Γενικός Εισαγγελέας Benjamin Civiletti εξέδωσε γνωμοδότηση που απαιτούσε την αναστολή λειτουργίας των υπηρεσιών σε περίπτωση κενού χρηματοδότησης. Αν και τη δεκαετία του ’80 δεν τηρήθηκε πάντα αυστηρά, από το 1990 και μετά κάθε κενό που διαρκούσε πάνω από λίγες ώρες οδηγούσε σε shutdown. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 2024, δέκα χρηματοδοτικά κενά είχαν καταλήξει σε διακοπή λειτουργίας της κυβέρνησης, αφήνοντας χιλιάδες ομοσπονδιακούς υπαλλήλους χωρίς μισθό.
Τα μεγαλύτερα shutdowns στην Αμερική
- 2018–2019 (35 ημέρες): το μεγαλύτερο στην ιστορία, στην πρώτη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, με αιτία τη διαμάχη για την κατασκευή τείχους στα σύνορα ΗΠΑ–Μεξικού.
- 1995–1996 (21 ημέρες): επί Μπιλ Κλίντον, εξαιτίας σύγκρουσης με το Κογκρέσο για τις δαπάνες.
- 2013 (16 ημέρες): επί Μπαράκ Ομπάμα, λόγω αντιπαράθεσης για την εφαρμογή του Obamacare.
- Οι υπόλοιπες επτά περιπτώσεις διήρκεσαν πέντε ή λιγότερες ημέρες.
Οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες
Τα shutdowns επηρεάζουν άμεσα την καθημερινότητα: κλείνουν εθνικά πάρκα και μουσεία, επιβραδύνονται οι δημόσιες υπηρεσίες, καθυστερούν πληρωμές, μειώνονται τα κρατικά έσοδα και επιβαρύνεται η οικονομία. Το 2013, για παράδειγμα, η Standard & Poor’s εκτίμησε ότι η διακοπή στοίχισε 24 δισ. δολάρια και μείωσε κατά 0,6% το ΑΕΠ του τελευταίου τριμήνου εκείνης της χρονιάς. Το shutdown του 2018–2019 είχε ακόμη ευρύτερες συνέπειες: διακοπές σε ελέγχους ασφαλείας και μεταναστευτικές ακροάσεις, προβλήματα στα αεροπορικά ταξίδια, περιορισμούς σε υπηρεσίες για ιθαγενείς πληθυσμούς και τουρίστες, αλλά και καθυστερήσεις σε κανονιστικές εγκρίσεις. Το Σύνταγμα των ΗΠΑ δίνει αποκλειστική αρμοδιότητα στο Κογκρέσο για τη διάθεση κονδυλίων. Αν ο προϋπολογισμός δεν εγκριθεί, η κυβέρνηση μπορεί να συνεχίσει προσωρινά μέσω ενός Continuing Resolution (CR), αλλά αν δεν υπάρξει συμφωνία, τότε η διακοπή είναι αναπόφευκτη. Η αυστηρή ερμηνεία του Νόμου κατά της Ανεπάρκειας από τον Civiletti τη δεκαετία του ’80 όρισε ότι μόνο λειτουργίες που σχετίζονται άμεσα με την ασφάλεια ή την περιουσία μπορούν να συνεχιστούν χωρίς χρηματοδότηση.Shutdowns τέτοιου τύπου είναι σχεδόν ανύπαρκτα σε κοινοβουλευτικά συστήματα, όπως στην Ευρώπη και την Ασία, όπου η μη ψήφιση προϋπολογισμού συνδέεται με πτώση κυβέρνησης και εκλογές, όχι με αναστολή λειτουργιών του κράτους.
Επιχειρήματα υπέρ και κατά
Οι επικριτές θεωρούν ότι τα shutdowns αποδεικνύουν δομικά προβλήματα στο αμερικανικό σύστημα διαχωρισμού εξουσιών. Άλλοι τα βλέπουν ως «πολιτικό όπλο», που αναγκάζει την κοινωνία να αναμετρηθεί με τις βαθιές διαιρέσεις της. Το 2019 υποστηρίχθηκε ότι αποτελούν μορφή πίεσης και υπεράσπισης της λαϊκής κυριαρχίας, ενώ το 2024 χαρακτηρίστηκαν «ακροβατική πολιτική». Το 2025, ο Ezra Klein μίλησε για το shutdown ως πράξη αντίστασης απέναντι σε μια διεφθαρμένη κυβέρνηση, ακόμη κι αν τα αποτελέσματα παραμένουν αβέβαια.