«Ένα μήνυμα σχεδόν αδιανόητο πριν από μια δεκαετία στέλνουν πλέον τακτικά οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ασφαλείας: ετοιμαστείτε για σύγκρουση με τη Ρωσία», αναφέρει το δημοσίευμα της «Wall Street Journal», με τα «καμπανάκια» από την Ευρώπη να «ακούγονται» διαδοχικά και ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ έχει εντατικοποιήσει τις προσπάθειες για μια διπλωματική λύση του πολέμου στην Ουκρανία.

«Σπάνια περνάει μία εβδομάδα χωρίς κάποιος Ευρωπαίος κυβερνητικός, στρατιωτικός ή επικεφαλής ασφαλείας να προβαίνει σε μια αυστηρή ομιλία προειδοποιώντας το κοινό ότι οδεύουν προς έναν πιθανό πόλεμο με τη Ρωσία. Πρόκειται για μια βαθιά ψυχολογική μεταβολή για μια ήπειρο που ανασυγκροτήθηκε ύστερα από δύο παγκόσμιους πολέμους, διακηρύσσοντας ένα μήνυμα αρμονίας και κοινής οικονομικής ευημερίας», γράφει χαρακτηριστικά η WSJ, που αναφέρεται σε μια παρομοίωση που έκανε ο Φρίντριχ Μερτς το Σαββατοκύριακο, ο οποίος και συνέκρινε τη στρατηγική του Ρώσου προέδρου, Βλαντίμιρ Πούτιν, στην Ουκρανία με εκείνη του Χίτλερ το 1938, όταν κατέλαβε τη γερμανόφωνη περιοχή Σουδητία της Τσεχοσλοβακίας πριν προχωρήσει στην κατάκτηση ενός μεγάλου τμήματος της ηπείρου. «Αν η Ουκρανία πέσει, δεν θα σταματήσει. Ακριβώς όπως η Σουδητία δεν ήταν αρκετή το 1938», δήλωσε ο Μερτς σε συνέδριο του κόμματός του το Σάββατο, σημειώνει η εφημερίδα.

Και προσθέτει πως το εν λόγω μήνυμα ήρθε λίγες μέρες μετά την ομιλία του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, ο οποίος προειδοποίησε ότι «η σύγκρουση είναι προ των πυλών» και ότι «πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για έναν πόλεμο της κλίμακας που βίωσαν οι παππούδες και οι προπαππούδες μας». Ο Ρούτε είπε ότι η Ρωσία θα μπορούσε να είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει στρατιωτική δύναμη εναντίον του Οργανισμού Βορειοατλαντικού Συμφώνου εντός πέντε ετών. Ο αρχηγός του γαλλικού στρατού δήλωσε πρόσφατα ότι η Γαλλία βρίσκεται σε κίνδυνο «επειδή δεν είναι προετοιμασμένη να δεχτεί την απώλεια των παιδιών της».

«Αυτό το αίσθημα επείγοντος έχει ενταθεί, καθώς η κυβέρνηση Τραμπ επιδιώκει να μεσολαβήσει για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες υπάρχει ανησυχία ότι η Ουκρανία θα πιεστεί από τον Τραμπ να αποδεχτεί μια άνιση ειρηνευτική συμφωνία που θα ενθαρρύνει τον Πούτιν και θα αφήσει την Ουκρανία ευάλωτη σε μελλοντικές ρωσικές επιθέσεις. Το κρίσιμο είναι ότι μια εκεχειρία θα απελευθέρωνε τους ρωσικούς στρατιωτικούς πόρους ώστε να επικεντρωθούν και στην Ευρώπη, ανοίγοντας ενδεχομένως τον δρόμο για μια μελλοντική επίθεση στην ανατολική της πτέρυγα», προσθέτει στην ανάλυσή της η WSJ.

«Οι προειδοποιήσεις συνοδεύονται από τον φόβο ότι μια κυβέρνηση Τραμπ περισσότερο υπέρ του απομονωτισμού δεν θα έρθει σε βοήθεια της Ευρώπης σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί μια επίθεση. Η Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, που δημοσιεύθηκε αυτό το μήνα, αναφέρει ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα επιδιώξει να σταματήσει την εξάπλωση του πολέμου στην Ευρώπη και να «αποκαταστήσει τη στρατηγική σταθερότητα με τη Ρωσία». Για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, δεν γίνεται καμία αναφορά στη Ρωσία ως εχθρό», τονίζεται στο δημοσίευμα.

