Δεν είναι μόνο το BBC: Τα "μέτωπα" του Τραμπ με την ενημέρωση - Το μπαράζ αγωγών και ο φάκελος "Πεντάγωνο"
Αναλυτικό ρεπορτάζ
Ο Ντόναλντ Τραμπ έδωσε μια νέα διάσταση στον «πόλεμο» με τα media, «διεθνοποιώντας» τον μέσα από την αγωγή μαμούθ κατά του BBC - Τι μπορεί να κρίνει τη νομική μάχη, ποια τα μέτωπα του ενοίκου του Λευκού Οίκου με την ενημέρωση
Σε μια κίνηση που είχε προαναγγείλει προχώρησε ο Ντόναλντ Τραμπ, με τον Αμερικανό πρόεδρο να δίνει «σάρκα και οστά» στην προ μηνός απειλή του, να καταθέσει αγωγή σε βάρος του BBC, πολλαπλασιάζοντας μάλιστα τις απαιτήσεις του: έτσι, ενώ φερόταν έτοιμος να διεκδικήσει αποζημίωση μεταξύ 1 και 5 δισ δολαρίων στα μέσα Νοεμβρίου, η υποβολή της αίτησης αποζημίωσης σε ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μαϊάμι αγγίζει συνολικά τα 10 δισ δολάρια, σύμφωνα με τα διεθνή μέσα. Και αυτό γιατί, όπως αναφέρεται, η αγωγή «σπάει» σε δύο σημεία: Αρχικά, συμπεριλαμβάνει μια κατηγορία για δυσφήμιση και μία που κατηγορεί το BBC για παραβίαση νόμου περί εμπορικών κανονισμών της Φλόριντα. Για κάθε μία από αυτές τις κατηγορίες ζητά τουλάχιστον 5 δισ. δολάρια αποζημίωση, συν άλλα νομικά έξοδα, με συνέπεια το τελικό ποσό να φτάνει στα επίπεδα που αναφέρθηκαν.
Σημειώνεται πως στην 33σέλιδη αγωγή του, ο Αμερικανός πρόεδρος κατηγορεί το BBC για τη μετάδοση «ψευδούς, δυσφημιστικής, παραπλανητικής, υποτιμητικής, εμπρηστικής και κακόβουλης απεικόνισης του προέδρου Τραμπ», κάνοντας λόγο για «θρασύτατη προσπάθεια παρέμβασης και επηρεασμού» των προεδρικών εκλογών του 2024 στις ΗΠΑ.
Η επίσημη ανακοίνωση του BBC, μέσω εκπροσώπου του, το πρωί της Τρίτης, κατέστησε σαφή τη θέση του βρετανικού δικτύου. «Θα υποστηρίξουμε τη θέση μας σε αυτή τη νομική διαδικασία, αλλά δεν θα κάνουμε κάποιο άλλο σχόλιο όσο αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη». Υπενθυμίζεται πως ο σάλος είχε ξεσπάσει από ένα ντοκιμαντέρ της Panorama, το "Trump: A Second Chance", στο οποίο υπήρξε ένα μοντάζ από την ομιλία του τότε απερχόμενου Αμερικανού προέδρου στον Λευκό Οίκο, στις 6 Ιανουαρίου 2021, λίγο πριν την εισβολή των φερόμενων οπαδών του στο Καπιτώλιο, με φόντο την αμφισβήτηση του αποτελέσματος των εκλογών. «Θα πάμε στο Καπιτώλιο και θα είμαι εκεί μαζί σας. Και θα πολεμήσουμε. Θα πολεμήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις και αν δεν πολεμήσετε με όλες σας τις δυνάμεις, δεν θα έχετε πια χώρα», αναφέρει η αγωγή. «Ο Πρόεδρος Τραμπ δεν πρόφερε ποτέ αυτή τη φράση», τονίζεται.
Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με την αγωγή, η πρόταση που περιέχει τις λέξεις «Και θα πολεμήσουμε» ειπώθηκε από τον Τραμπ σχεδόν 55 λεπτά μετά την πρόταση «Θα είμαι εκεί μαζί σας», ωστόσο το ντοκιμαντέρ προέβη στην επεξεργασία με «παραπλανητικό» τρόπο, προκειμένου να υποδηλώσει μέσω του μοντάζ ότι ο Τραμπ στήριζε την εισβολή. Το λάθος το αναγνώρισε και το BBC, με δύο διευθυντικά στελέχη του να οδηγούνται σε παραίτηση.
