Σε μια εποχή όπου οι συζητήσεις για την ισορροπία μεταξύ εργασίας και ζωής πυκνώνουν, η Ελλάδα παραμένει «κολλημένη» σε μια κουλτούρα εξουθενωτικής υπερεργασίας, χωρίς όμως αντίστοιχα οφέλη σε παραγωγικότητα ή αποδοχές. Την ίδια στιγμή, στην άλλη άκρη του πλανήτη, η Ιαπωνία δίνει ένα πρωτοποριακό παράδειγμα του πώς η τεχνολογία -και πιο συγκεκριμένα η λογική των video games- μπορεί να φέρει νέα πνοή ακόμα και στις πιο μονότονες, επαναλαμβανόμενες εργασίες.

Μια ιαπωνική καινοτομία που «παίζει» με την παραγωγικότητα

Στην πόλη Wakayama της Ιαπωνίας, η εταιρεία Maruwa, η οποία ειδικεύεται στην παροχή καθαρών λευκών ειδών σε νοσοκομεία και ξενοδοχεία, εφάρμοσε πρόσφατα ένα καινοτόμο σύστημα που μετατρέπει την καθημερινή εργασία των υπαλλήλων σε ένα είδος παιχνιδιού επιβίωσης/δημιουργίας κοινοτήτων. Με κάθε πάτημα ενός κουμπιού, δηλαδή με την ολοκλήρωση ενός σετ σεντονιών, ενεργοποιείται ένας εικονικός χαρακτήρας που ξεκινά να εξορύσσει υλικά, να χτίζει, να καλλιεργεί και να συμβάλλει στην ανάπτυξη ενός ψηφιακού χωριού.

Το σύστημα αυτό ονομάζεται Real Focus και είναι δημιουργία της Nissho Elektron Co., ιαπωνικής εταιρείας που ειδικεύεται στη βιομηχανική αυτοματοποίηση. Στην ανάπτυξή του συνέβαλε συμβουλευτικά και η Epic Games, δημιουργός του διάσημου παιχνιδιού Fortnite, η οποία αποδέχτηκε να βοηθήσει, αφού διασφαλίστηκε ότι δεν πρόκειται για εμπορικό προϊόν, αλλά για εργαλείο ενίσχυσης του εργασιακού κινήτρου.

Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό: σε εργοστάσια που εφαρμόστηκε το Real Focus, η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά μέσο όρο 8% μέσα στην πρώτη εβδομάδα, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις έφτασε και το 18%. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι το ψυχολογικό αποτύπωμα: οι εργαζόμενοι δηλώνουν ότι πλέον βλέπουν την εργασία τους σαν μια διαδικασία με άμεσο, ορατό αποτέλεσμα, όχι μόνο στο φυσικό αλλά και στο ψηφιακό περιβάλλον, δημιουργώντας ένα αίσθημα συμμετοχής και ανταμοιβής.

Η Ελλάδα της κούρασης και της ανάγκης


Στον αντίποδα, στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να καταγράφουν τα υψηλότερα ποσοστά υπερεργασίας σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το 12,4% των εργαζομένων ηλικίας 20 έως 64 ετών δουλεύει πάνω από 49 ώρες την εβδομάδα, ενώ ο μέσος όρος στην Ε.Ε. βρίσκεται στο 6,6%, ποσοστό δηλαδή σχεδόν διπλάσιο.

Πίσω από αυτούς τους αριθμούς κρύβεται μια σκληρή πραγματικότητα: το υψηλό ποσοστό αυτοαπασχόλησης στη χώρα, οι πιέσεις στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και επαγγελματίες, η έλλειψη συλλογικής προστασίας και συχνά η αναγκαστική εργασία πέρα από το όριο, για λόγους καθαρής επιβίωσης. Σύμφωνα με τη Eurostat, το 27,5% των αυτοαπασχολούμενων εργάζεται με παρατεταμένο ωράριο, ποσοστό δραματικά υψηλότερο από εκείνο των μισθωτών (3,4%).

Παράλληλα, η μέση εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας στην Ελλάδα φτάνει τις 39,8 ώρες, δηλαδή περίπου 4 ώρες παραπάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των 36 ωρών. Ακόμα πιο αποκαλυπτική είναι η διαφορά σε σχέση με χώρες όπως η Ολλανδία (32,1 ώρες), η Γερμανία και η Δανία (περίπου 34 ώρες), που παρότι εργάζονται λιγότερο, παρουσιάζουν πολύ υψηλότερα επίπεδα παραγωγικότητας, αμοιβών και ποιότητας ζωής.


Εργασία χωρίς ανταμοιβή;

Το συμπέρασμα της νέας έκθεσης της Eurostat είναι ανησυχητικό: η Ελλάδα εργάζεται περισσότερο, αλλά χωρίς αντίστοιχα αποτελέσματα. Παρά τις πολλές ώρες που αφιερώνουν οι εργαζόμενοι στην κύρια εργασία τους, τα οφέλη σε επίπεδο παραγωγικότητας, εισοδήματος και ελεύθερου χρόνου παραμένουν πενιχρά. Ο συνδυασμός εξάντλησης, χαμηλών αμοιβών και έλλειψης προοπτικής διαμορφώνει ένα ασφυκτικό εργασιακό περιβάλλον, με υψηλά επίπεδα επαγγελματικής φθοράς και χαμηλή ικανοποίηση.

Αυτός ο «πρωταθλητισμός» στις ώρες εργασίας δεν μοιάζει να είναι επιλογή, ούτε καν βραχυπρόθεσμη επένδυση, αλλά μάλλον αναγκαστική καθημερινότητα. Και σε αυτό το πλαίσιο, το ιαπωνικό παράδειγμα έρχεται να υπογραμμίσει πόσο διαφορετικά μπορεί να σχεδιαστεί η εμπειρία της εργασίας, όταν συνδυάζεται η τεχνολογία με την ανθρώπινη ανάγκη για νόημα, συμμετοχή και ψυχολογική ανταμοιβή.


Μπορούμε να «παίξουμε» αλλιώς;

Η σύγκριση με το ιαπωνικό μοντέλο μάς καλεί να αναρωτηθούμε: τι θα μπορούσε να αλλάξει στην Ελλάδα ώστε η εργασία να γίνει όχι απλώς πιο «ανεκτή», αλλά και πιο παραγωγική, βιώσιμη και ανθρώπινη; Η τεχνολογία υπάρχει, η γνώση υπάρχει, οι καλές πρακτικές υπάρχουν. Σε έναν κόσμο που αλλάζει γρήγορα, η χώρα δεν μπορεί να συνεχίσει να θεωρεί την υπερεργασία ως κανονικότητα.