Δραματικές προειδοποιήσεις και στη Βρετανία: "Περισσότερες οικογένειες θα μάθουν τι σημαίνει θυσία για την πατρίδα μας"

Η WSJ αναφέρει πως «η ετήσια εκτίμηση απειλών του Ηνωμένου Βασιλείου από τον επικεφαλής της Μυστικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα, είχε πολύ διαφορετικό τόνο». Σημειώνει πως «η επικεφαλής της MI6, Blaise Metreweli, προειδοποίησε ότι η Ρωσία θα συνεχίσει να προσπαθεί να αποσταθεροποιήσει την Ευρώπη "μέχρι ο Πούτιν να αναγκαστεί να αλλάξει τους υπολογισμούς του"».

Ο επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων του Ηνωμένου Βασιλείου, Richard Knighton, δήλωσε εν τω μεταξύ τη Δευτέρα ότι η κατάσταση «είναι πιο επικίνδυνη από ό,τι έχω γνωρίσει στην καριέρα μου» και ότι το βρετανικό κοινό πρέπει να είναι προετοιμασμένο. «Περισσότερες οικογένειες θα μάθουν τι σημαίνει θυσία για την πατρίδα μας», είπε, όπως αναφέρει το αμερικανικό μέσο.

Η βαθιά αλλαγή για την Ευρώπη

«Για την Ευρώπη, το σοβαρό αυτό μήνυμα σηματοδοτεί μια βαθιά αλλαγή», τονίζει η WSJ. «Η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάστηκε ρητά, με την ενθάρρυνση των ΗΠΑ, για να αποτρέψει το είδος του ολικού πολέμου που έπληξε την ήπειρο κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Ο πληθυσμός της έχει αποκομίσει τα οφέλη του λεγόμενου «μερίσματος της ειρήνης» — όταν οι στρατιωτικές δαπάνες μειώθηκαν μετά τον Ψυχρό Πόλεμο και τα επιπλέον κεφάλαια διοχετεύθηκαν σε κοινωνικές δαπάνες».

«Οι πολιτικοί στην Ευρώπη έχουν προειδοποιήσει ότι η επανένταξη μιας πολεμικής νοοτροπίας στο κοινό, συνοδευόμενη από μια εξήγηση για τις δύσκολες οικονομικές επιλογές που θα πρέπει να γίνουν στο μέλλον, αποτελεί πρόκληση. Μια δημοσκόπηση της Gallup πέρυσι έδειξε ότι μόνο το ένα τρίτο των Ευρωπαίων θα ήταν διατεθειμένοι να πολεμήσουν για να υπερασπιστούν τη χώρα τους, σε σύγκριση με το 41% στις ΗΠΑ», αναφέρεται και προστίθεται πως
«ο συνταξιούχος ολλανδός ναύαρχος Rob Bauer, ο οποίος πρόσφατα ολοκλήρωσε τη θητεία του ως ανώτατος στρατιωτικός αξιωματούχος του ΝΑΤΟ, λέει ότι αν η Ευρώπη θέλει να διατηρήσει την ειρήνη, πρέπει να προετοιμαστεί για πόλεμο προκειμένου να αποτρέψει τον Πούτιν».

Προσθέτει, δε, πως «τους τελευταίους μήνες, αυτό το μήνυμα «έχει γίνει πιο έντονο», καθώς οι αξιωματούχοι «ανησυχούν από τα στοιχεία που δείχνουν ότι ο ρωσικός στρατιωτικός βιομηχανικός σύμπλεγμα παράγει περισσότερα από όσα χρειάζεται για τον πόλεμο στην Ουκρανία, αυξάνοντας τους φόβους ότι θα μπορούσε να αναγεννηθεί για να επιτεθεί στην Ευρώπη πιο γρήγορα από ό,τι είχε προβλεφθεί προηγουμένως».

Η WSJ αναφέρεται επίσης σε ιδιωτικές συνομιλίες Ευρωπαίων αξιωματούχων, οι οποίοι φέρεται να δηλώνουν πως οι ψηφοφόροι θα υποστηρίξουν τις απαραίτητες θυσίες — από την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών έως την επανεισαγωγή της στρατολόγησης — μόνο αν πιστεύουν ότι θα συμβεί επίθεση.

"Μεταξύ ειρήνης και πολέμου"

Ήδη, οι επικεφαλής της ευρωπαϊκής ασφάλειας αναφέρουν ότι η Ρωσία έχει ξεκινήσει μια μυστική επίθεση «γκρίζας ζώνης» στην Ευρώπη, με σκοπό να βλάψει την οικονομία της και να σπείρει τη σύγχυση, υπενθυμίζει η WSJ. Η Ρωσία είναι ύποπτη ότι βρίσκεται πίσω από μια σειρά σαμποτάζ σε κρίσιμες ευρωπαϊκές υποδομές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις, κυβερνοεπιθέσεις σε επιχειρήσεις, καθώς και εμπρηστικές επιθέσεις σε αποθήκες και εμπορικά κέντρα. Ρωσικά drones έχουν διαταράξει τον πολωνικό εναέριο χώρο και μαχητικά αεροσκάφη έχουν περάσει πάνω από την Εσθονία.

