Την Πέμπτη 23/10, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε ομόφωνα τη νομοθετική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την παρακολούθηση της ποιότητας και της «υγείας» του εδάφους σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Βασικοί στόχοι και προβλέψεις


Στόχος είναι η επίτευξη “υγιών εδαφών” στην Ε.Ε. έως το έτος 2050 – δηλαδή εδαφών που μπορούν να προσφέρουν επαρκώς οικοσυστημικές υπηρεσίες, όπως υποστήριξη της γεωργίας, της βιοποικιλότητας, και της ανθεκτικότητας στις κλιματικές αλλαγές. Η νέα ρύθμιση προβλέπει ότι τα κράτη-μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν και να αξιολογούν την υγεία του εδάφους σε ολόκληρη την επικράτειά τους, χρησιμοποιώντας κοινούς δείκτες που καλύπτουν τη φυσική, χημική και βιολογική του σύνθεση. Οι δείκτες παρακολούθησης θα βασίζονται σε μια κοινή μεθοδολογία της Ε.Ε. για τον καθορισμό σημείων δειγματοληψίας, με στόχο τη λειτουργικότητα και συγκρισιμότητα των δεδομένων μεταξύ των κρατών-μελών.Τα κράτη-μέλη θα μπορούν να βασίζονται είτε στις υφιστάμενες εθνικές εκστρατείες παρακολούθησης του εδάφους είτε σε άλλες ισοδύναμες μεθοδολογίες.

Σε ότι αφορά τα «πιθανά μολυσμένα εδάφη», θα απαιτείται η δημιουργία ενός δημόσιου καταλόγου για τέτοια εδάφη εντός 10 ετών από την εφαρμογή του νόμου, καθώς και δράσεις για την αντιμετώπιση των μη αποδεκτών κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Η νομοθεσία προβλέπει επίσης την κατάρτιση ενδεικτικού καταλόγου επικίνδυνων ουσιών, όπως PFAS και φυτοφάρμακα που μπορεί να επηρεάζουν την υγεία του εδάφους, εντός 18 μηνών από την έναρξη της χρήσης τους. Τέλος η επιτροπή θα παράσχει υποστήριξη -τεχνική και οικονομική- στα κράτη-μέλη, μεταξύ άλλων μέσω του υφιστάμενου προγράμματος παρακολούθησης LUCAS Soil Module.

Τι αλλάζει για τους αγρότες και τους δασοκόμους

Αξίζει να αναφέρουμε ότι η νέα νομοθεσία δεν θα εισάγει νέες υποχρεώσεις για τους αγρότες, ιδιοκτήτες γης και τους δασοκόμους. Αντίθετα προβλέπεται η στήριξη τους, μέσω ανεξάρτητων συμβούλων, κατάρτισης, έρευνας, καινοτομίας και ευαισθητοποίησης σε θέματα προστασίας του εδάφους.

Ως προς τα κράτη-μέλη θα πρέπει να αξιολογούν τακτικά το οικονομικό κόστος που μπορεί να συνεπάγεται για τους γεωργούς ή τους δασοκόμους η βελτίωση της υγείας και ανθεκτικότητας του εδάφους.

Γιατί είναι σημαντική αυτή η ρύθμιση

Εκτιμάται ότι περίπου το 60 % έως 70 % των εδαφών της ΕΕ βρίσκονται σε μη υγιή κατάσταση, λόγω αστικοποίησης, κάλυψης εδάφους (sealing), εντατικοποίησης της γεωργίας, απώλειας οργανικής ουσίας, διάβρωσης, αλάτωσης κ.ά. παραγόντων. Η υποβάθμιση των εδαφών μειώνει τις αποδόσεις του εδάφους, όπως είναι η παραγωγή τροφίμων,η συγκράτηση του άνθρακα, η ρύθμιση του νερού και η υποστήριξη της βιοποικιλότητας. Η ανακατασκευή και παρακολούθηση των εδαφών αποτελεί επίσης μέρος του πλαισίου της European Green Deal (πράσινη συμφωνία) και της αποστολής «A Soil Deal for Europe».

