Κατά της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ προσφεύγουν ο γενικός εισαγγελέας της Καλιφόρνια, Ρομπ Μπόντα και ακόμη 19 πολιτείες, λόγω της πολικής αύξησης του τέλους για τις νέες αιτήσεις βίζας H-1B στο ποσό των 100.000 δολαρίων. Την κίνηση αυτή ανακοίνωσε ο Μπόντα την Παρασκευή (12/12). Σύμφωνα με το Politico, όλες οι πολιτείες που συμμετέχουν στην αγωγή έχουν Δημοκρατικούς γενικούς εισαγγελείς.

Διαβάστε: Oι ΗΠΑ μπλοκάρουν τη βίζα παχύσαρκων και καρκινοπαθών - Το σημείωμα σε πρεσβείες και προξενεία

Αγωγή κατά του Τραμπ: "Καμία προεδρική κυβέρνηση δεν μπορεί να ξαναγράψει τη μεταναστευτική νομοθεσία", λέει ο Μπόντα

Πιο αναλυτικά, ο Μπόντα δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στο Σαν Φρανσίσκο: «Καμία προεδρική κυβέρνηση δεν μπορεί να ξαναγράψει τη μεταναστευτική νομοθεσία». «Κανένας πρόεδρος δεν μπορεί να αγνοεί το ισότιμο σκέλος της κυβέρνησης που είναι το Κογκρέσο, να αγνοεί το Σύνταγμα ή να αγνοεί τον νόμο», πρόσθεσε ο γενικός εισαγγελέας της Καλιφόρνια.

Οι μεγαλύτεροι χρήστες βίζας H-1B είναι οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας που προσλαμβάνουν εργαζόμενους υψηλής εξειδίκευσης από το εξωτερικό - εταιρείες τις οποίες οι Ρεπουμπλικανοί του κινήματος MAGA έχουν κατηγορήσει ότι καταχρώνται το πρόγραμμα, παρακάμπτοντας Αμερικανούς εργαζόμενους προσβλέποντας σε φθηνότερα εργατικά χέρια.

Ο Μπόντα, όμως, υποστήριξε ότι το νέο αυξημένο τέλος θα επιδεινώσει και τις ελλείψεις προσωπικού σε άλλους κρίσιμους τομείς για την οικονομία της πολιτείας, καθιστώντας δυσκολότερη την κάλυψη θέσεων γιατρών, ερευνητών, εκπαιδευτικών, νοσηλευτών και εργαζόμενων στον δημόσιο τομέα.

Προειδοποίησε επίσης ότι το τέλος των 100.000 δολαρίων, το οποίο ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε με προεδρική διακήρυξη τον Σεπτέμβριο, θα μπορούσε να εφαρμοστεί επιλεκτικά, κατά την κρίση της υπουργού Εσωτερικής Ασφάλειας, Κρίστι Νόεμ.

Κυβέρνηση Τραμπ: Προτεραιότητα στους Αμερικανούς εργαζόμενους

Η υψηλής ειδίκευσης μετανάστευση - και ειδικά το πρόγραμμα βίζας H-1B - έχει στο παρελθόν προκαλέσει εσωτερικές τριβές ανάμεσα στους λαϊκιστές υποστηρικτές του Τραμπ και τους συμμάχους του στη Silicon Valley, που ανησυχούν για τις επιπτώσεις στην προσέλκυση ταλέντων από το εξωτερικό.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ φάνηκε να μετριάζει τη στάση του στην πορεία, μετά και την ενίσχυση των σχέσεών του με επικεφαλής εταιρειών τεχνολογίας που χρησιμοποιούν το πρόγραμμα. Μιλώντας για τις βίζες H-1B στην παρουσιάστρια του Fox News Λόρα Ίνγκραχαμ τον περασμένο μήνα, αμφισβήτησε ότι οι ΗΠΑ διαθέτουν επαρκή αριθμό ταλαντούχων ανθρώπων και είπε ότι εξακολουθούν να χρειάζονται εργαζόμενους για ορισμένους τομείς.

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Τέιλορ Ρότζερς, υπερασπίστηκε την Παρασκευή τις κινήσεις της κυβέρνησης, λέγοντας ότι δεν είναι μόνο νόμιμες αλλά και «ένα αναγκαίο, αρχικό, σταδιακό βήμα προς τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στο πρόγραμμα H-1B». «Ο πρόεδρος Τραμπ υποσχέθηκε να δώσει προτεραιότητα στους Αμερικανούς εργαζόμενους, και η κοινής λογικής δράση του στις βίζες H-1B κάνει ακριβώς αυτό, αποθαρρύνοντας τις εταιρείες από το να “σπαμάρουν” το σύστημα και να συμπιέζουν τους μισθούς των Αμερικανών, ενώ παράλληλα παρέχει βεβαιότητα στους εργοδότες που χρειάζονται να προσελκύσουν τα καλύτερα ταλέντα από το εξωτερικό», ανέφερε σε δήλωσή της σχολιάζοντας την αγωγή.

Ο Μπόντα στις δηλώσεις που έκανε την Παρασκευή δεν αναφέρθηκε σε συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις στη διαδικασία έκδοσης της βίζας H-1B, αν και είπε στους δημοσιογράφους ότι, όπως κάθε πρόγραμμα ή πολιτική, «πιθανότατα μπορεί να ωφεληθεί από βελτιώσεις». Νωρίτερα το φθινόπωρο, το Εμπορικό Επιμελητήριο των ΗΠΑ (U.S. Chamber of Commerce) κατέθεσε επίσης αγωγή, μαζί με ομάδα που εκπροσωπεί ερευνητικά πανεπιστήμια, κατά του νέου τέλους, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση παρέκαμψε διατάξεις του νόμου που διέπει το πρόγραμμα H-1B. Ξεχωριστή αγωγή έχει καταθέσει επίσης και μια ομάδα φορέων, μεταξύ των οποίων συνδικάτα από διαφορετικούς κλάδους.

Η νέα αγωγή θα κατατεθεί σε ομοσπονδιακό δικαστήριο της Μασαχουσέτης, με επικεφαλής τον Μπόντα και τη γενική εισαγγελέα της πολιτείας, Αντρέα Τζόι Κάμπελ. Πρόκειται για την 49η φορά που ο Μπόντα οδηγεί την κυβέρνηση Τραμπ στα δικαστήρια μέσα στη χρονιά.