Διαβάστε: Το BBC απαντά στην αγωγή του Τραμπ για τα 5 δισ: "Θα υπερασπιστούμε τον εαυτό μας σε αυτήν την υπόθεση"
Παράλληλα, όμως, δεν θεωρείται εύκολο ο Τραμπ να κερδίσει την εν λόγω υπόθεση, καθώς όπως αναφέρουν ειδικοί στα αμερικανικά μέσα, ο Τραμπ θα πρέπει να αποδείξει πως υπήρξε πράγματι δόλος και πως πράγματι η ανωτέρω επεξεργασία οδήγησε τους Αμερικανούς ψηφοφόρους ή ένα τμήμα αυτών να μην ενισχύσουν με την ψήφο τους τον Αμερικανό πρόεδρο στην εκλογική αναμέτρηση που διεξήχθη πέρυσι. Σε αυτό το σημείο ίσως βρίσκεται ένα κρίσιμο «όπλο» υπέρ του BBC, το γεγονός δηλαδή ότι το εν λόγω επεισόδιο της σειράς ντοκιμαντέρ δεν προβλήθηκε στις ΗΠΑ, συνεπώς δεν θα μπορούσε να επηρεάσει καθ'οιονδήποτε τρόπο τους εκλογείς.
Τη νομική οδό έλαβε ο Τραμπ και τον Μάρτιο του 2024, αυτήν τη φορά κατά του ABC News (που ανήκει στη Disney) με αφορμή σχόλια του ομογενή παρουσιαστή, George Stefanopoulos, τα οποία το δικαστήριο έκρινε ως «δυσφημιστικά», με συνέπεια το μέσο να πληρώσει 15 εκατ. δολάρια ως αποζημίωση. «Νικηφόρα» για τον Τραμπ ήταν και η «μάχη» με το CBS, με τη μητρική εταιρεία, Paramount, να συμφωνεί στην καταβολή 16 εκατ. δολαρίων όχι απευθείας στον ίδιο, αλλά με στόχο την κάλυψη νομικών εξόδων, με το ποσό να διατίθετο για τη μελλοντική προεδρική βιβλιοθήκη του, όπως είχε συμβεί και σε προηγούμενο συμβιβασμό του με το ABC. Ο Αμερικανός πρόεδρος είχε κινηθεί νομικά σχετικά με το μοντάζ μιας συνέντευξης της αντιπάλου του στις εκλογές, Κάμαλα Χάρις, που προβλήθηκε στην εκπομπή “60 Minutes” τον Οκτώβριο του 2024. Η αγωγή συνολικού ύψους 20 δισ δολαρίων ισχυριζόταν ότι το CBS παραποίησε το απόσπασμα με την τότε αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, παρουσιάζοντάς την με ευνοϊκό τρόπο, κάτι που ο Τραμπ υποστήριξε πως συνιστούσε παρέμβαση στις εκλογές.
Πιο πρόσφατα, τον Ιούλιο, ο Τραμπ κατέθεσε αγωγή εναντίον της μητρικής εταιρείας της Wall Street Journal, Dow Jones, και του ιδιοκτήτη της, Ρούπερτ Μέρντοχ, με την κατηγορία ότι έγραψε ένα «άσεμνο» σημείωμα στον σεξουαλικό εγκληματία Jeffrey Epstein. Στο δημοσίευμα γινόταν εκτενής αναφορά σε επιστολή που φέρεται να έστειλε ο σήμερα πρόεδρος των ΗΠΑ, το 2003 στον διαβόητο χρηματιστή για τα γενέθλιά του, συνοδευόμενη από σκίτσο και κείμενα με σεξουαλικά υπονοούμενα, υποδηλώνοντας μια προσωπική σχέση ανάμεσα στους δύο.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ισχυρίζεται ότι η δημοσίευση παραβίασε τους νόμους περί δυσφήμισης. Ένας εκπρόσωπος της Dow Jones δήλωσε στο BBC: «Έχουμε πλήρη εμπιστοσύνη στην αυστηρότητα και την ακρίβεια των ρεπορτάζ μας και θα υπερασπιστούμε σθεναρά την εταιρεία μας σε οποιαδήποτε αγωγή». Η υπόθεση δεν έχει εκδικαστεί ακόμα, ενώ τη δική της σειρά αναμένει και η αγωγή 15 δισ δολαρίων που κατέθεσε σε βάρος των New York Times, με την κατηγορία ότι λειτουργεί ως «φερέφωνο της ριζοσπαστικής αριστεράς και του Δημοκρατικού Κόμματος», επικαλούμενος μεταξύ άλλων την υποστήριξή της προς την Κάμαλα Χάρις στις εκλογές του 2024.
Σημειώνεται πως στην 33σέλιδη αγωγή του, ο Αμερικανός πρόεδρος κατηγορεί το BBC για τη μετάδοση «ψευδούς, δυσφημιστικής, παραπλανητικής, υποτιμητικής, εμπρηστικής και κακόβουλης απεικόνισης του προέδρου Τραμπ», κάνοντας λόγο για «θρασύτατη προσπάθεια παρέμβασης και επηρεασμού» των προεδρικών εκλογών του 2024 στις ΗΠΑ.