Η κατάσταση στην Ελλάδα

Η Ελλάδα, ως μεσογειακή χώρα, αντιμετωπίζει έντονα φαινόμενα υποβάθμισης του εδάφους, από παράγοντες όπως η διάβρωση από το νερό και τον αέρα, η απώλεια οργανικής ουσίας, λόγω υπερβολική καλλιέργεια σε λοφώδη ή εδάφη σε πλαγιές, καθώς και η αλάτωση σε νησιωτικές. Στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) και άλλων ευρωπαϊκών προγραμμάτων, η Ελλάδα έχει λάβει παρατηρήσεις από την Επιτροπή για να ενισχύσει τη διαχείριση κινδύνων, όπως η διάβρωση του εδάφους, οι πυρκαγιές, η κάλυψη του εδάφους, κ.ά.

Πως επηρεάζεται η Ελλάδα

Η Ελλάδα θα πρέπει, μετά την ενσωμάτωση της οδηγίας, να υιοθετήσει ένα εθνικό σύστημα παρακολούθησης της υγείας του εδάφους, με συγκρίσιμους δείκτες και μεθοδολογία όπως ορίζεται σε επίπεδο Ε.Ε. Για τις περιοχές με υψηλό κίνδυνο (π.χ. εδάφη με έντονη διάβρωση, ημιαρικές περιοχές, ή περιοχές με αλάτωση, η Ελλάδα θα έχει την υποχρέωση να καταρτίσει δημόσιο κατάλογο πιθανώς μολυσμένων και υποβαθμισμένων εδαφών εντός 10 ετών από την έναρξη ισχύος της νέας νομοθεσίας. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να γίνουν χαρτογραφήσεις, δειγματοληψίες και αξιολογήσεις εδαφών.Οι αγρότες θα μπορούν να επωφεληθούν από προγράμματα βελτίωσης της υγείας του εδάφους, ενδεχομένως μέσω επιδοτήσεων ή κινήτρων, όπως π.χ. η συμμετοχή σε «εργαστήρια εδάφους» (living labs), χρήση ψηφιακών εργαλείων παρακολούθησης, πρόσβαση σε τεχνογνωσία για τη βελτίωση της οργανικής ουσίας, της δομής του εδάφους και της ανθεκτικότητας σε ξηρασία και διάβρωση.

Προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες 

Πρόκληση: Η εφαρμογή της νέας νομοθεσίας απαιτεί πόρους, ανθρώπινο δυναμικό, τεχνογνωσία, εξοπλισμό δειγματοληψίας και ανάλυσης. Η Ελλάδα στο παρελθόν αντιμετώπισε καθυστερήσεις στην υλοποίηση του ευρωπαϊκού «οικολογικού κεκτημένου».

Ευκαιρία:
Η νομοθεσία δημιουργεί μια «θετική ώθηση» για τη βελτίωση της ποιότητας του εδάφους, κάτι που μακροπρόθεσμα μπορεί να ενισχύσει τη βιωσιμότητα της γεωργίας καθώς και στη μείωση του κόστους καλλιέργειας με τη χρήση για παράδειγμα λιγότερων λιπασμάτων, καθώςκαι τη συμμετοχή σε ευρωπαϊκά προγράμματα και καινοτομίες.

Τέλος για τους Έλληνες παραγωγούς, η καλύτερη κατανόηση της κατάστασης του εδάφους τους, η πρόσβαση σε συμβουλευτικές υπηρεσίες και η συμμετοχή σε προγράμματα βελτίωσης της υγείας του εδάφους μπορούν να αποδειχθούν σημαντικό πλεονέκτημα, βελτιώνοντας την παραγωγή και αυξάνοντας τα κέρδη τους.