«Τώρα λειτουργούμε σε ένα χώρο μεταξύ ειρήνης και πολέμου», δήλωσε με φόντο τα παραπάνω η επικεφαλής της MI6, Metreweli.

Το Κρεμλίνο από την πλευρά του έχει αρνηθεί την εμπλοκή του σε πράξεις σαμποτάζ ή εισβολές με drones στην Ευρώπη, ενώ ο Πούτιν δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι η ιδέα ότι η Ρωσία θα εισέβαλε σε άλλη χώρα είναι «ψέμα», όπως αναφέρεται στο ίδιο ρεπορτάζ.

Οι προετοιμασίες για πολέμο στην Ευρώπη

Υπενθυμίζεται, δε, πως την περασμένη εβδομάδα, η Γερμανία κατηγόρησε τη Ρωσία ότι βρίσκεται πίσω από μια κυβερνοεπίθεση κατά του ελέγχου της εναέριας κυκλοφορίας το 2024 και ότι προσπαθεί να παρεμβαίνει στις ομοσπονδιακές εκλογές διαδίδοντας παραπληροφόρηση στο διαδίκτυο. Υποψιαζόμενα ρωσικά drones έχουν επίσης διακόψει πτήσεις σε πολλά ευρωπαϊκά αεροδρόμια τους τελευταίους μήνες.

Γερμανοί αξιωματούχοι υποψιάζονται ότι η εκστρατεία σαμποτάζ και κατασκοπείας της Μόσχας αποσκοπεί εν μέρει στην προετοιμασία μιας επίθεσης στις διαδρομές εφοδιασμού του ΝΑΤΟ, η οποία θα καθυστερούσε την ανάπτυξη στρατευμάτων στην Ανατολική Ευρώπη σε περίπτωση ένοπλης σύγκρουσης με στόχο την Πολωνία ή τις χώρες της Βαλτικής.

«Οι κυβερνήσεις λαμβάνουν μέτρα για να προετοιμαστούν», αναφέρει η εφημερίδα και προσθέτει πως «η Γαλλία έχει δηλώσει ότι θα επαναφέρει την εθελοντική στρατιωτική θητεία για τους νέους, ακολουθώντας παρόμοιες κινήσεις της Γερμανίας, του Βελγίου και των Κάτω Χωρών. Η Γερμανία προβαίνει σε ενεργά πολεμικά παιχνίδια για να εξετάσει πώς θα στείλει στρατεύματα στο μέτωπο σε περίπτωση ρωσικής επίθεσης. Το Ηνωμένο Βασίλειο μειώνει την στρατιωτική εκπαίδευση εκτός Ευρώπης, για να επικεντρωθεί στη Ρωσία».

Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και οι δύσκολοι συμβιβασμοί

«Οι στρατιωτικές δαπάνες σε ολόκληρη την ήπειρο αυξάνονται», υπενθυμίζει η WSJ και αναφέρει ειδικότερα: «Φέτος, τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ συμφώνησαν να αυξήσουν τις παραδοσιακές αμυντικές δαπάνες στο 3,5% των οικονομιών τους έως το 2035, σε σύγκριση με το 2% που ισχύει σήμερα. Συμφώνησαν επίσης να δαπανήσουν ένα επιπλέον 1,5% σε μέτρα που σχετίζονται με την ασφάλεια, όπως η ενίσχυση των υποδομών τους, τα οποία θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της υβριδικής επίθεσης της Ρωσίας. Η Γερμανία έχει δεσμευτεί να δαπανήσει περισσότερα από ένα τρισεκατομμύριο δολάρια για το στρατό και τις υποδομές της κατά την επόμενη δεκαετία, με στόχο τη δημιουργία της μεγαλύτερης συμβατικής δύναμης της Ευρώπης».

«Ωστόσο», σημειώνεται, «σε πολλές από τις μεγάλες οικονομίες της Δυτικής Ευρώπης, οι συμβιβασμοί δεν έχουν ακόμη γίνει αισθητοί από το κοινό. Η Βρετανία, για παράδειγμα, χρηματοδοτεί την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών μειώνοντας την εξωτερική βοήθεια προς τις αναπτυσσόμενες χώρες. Αρκετοί στρατιωτικοί ηγέτες έχουν δηλώσει δημοσίως ότι οι δαπάνες θα πρέπει να αυξηθούν πολύ περισσότερο εάν θέλουμε να αποτρέψουμε τη Ρωσία από περαιτέρω επιθετικές ενέργειες», αναφέρει καταληκτικά.