Η επίσημη ανακοίνωση του BBC, μέσω εκπροσώπου του, το πρωί της Τρίτης, κατέστησε σαφή τη θέση του βρετανικού δικτύου. «Θα υποστηρίξουμε τη θέση μας σε αυτή τη νομική διαδικασία, αλλά δεν θα κάνουμε κάποιο άλλο σχόλιο όσο αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη». Υπενθυμίζεται πως ο σάλος είχε ξεσπάσει από ένα ντοκιμαντέρ της Panorama, το "Trump: A Second Chance", στο οποίο υπήρξε ένα μοντάζ από την ομιλία του τότε απερχόμενου Αμερικανού προέδρου στον Λευκό Οίκο, στις 6 Ιανουαρίου 2021, λίγο πριν την εισβολή των φερόμενων οπαδών του στο Καπιτώλιο, με φόντο την αμφισβήτηση του αποτελέσματος των εκλογών. «Θα πάμε στο Καπιτώλιο και θα είμαι εκεί μαζί σας. Και θα πολεμήσουμε. Θα πολεμήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις και αν δεν πολεμήσετε με όλες σας τις δυνάμεις, δεν θα έχετε πια χώρα», αναφέρει η αγωγή. «Ο Πρόεδρος Τραμπ δεν πρόφερε ποτέ αυτή τη φράση», τονίζεται.
Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με την αγωγή, η πρόταση που περιέχει τις λέξεις «Και θα πολεμήσουμε» ειπώθηκε από τον Τραμπ σχεδόν 55 λεπτά μετά την πρόταση «Θα είμαι εκεί μαζί σας», ωστόσο το ντοκιμαντέρ προέβη στην επεξεργασία με «παραπλανητικό» τρόπο, προκειμένου να υποδηλώσει μέσω του μοντάζ ότι ο Τραμπ στήριζε την εισβολή. Το λάθος το αναγνώρισε και το BBC, με δύο διευθυντικά στελέχη του να οδηγούνται σε παραίτηση.
Διαβάστε: Το BBC απαντά στην αγωγή του Τραμπ για τα 5 δισ: "Θα υπερασπιστούμε τον εαυτό μας σε αυτήν την υπόθεση"
Το βίντεο με το επίμαχο μοντάζ στην ομιλία Τραμπ
Το στοιχείο που μπορεί να κρίνει τη νομική "μάχη" του Τραμπ με το BBC
Η υπόθεση έχει τις δικές της προεκτάσεις: Πρώτα απ'όλα, ο Αμερικανός πρόεδρος τίθεται αντιμέτωπος με το βρετανικό δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα, ο οποίος μάλιστα χρηματοδοτείται από τους φορολογούμενους της χώρας. Με φόντο αυτό, η πίεση στην κυβέρνηση του Κιρ Στάρμερ εντείνεται, προκειμένου να σταθεί στο πλευρό του δικτύου, που αριθμεί 103 χρόνια ζωής και βρίσκεται ενώπιον σοβαρής κρίσης, που μάλιστα ακολούθησε εκείνη του Φεβρουαρίου, όταν ένα ντοκιμαντέρ στη streaming πλατφόρμα του για τις ζωές των παιδιών στη Γάζα έγινε γνωστό πως είχε ως κεντρικό αφηγητή γιο υπουργού της κυβέρνησης της Χαμάς στον θύλακα, με συνέπεια να αποσυρθεί.Παράλληλα, όμως, δεν θεωρείται εύκολο ο Τραμπ να κερδίσει την εν λόγω υπόθεση, καθώς όπως αναφέρουν ειδικοί στα αμερικανικά μέσα, ο Τραμπ θα πρέπει να αποδείξει πως υπήρξε πράγματι δόλος και πως πράγματι η ανωτέρω επεξεργασία οδήγησε τους Αμερικανούς ψηφοφόρους ή ένα τμήμα αυτών να μην ενισχύσουν με την ψήφο τους τον Αμερικανό πρόεδρο στην εκλογική αναμέτρηση που διεξήχθη πέρυσι. Σε αυτό το σημείο ίσως βρίσκεται ένα κρίσιμο «όπλο» υπέρ του BBC, το γεγονός δηλαδή ότι το εν λόγω επεισόδιο της σειράς ντοκιμαντέρ δεν προβλήθηκε στις ΗΠΑ, συνεπώς δεν θα μπορούσε να επηρεάσει καθ'οιονδήποτε τρόπο τους εκλογείς.
Η "διεθνοποίηση" του μετώπου Τραμπ με τα ΜΜΕ - Η "μάχη" με CNN, ABC News, Wall Street Journal και New York Times
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, πρόκειται, πλέον, για μια «διεθνοποίηση» του μετώπου που μοιάζει να έχει ανοίξει ο Ρεπουμπλικανός με τα μέσα ενημέρωσης, θέτοντας στο στόχαστρο για πρώτη φορά ένα μη αμερικανικό ΜΜΕ. Ο Τραμπ έχει πραγματοποιήσει, άλλωστε, μπαράζ αγωγών σε βάρος ενημερωτικών σταθμών, ωστόσο όλοι ήταν αμερικανικοί: Τον Οκτώβριο του 2022, ο Αμερικανός πρόεδρος ζήτησε αποζημίωση 475 εκατ. δολαρίων από το CNN, σε αγωγή που κατέθεσε σε βάρος του, καθώς θεωρούσε ότι τον συνέκρινε με τον Αδόλφο Χίτλερ, όταν σχολιαζόταν ως «Μεγάλο Ψέμα» το αφήγημά του περί «κλοπής» των προεδρικών εκλογών του 2020. Η δικαιοσύνη απεφάνθη πως δεν υπήρχε κάποιου είδους δυσφήμιση, με συνέπεια ο πρόεδρος των ΗΠΑ να χάσει τη διεκδίκηση.Τη νομική οδό έλαβε ο Τραμπ και τον Μάρτιο του 2024, αυτήν τη φορά κατά του ABC News (που ανήκει στη Disney) με αφορμή σχόλια του ομογενή παρουσιαστή, George Stefanopoulos, τα οποία το δικαστήριο έκρινε ως «δυσφημιστικά», με συνέπεια το μέσο να πληρώσει 15 εκατ. δολάρια ως αποζημίωση. «Νικηφόρα» για τον Τραμπ ήταν και η «μάχη» με το CBS, με τη μητρική εταιρεία, Paramount, να συμφωνεί στην καταβολή 16 εκατ. δολαρίων όχι απευθείας στον ίδιο, αλλά με στόχο την κάλυψη νομικών εξόδων, με το ποσό να διατίθετο για τη μελλοντική προεδρική βιβλιοθήκη του, όπως είχε συμβεί και σε προηγούμενο συμβιβασμό του με το ABC. Ο Αμερικανός πρόεδρος είχε κινηθεί νομικά σχετικά με το μοντάζ μιας συνέντευξης της αντιπάλου του στις εκλογές, Κάμαλα Χάρις, που προβλήθηκε στην εκπομπή “60 Minutes” τον Οκτώβριο του 2024. Η αγωγή συνολικού ύψους 20 δισ δολαρίων ισχυριζόταν ότι το CBS παραποίησε το απόσπασμα με την τότε αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, παρουσιάζοντάς την με ευνοϊκό τρόπο, κάτι που ο Τραμπ υποστήριξε πως συνιστούσε παρέμβαση στις εκλογές.
Πιο πρόσφατα, τον Ιούλιο, ο Τραμπ κατέθεσε αγωγή εναντίον της μητρικής εταιρείας της Wall Street Journal, Dow Jones, και του ιδιοκτήτη της, Ρούπερτ Μέρντοχ, με την κατηγορία ότι έγραψε ένα «άσεμνο» σημείωμα στον σεξουαλικό εγκληματία Jeffrey Epstein. Στο δημοσίευμα γινόταν εκτενής αναφορά σε επιστολή που φέρεται να έστειλε ο σήμερα πρόεδρος των ΗΠΑ, το 2003 στον διαβόητο χρηματιστή για τα γενέθλιά του, συνοδευόμενη από σκίτσο και κείμενα με σεξουαλικά υπονοούμενα, υποδηλώνοντας μια προσωπική σχέση ανάμεσα στους δύο.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ισχυρίζεται ότι η δημοσίευση παραβίασε τους νόμους περί δυσφήμισης. Ένας εκπρόσωπος της Dow Jones δήλωσε στο BBC: «Έχουμε πλήρη εμπιστοσύνη στην αυστηρότητα και την ακρίβεια των ρεπορτάζ μας και θα υπερασπιστούμε σθεναρά την εταιρεία μας σε οποιαδήποτε αγωγή». Η υπόθεση δεν έχει εκδικαστεί ακόμα, ενώ τη δική της σειρά αναμένει και η αγωγή 15 δισ δολαρίων που κατέθεσε σε βάρος των New York Times, με την κατηγορία ότι λειτουργεί ως «φερέφωνο της ριζοσπαστικής αριστεράς και του Δημοκρατικού Κόμματος», επικαλούμενος μεταξύ άλλων την υποστήριξή της προς την Κάμαλα Χάρις στις εκλογές του 2024.
En